Τρίτη 30 Ιουλίου 2019

Λευκά σεντόνια με λεκέδες

Είσαι τόσο κοντά μα και τόσο μακριά.
Με τα ακροδάχτυλα μου μπορώ να αγγίξω τη μορφή σου
Αλλά δεν μπορώ να αγγίξω το σώμα σου
Ούτε να νιώσω στο αυτί μου την πνοή σου.
Ποιος ηδονιστής θεός επέλεξε αυτή τη μοίρα για μένα;
Ρίσκαρε και ας χάσεις λένε
Μα έχασα τα πάντα πριν προλάβω να βγάλω άχνα.
Και δεν είναι η Μενεξεδένια η Πολιτεία που φταίει τελικά
Εγώ είμαι ο υπαίτιος που δεν στάθηκα αρκετός
-άραγε είμαστε ποτέ αρκετοί;
Θα φύγουμε πριν καταλάβουμε πως ζήσαμε αρκετά.
Ζούμε μεγάλα διαστήματα δίχως να νιώθουμε τη ζεστασιά
Και αυτό είναι εντάξει.

Αν δώσεις θα πάρεις λένε, μα τι γίνεται όταν
Θες να δώσεις και ας μην πάρεις τίποτα πίσω;
Είσαι τώρα μακριά και εγώ υπάρχω εδώ
Ανάμεσα σε τόσους άλλους, βαδίζω σκυφτά.
Ένα σαραβαλιασμένο τομάρι μέσα στο κοπάδι.
Ας έπαιρνες την ψυχή μου και ας την έκανες ρημαδιό
Δεν ήταν τόσο τρομακτικά τα όσα ζήτησα
Μα εσύ επέμενες σε άλλους ουρανούς να λάμψεις.
Γιατί ήξερες πως να μεταχειριστείς την αγαθή καρδιά μου.
Πάλεψα αρκετά και απεγνωσμένα
Και το μόνο που ζήτησα ήταν ένα δικό σου χάδι.
Τώρα μαραζώνω μόνος στα σκοτάδια μου.
Που βρίσκεσαι ,ανάσα μου λυτρωτική;
Ώρες- ώρες πονάει η μοναξιά, ε;
Μα εύχομαι να μην τη νιώσεις ποτέ όπως εγώ.
Ήθελα να σου δώσω τα πάντα και έλαβα το τίποτα.
Τώρα οι πίνακές μου κείτονται αδειανοί
Και ο ουρανός μου-.
Εκείνον δεν μπορείς να τον ακουμπήσεις!
Μπορεί να έκανες μερικά αστέρια λιγότερο λαμπερά
Να προκάλεσες έκρηξη σε άλλα
Μα μέχρι εκεί!
Και μη νιώσεις ποτέ πως εγώ σου έδωσα περισσότερη σημασία
Με τους τρόπους μου και πως έγινες κάτι παραπάνω, κάτι καλύτερο.
Μην κορδώνεσαι σαν  το παγόνι, μικρό μου σαλιγκάρι.
Γιατί τότε  θα είσαι ένα τίποτα, μπαλόνι γεμάτο αέρα που βρωμάει και θα σκάσει και θα πέσει στο έδαφος .
Τότε πραγματικά θα σε λυπάμαι
Και ένα μέρος μου θα εύχεται για σένα ό,τι χειρότερο μπορείς να φανταστείς!
Βλέπεις τι κάνεις;
Εγώ δεν είμαι κακός, δεν θέλω να είμαι κακός!
Αλλά μην προσπαθήσεις ποτέ να τα βάλεις μαζί μου
Αν τέτοιος γίνω ,δεν είμαι όσο ηλίθιος νομίζεις!
Γιατί μπορεί να σε πληγώσω και εγώ δεν θέλω να πληγώσω κανέναν.
Ακόμη και αν το αξίζει.
Μα έχω πληγώσει και -.
Ω, τι με αναγκάσατε να γίνω!

Κυριακή 28 Ιουλίου 2019

Ευλογημένος

Η θλίψη μου ήρθε και κάθισε πάνω στο κεφάλι μου
Γι' αυτό έβαλα λίγο Tom Waits για να γαληνέψω.
Μου είπε  χθες στο πάρτι- -μην ανησυχείς ,Κυριάκο,ήταν υπέροχο!- πως της άρεσε πολύ το τελευταίο μου ποίημα
Πως σημεία του την εξέφραζαν απόλυτα
Έκανα ένα αστειάκι και μετά την ευχαρίστησα.
Πόσο όμορφα ένιωσα, πραγματικά υπέροχα!
Μα ακόμη φοβάμαι εκείνη την ημέρα
Που θα αρχίσω να γράφω ρηχά και ξενέρωτα.
Πήγα με τους φίλους μου και περάσαμε πολύ ωραία.
Δεν ξέρω αν είναι μαύρα πουλιά σαν της Κατερίνας
Αλλά θα ήμουν στον πάτο δίχως αυτούς
Σε φυλακή μέσα ή τελείως στα χαμένα.
Δεν ξέρω τι θα έκανα δίχως αυτούς, δεύτερή μου οικογένεια.
Οι φίλοι μου είναι άνθρωποι με ανασφάλειες και απωθημένα
Είναι όμως υπέροχοι άνθρωποι.
Πέφτουν πάνω σε τοίχους και τους διαλύουν.
Οι φίλοι μου πληγώθηκαν και καταστράφηκαν .
Μεταπηδούν από το ένα άκρο στο άλλο προσπαθώντας να βρουν μια ισορροπία.
Είναι όλοι τους συναισθηματικοί και ευάλωτοι
-όχι όσο εγώ, ο καθένας με τον τρόπο του.
Οι φίλοι μου είναι μπερδεμένοι .
Έχουν αλλάξει αρκετά αλλά παραμένουν οι ίδιοι καταβάθος.
Έχουν θέματα, φοβίες και άγχη.
Γνωρίζουν πολλά πράγματα και έχουν κριτική σκέψη, μπορείς να πεις δύο λόγια με σημασία και άλλα τόσα για να περάσει η ώρα ευχάριστα.
Μεθάμε μαζί, γελάμε μαζί, λυπόμαστε μαζί, προβληματιζόμαστε μαζί.
Θλίβομαι όταν τους βλέπω να θλίβονται
Και αναστατώνομαι όταν θέλω το καλύτερο γι αυτούς
Ξέροντας πως μόνος μου δεν μπορώ να τους το δώσω
Και προσπαθώντας να κάνω το καλύτερο, τα κάνω χειρότερα.
Οι φίλοι μου και εγώ είμαστε αρκετά πεινασμένοι.
Πολλές φορές σκέφτονται με το κάτω κεφάλι
Μα οι φίλοι μου είναι δοτικοί και κρατάνε ψηλά το κόκκινο μπαλόνι.
Οι φίλοι μου θέλουν το καλύτερο για τους φίλους τους.
Φυλάσσουν μέσα τους αποθέματα τεράστια, αμύθητης αξία
Και διατίθενται να τα μοιραστούν με όποιον το θέλει
Αλλά πλέον είναι πολύ επιφυλακτικοί γιατί την έχουν πατήσει αρκετές φορές.
Πολλές φορές με απογοητεύουν οι φίλοι μου όσο τους απογοητεύω και εγώ.
Ώρες- ώρες πετάμε κοτσάνες και ευχόμαστε να μην πέσει πάνω κάποια σπίθα
και αρπάξουν φωτιά
Αλλά αυτή η φωτιά είναι που μας κάνει καλύτερους και δυνατότερους.
Έχω αρκετούς φίλους πλέον, τόσους που μου φαίνεται απίστευτο
Πέντε χρόνια πριν δεν το περίμενα
Είναι θαύμα που τα έχω καταφέρει τόσο καλά.
Τα χρόνια περνάνε και δεν ξέρουμε τι μας επιφυλάσσουν
Ζούμε το παρόν και ελπίζουμε για το μέλλον
Έχω φίλους όμως που δεν σκέφτονται και πολύ το μέλλον τους
Και επιμένουν να ζουν στον κόσμο τους
Και ελπίζω πως κάποτε θα βάλουν μυαλό.
Έχω φίλους που ήταν βολεμένοι εξ αρχής και δεν δυσκολεύτηκαν ιδιαίτερα
Το κεφάλι τους δεν ούρλιαξε και ακολούθησαν εκείνον τον δρόμο
Και τώρα πορεύονται κανονικά.
Εγώ και οι φίλοι μου φοβόμαστε αρκετά αλλά δεν το δείχνουμε συνέχεια.
Κάνουμε λάθος επιλογές με την ελπίδα πως θα μάθουμε από αυτές
Αλλά οι θεοί μας έκαναν αρκετά ξεροκέφαλους.
Κάποτε θα πεθάνουμε αυτό είναι το μόνο σίγουρο.
Μα, όπως είπε ο γερο-Χανκ , δεν μπορούμε να νικήσουμε τον θάνατο
Αλλά μερικές φορές μπορούμε να νικήσουμε τον θάνατο στη ζωή.
Και όταν πεθάνω δεν θέλω να με θάψουν.
Εκτός αν εφαρμόσουν την μέθοδο με την οποία θα μεταμορφωθώ σε δένδρο.
Μέχρι τότε θα προσπαθώ να γίνω  ένα ζωντανό δένδρο και να προσφέρω σκιά στους ανθρώπους.
Θα ήθελα να με κάψουν και τις στάχτες μου να τις σκορπίσουν
Έξω από τα αγαπημένα μου μέρη.
Αλλά ξέρω πως πιθανότατα θα θαφτώ.
Οπότε, πριν με σκεπάσετε με χώμα, ρίξτε μέσα την τρύπα
Ένα βιβλίο καλό και δύο-τρεις μουσικούς δίσκους
Και με τα δάχτυλά σας να μου σχηματίσετε ένα χαμόγελο στα ξεραμένα χείλη.
Και αν έχετε χρόνο να έρχεστε να μου διαβάζετε τίποτα
Να ξέρω πως αυτό που προσπαθώ να κάνω
Θα έχει μια συνέχεια.
Να θυμάστε τα καλά και τα κακά μου,να είναι αυτά η παρέα μου όταν θα εκλείψω.
Ω, είναι τόσα πράγματα που θέλω να κάνω ,φίλοι μου!
Να ζήσω μια ζωή γεμάτη και όπως την θέλω εγώ.
Και το όνειρό μου να διαρκέσει για πάντα!
Θέλω να δώσω αγάπη και να πάρω αγάπη!
Θέλω να δω τοίχους ζωγραφισμένους με αστραφτερά χρώματα
Και λιγότερους ανθρώπους πλαστικούς.........................................
Και αν φύγω πριν την ώρα μου δεν πειράζει!
Μπορούμε να κάνουμε και αλλιώς;

Παρασκευή 26 Ιουλίου 2019

Η ζωή σου είναι η ζωή σου

Η ζωή σου είναι η ζωή σου
Και σου ανήκει σχεδόν ολοκληρωτικά.
Αλλά που και που
Ίσως να είναι καλό να την εξευτελίζεις.
Εννοώ,είναι ούτως ή άλλως αναπόφευκτο μερικές φορές.
Αλλά και τις στιγμες εκεινες που έχεις μια επιλογή
 Ίσως να είναι καλό να πάρεις τον άσχημο δρόμο.
Γιατί τέτοιες στιγμές είναι που
συνήθως ανακαλύπτεις κάτι παραπάνω για τον εαυτό σου.
Όταν γλείφεις την κόλαση και απαρνιέσαι την γλύκα του παραδείσου.

Να αγαπάς τον εαυτό σου όσο περισσότερο μπορείς-
όσο πιο συχνά μπορείς.
Έναν τον έχεις, ανακάλυψε τον.
Αλλά το να απορρίπτεις τους αγγέλους για το μήλο
Κατέχει και αυτό τη γλύκα του.
Όμως θα έχει συνέπειες, από αυτές δεν μπορείς να ξεφύγεις .
Και ίσως μετά να μην νιώθεις όμορφα με την κατάσταση που δημιούργησες-
το τηλέφωνό του μπάνιου να τρέχει ασταματητα  και σκέψεις όχι μόνο πριν τον ύπνο.
Αλλά το παζλ χρειάζεται και τέτοια κομμάτια.

Και αν στραβωσεις,χαμόγελα στραβά 
Χαμόγελα όμως περισσότερο,θα σου κάνει καλό.
Έστω προσπάθησε, το ξέρεις πως μπορείς.
Και μάθε από τα λάθη σου, μην είσαι αναίσθητος και εγωιστής και ξεροκέφαλος.
Δεν είναι ο γυαλός που αρμενίζεις πάντα στραβός-
τουλάχιστον προσπάθησε το.

Μοναχα μην προσποιείσαι κάτι που δεν είσαι για τα μάτια του κόσμου.
Ούτε να το επιδεικνύεις επειδή  έτσι το επιτάσσουν - τάχα - η μάζα και οι κοινωνικές συνήθειες.
Γιατί τότε κοροϊδεύεις τον εαυτό σου.
Ζεις μια ζωή και άλλη μία ψεύτικη ταυτόχρονα.
Τους άλλους μπορείς να τους κοροϊδέψεις εύκολα.
Τον εαυτό σου όμως;

Αυτός είναι ο χειρότερος εξευτελισμός
Αλλά πρέπει να συμβεί έστω μια φορά
Για να διαλυθούν μερικά σύννεφα.
Στο χέρι σου είναι 
Να διώξεις αυτά τα σύννεφα από τους ουρανούς σου
Όσο και αν πείθεις τον εαυτό σου για το αντίθετο.
Μην κοροϊδεύεις τον εαυτό σου γιατί θα το μετανιώνεις μετά.

Αλήθεια, για ποσά από αυτά που θεωρείς  κατορθώματα σου είσαι πραγματικά περήφανος;
Και πόσες από τις μέρες που θεωρησες υπέροχες ήταν τέτοιες στην πραγματικότητα;


Τρίτη 23 Ιουλίου 2019

Ένα χωρίς τίτλο

Χθες έκανα πράγματα για τα οποία δεν είμαι περήφανος
Και αύριο άλλες σκέψεις δεν θα με αφήνουν να κοιμηθώ ήσυχος.
Έχω ένα σπίτι που βρωμάει ώρες-ώρες
Οι καρέκλες του είναι σπασμένες
Και οι βρύσες στάζουν.
Μα είναι το μόνο σπίτι που έχω
Και θα το διατηρήσω όπως μπορώ μέχρι τέλους.
Η ελπίδα αραιά και που φτερουγάει από τα στήθη μου
Αλλά η ψυχή μου κρατάει το κεφάλι μου ψηλά.
Το παρόν διαρκεί για λίγο και το μέλλον είναι αβέβαιο.
Όσα κατάλαβες σήμερα
Μπορεί να σου φαίνονται ξένα αύριο και
Όσα θεωρείς δεδομένα αυτή τη στιγμή
Αύριο μπορεί να μοχθήσεις για να τα έχεις.
Πολλές φορές εύχομαι να είχα περισσότερο τσαγανό.
Τα νεύρα μου είναι σμπαράλια αλλά σπάνια νευριάζω.
Η οργή που κρύβω μέσα μου είναι απύθμενη
Μα όταν πάει να βγει στην επιφάνεια διαρκεί ελάχιστα
Ή μετατρέπεται αυτομάτως σε γέλιο
-Φοβάμαι τη στιγμή που θα εκραγώ πραγματικά
Και εκείνους που θα είναι γύρω μου.
Μπορεί να φταίει που είμαι συναισθηματικός τύπος,
η καρδιά επιτάσσεται στο μυαλό και κυριαρχεί συχνά.
Και δεν με εμπιστεύομαι αρκετά.
Θα ήταν χρήσιμη λίγη παραπάνω αυτοπεποίθηση
Όχι μόνο πάνω στο χαρτί- γενικά, σε εμένα
στη ζωή μου και σε όσα κάνω και λέω.
Αργά και σταθερά βήματα και ας έχω αργήσει
Δεν χτίζεις κάστρο αναμιγνύοντας απλά μερικά τούβλα και λίγη άμμο.
Κάποτε το πλήρωμα του χρόνου θα καταφθάσει
Και θα με πάρει σβάρνα δίχως να δείξει έλεος.
Τότε στραφείτε στις αναμνήσεις σας και όσα έχω γράψει.
Και αν δεν σας ικανοποιούν αρκετά
Μάλλον δεν ήμουν αρκετός για εσάς.
Τι λέω;
Υπήρχαν στιγμές που δεν στάθηκα αρκετός για εμένα τον ίδιο!

Σάββατο 20 Ιουλίου 2019

Είδατε πουθενά την αλεπού;

Τι θα κάνω με το μέλλον μου;
Αυτή η σκέψη τριβελίζει το μυαλό μου
Εδώ και πάρα πολύ καιρό.
Τι θα γίνει με εμένα;
Ποια αποφράδα μέρα θα θέσει σε κίνηση
Εκείνη την τροχιά ή την άλλη;
Λένε πως δεν είναι καλό να υπεραναλύεις τα πάντα
Όμως είναι κάτι που αναβλύζει από μέσα μου χρόνια τώρα
Όπως το νερό από ένα συντριβάνι.
Μόνο που μέσα μου έχω λάβα και σπίθες
Και αυτές οι σπίθες προκαλούν πυρκαγιές.
Και έχω ανθρώπους να ανησυχούν περισσότερο για μένα
Με νοιάζονται και με αγαπάνε και τους ευγνωμονώ
Που δεν με έχουν παρατήσει ακόμη.
Άραγε γνωρίζω το καλύτερο για μένα;
Ή θα καταλήξω άθυρμα των ονείρων μου;
Ο μικρός πρίγκιπας και το τριαντάφυλλό του.
Ουρανοί, τόσα σημάδια μου έχετε αποκαλύψει
Τις στιγμές που δεν το περίμενα.
Σας εκλιπαρώ να ανοίξετε για εμένα
Όταν θα το έχω περισσότερη ανάγκη από ποτέ!
Γιατί έχω ονειρευτεί ιδανικά τη ζωή μου
Και ξέρω πως το όνειρο διαρκεί για λίγο
Και μετά ξυπνάς.
Θεοί, κάντε το όνειρό μου να διαρκέσει  έστω για λίγο
-Φευ!
Να διαρκέσει για πάντα!

''When life leaves us blind
Love
Keeps us kind.....''


Πέμπτη 18 Ιουλίου 2019

Προνόμιο το βολικό στρώμα

Την χρειαζόμασταν αυτή την βόλτα και οι δύο.
Αδερφέ μου, εσύ  είχες τα δικά σου να σκεφτείς και μετά ανηφόρισες προς το σπίτι σου.
Προσπάθησα να σε βοηθήσω όπως μπορούσα
Πάντα το προσπαθώ και ας μην το καταφέρνω.
Εγώ έπρεπε να είχα στρίψει νωρίτερα για το δικό μου
Αλλά ήθελα να απολαύσω την βόλτα μας και μετά  την μοναξιά του γυρισμού παρέα με τα ακουστικά μου.
Τόσες σκέψεις μαζεμένες μέσα, συγκεχυμένες, θέλουν να βγουν, νιώθω να πνίγομαι -γιατί να μην μπορώ να τους βοηθήσω όλους ;
Γιατί να μην μπορώ να μιλήσω όπως θέλω όταν πρέπει;
Γιατί τουρτουρίζω τόσο;
Γιατί να μετανιώνω για τόσα πολλά;

Χθες του έλεγε χοντράδες μα σήμερα τα βρήκανε
Για πόσο ακόμη σκοπεύεις να βασανίζεσαι γλυκέ μου;
Αδερφέ μου νιώθω πως έχουμε απομακρυνθεί λίγο, μια αμηχανία πλανάται
Αλλά το ξέρεις πως σε αγαπάω, αν σε βασανίζει κάτι πάρε τον αγκώνα μου
Και στηρίξου πάνω του, εγώ είμαι εδώ.
Μάτια μου, μην τον ζορίζεις πολύ και συ,ξέρεις πως θα έκανε τα πάντα για σενα
Χαίρεσαι που περνάει το δικό σου, σε νιώθω
Μα έχει και αυτός τα δικά  του.
Ξέρεις πολύ καλύτερα από όσο νομίζεις
Μην παριστάνεις πάντα την ανήξερη .

Τρυφερή η καρδιά μου,  έχει τόσα να προσφέρει- αλήθεια!-
Μα καταστρέφω συνεχώς τη ζωή μου
- Θεοί, τι θα γίνει με εμένα;
Τι πλάσμα είναι αυτό που δημιουργήσατε;
Πλατύ χαμόγελο και αυτοκαταστροφικό.
Σου εύχομαι ολόψυχα να μην γίνεις ποτέ έρμαιο των παθών σου
Να μην χρειαστεί να ζήσεις  ποτέ με τέτοια
Τα πάθη σου να είναι μόνο υγιή.
Δεν ξέρεις τι είναι να ζεις συνέχεια
Με εκείνους να ψιθυρίζουν
-Αφήστε με ήσυχο!
Και ίσως αξίζει ρε Κορακι να τα ποντάρεις, για μια φορά έστω ,όλα σε κάποιον
Και ας μείνεις στον άσσο.

Τουλάχιστον υπάρχουν οι φίλοι.
Δεν ήπιες μόνος σου την ρετσίνα
Γελάσατε και ξεχαστήκατε.
Το είχες ανάγκη καταβάθος.....
Είναι ευλογία οι φίλοι οι πραγματικοί!

Ωραία πέρασες σήμερα ρε, αυτό να θυμάσαι.
Μέχρι να έρθει το αύριο
Μέχρι τότε να θυμάσαι το σήμερα που πέρασε.
Αβέβαιο το μέλλον μα θα τα καταφέρουμε!
Θα τα καταφέρουμε ;












Δευτέρα 15 Ιουλίου 2019

Μεγαλώνω Πατέρα

Τόσα δημιουργήματα για την Λίλιθ μας
Μα σπάνια βλέπω κάτι για τον πατέρα.
Ω πατέρα, από τον δικό σου τον καρπό γεννήθηκα.
Από τους πρώτους ανθρώπους που με αγάπησαν.
Πατέρα, εσύ μου έμαθες να κάνω ποδήλατο
Στους ώμους σου με σήκωνες και με πήγαινες βόλτες
Δεν μου έμαθες να κολυμπάω,γιατί δεν ήξερες ούτε εσύ
Αλλά μου έμαθες τόσα πράγματα
Και άλλα τόσα προσπάθησες να μου διδάξεις.
Μεταλαμπάδευσες τις γνώσεις σου, όσες είχες
Και ας μην κατέληξες κάποιος σπουδαίος ή τρανός άνθρωπος
Ένας κοινός άνθρωπος για τα μάτια των άλλων
- για τα δικά μου ήσουν ήρωας, είσαι ακόμη.
Ας έχω κληρονομήσει κάποια απ' τα κουσούρια σου
Άλλα τόσα προτερήματά σου έχουν εντυπωθεί στο DNA μου.
Πατέρα, ανησυχείς για εμένα όσο ελάχιστοι σε αυτό τον κόσμο
Φοβάσαι πως θα χαραμίσω την ζωή μου, θέλεις το καλύτερο για μένα.
Πατέρα, η ζωή μας σε ευθείες παράλληλες και κάθετες.
Πατέρα, σου ζήτησα περισσότερα από όσα είχες να μου δώσεις
-από όσα όφειλες να μου δώσεις-
Άπληστα και δίχως σκέψη πολλές φορές.
Μένω εδώ να κάνω όνειρα για το μέλλον μου
Να κλαίω και να οδύρομαι που δεν μπορώ να σου ανταποδώσω
Το καλό που μου έκανες ακόμη-και στους δύο σας.
Φοβάμαι πως θα σε στενοχωρήσω και άλλο.
Πατέρα, μπαμπά, μπαμπάκα.
Εσύ μεγαλώνεις, γερνάς, χάνεις την παλιά σου λάμψη.
Όμως η μνήμη δεν ξεχνάει.
Με μάλωσες, με χτύπησες, με προστάτευσες
Όλα για το καλό μου.
Νιώθω παραπάνω τυχερός από όσο μπορώ να βαστάξω
Γιατί άλλα παιδιά δεν έχουν μπαμπάδες
Και για άλλα παιδιά το μπαμπάς είναι απλά μια λέξη, είναι κατάρα γι'αυτά!
Δύστυχοι, κακόμοιροι!
Θα έχω να το λέω, πατέρα, πως σε εσύ ήσουν ο πατέρας μου
Όσα χρόνια και αν περάσουν.
Θέλω- ξέρεις τι θέλω;
Πριν φύγεις για πάντα από αυτό τον κόσμο
Φτερά αγγέλου και ένα ένα φωτοστέφανο για το ταξίδι
Στο κρεβάτι σου όταν θα ξαπλώνεις
Αν καταφέρω να ζήσω περισσότερο από σένα
Να με κοιτάξεις με μάτια γυαλισμένα
-εσύ που σπάνια κλαις, συχνά στενοχωριέσαι -
Και να πεις:
<<Αυτός είναι ο λεβέντης μου, τα κατάφερε περίφημα!
Αυτός είναι ο γιός μου, δείτε τι έκανε!
Αυτός είναι που άλλαξε τον κόσμο, ένα τσικ, προς το καλύτερο!
Αυτός είναι που δεν τα παράτησε!
Που αψήφησε τις εντολές μας
Αλλά το παραμύθι του θα  έχει αίσιο τέλος!>>.
Και να είσαι περήφανος για εμένα.
Αν ζητάω πολλά, συγχώρεσέ με.
Ελπίζω η συγγνώμη μου να είναι αρκετή για την ώρα.

Σάββατο 13 Ιουλίου 2019

Ποιος είσαι;

Τα τραγούδια απαλύνουν τον πόνο
καθώς μια νέα μέρα ξεκινάει, η προηγούμενη κύλησε περίεργα.
Αναπάντεχες συζητήσεις, αναγκαίες μα βαριές
αλλάζει ο καιρός και πρέπει να προσαρμοστούμε.
Θες να περάσεις καλά και δεν σε αφήνουν
αλλά αυτή η ζωή δεν είναι μονάχα καλοπέραση.
Σφύριξε εύθυμα μπας και αλλάξει κάτι μέσα σου
το σπίτι από θυμάρι παίρνει φωτιά και το κοιτάς να φλέγεται.
Καμία ανάγκη να τρέξεις ή να κρυφτείς
μα αυτός που χτυπάει το κουδούνι σε τρομάζει και δεν σηκώνεσαι απ' τον καναπέ να του ανοίξεις
-δειλέ, υποκριτή, βαυκαλιστή!
Πάνε με πίσω, πάνε με πίσω, σε εκλιπαρώ
το στομάχι μου δεν αντέχει αυτούς τους κόμπους.
Δεν υπάρχει λόγος για καυγάδες, μονάχα διαφωνίες από ενδιαφέρον να γίνονται.
Όσα θες δεν θα σου έρθουν έτοιμα  στο πιάτο
πρέπει πρώτα να τα μαγειρέψεις και μετά καφές για την χώνεψη.
Όσα κουβαλάς στην πλάτη σου μονάχα η καμπούρα σου τα γνωρίζει
μα φτάνει σε ένα σημείο που κραυγάζει για ξεκούραση, χρειάζεσαι βοήθεια.
Κάτι φράζει το δρόμο σου και δεν ξέρεις τι είναι
και πριν το καταλάβεις, σου έχει κλέψει την ανάσα , έχει διακόψει το μέτρημα στην μέση, είσαι νεκρός και σε λίγο θα αναστηθείς, κάποτε.

Τι είναι αυτοί οι ήχοι που ακούγονται;
Έκλεισα την μουσική
Γιατί συνεχίζουν να ακούγονται;
Κλέψτε ό, τι θέλετε
Μόνο την καρδιά μου μην αγγίξετε!

Πέμπτη 11 Ιουλίου 2019

Η πραγματικότητα του Σίσυφου

Λόφε της μελαγχολίας σε επισκέφθηκα πάλι
Ήρθα για να κουτρουβαλιαστώ σύντρομος στις πέτρες σου.
Δεν μπορείς να αποκτήσεις όσα πραγματικά θέλεις
Και όσα είχαμε σχεδιάσει ματαιώθηκαν ξανά.
Ελεύθερος είμαι εδώ να σοδομίσω βίαια τις ελπίδες μου.
Κανείς δεν έκρουξε τον κώδωνα του κινδύνου, κανείς.
Τι να πρωτοϋποσχεθώ πάλι, θα έχει σημασία;
Αφού τελικά η αλεπού θα καταφέρει να λεηλατήσει το αμπέλι.
Εν κατακλείδι, πήγε στράφι τόσος κόπος , κάηκε το σήμερα
Όμως έμεινε άθικτος ένας σπόρος
Που θα φυτέψω εδώ, με αγάπη και στοργή
Και θα τον ποτίζω μια στο τόσο
Άλλωστε δεν χρειάζεται πολύ νερό.
Τον καύσωνα μη φοβού, δεν θα ξεραθεί
Ίσως χάσει λίγο την ομορφιά του
Αλλά μέχρι εκεί.
Κάθε εμπόδιο σε καλό λένε
-αν ισχύει, τι ευτυχία!
Ένας Σίσυφος, τέτοιος είμαι, η πέτρα μου κατέστη λεία.
Μα και δέκα άλλες διόδους να είχα, εκατοντάδες άλλες μου προσφέρθηκαν
Δε νομίζω να ήθελα να ζωγραφίσω
-τελικώς-
διαφορετικά τη ζωή μου.
Σε αποχαιρετώ λόφε, αντίο!
Με το ξύλινο χέρι μου λόφε
Να με περιμένεις ξανά
Σε μέρες άγονες.

Τρίτη 9 Ιουλίου 2019

Γυάλινο σπίτι

Ξύπνησα στραβά από τον ελάχιστο ύπνο μου
Μέσα στο λεωφορείο τώρα ,τρέχα τρέχα οδηγέ
Μα ποιους θα προσπεράσουμε σε αυτή την ιδιάζουσα ευθεία;
Εδώ δεν έχει σήματα,δεν έχει φανάρια
Μονάχα άλλα λεωφορεία
Ελπίζω να μην μελτεμιάσει ο καιρός από αύριο
Ποιος στον κόκκινο διάβολο ελέγχει τον καιρό;
Ταξίδι για να τους βρω,θα είναι εκεί;
Λέω να πάω να κλειστώ σε ψυχιατρικό άσυλο κάποια στιγμή 
Ίσως ηρεμήσω εκεί,ίσως ανασυγκροτηθώ
Ίσως το τρελόχαρτο δικαιολογήσει τη θλιβερή ζωή μου
<< Ναι κ.Τ, ο γιος σας ήταν ζαβό τόσο καιρό,από τις πιο ιδιαίτερες περιπτώσεις,  λυπόμαστε, πρέπει να τον κρατήσουμε εδώ και να του σερβίρουμε κοκτέλες ,λυπόμαστε ε,να έρχεστε να τον βλέπετε οπότε θέλετε!>>.
Μα αφήστε με ήσυχο στην καταθλιπτική ζωή μου, να ακούω τα καταθλιπτικά τραγούδια μου, να κάνω τις καταθλιπτικές μου απόπειρες και ασχολίες , να γράφω θλιμμένα ποιήματα ,να αντιμετωπίζω τις αντιθέσεις μου αποτυχημένα, να σας διασκεδάζω επιτυχημένα, να είμαι φίλος και αδερφός και σύντροφος σας
Για το καλό μας τα κάνω όλα ρε μάτια μου
Για να έχουμε κάπου να στρεφόμαστε τις στιγμές που μας υποσχέθηκαν χαβιάρι και μας τάισαν νερόβραστα μακαρόνια
-Αλλά εσύ φυσικά σπάνια νιώθεις υποτονικά 
Σπάνια σε πιάνουν οι μαύρες σου
Έτσι;
Ω,τι θαυμαστή ηλιόλουστη ζωή πρέπει να έχεις!

Επτά ψυχές μείον δύο

Καθόμουν στην καρέκλα μου και έσπαγα το κεφάλι μου να σκαρφιστώ μια ωραία ιστορία να μοιραστώ. Πάλευα μεταξύ πρώτου έρωτα, απόγνωσης, θυμού, περίεργων ψυχοσυνθέσεων, λέξεων και φράσεων και τίποτα δεν μου έκανε. Αλλά η μνήμη μου, η ιδιαίτερη αυτή μνήμη που έχω- να αναδύει από το βυθό του υποσυνειδήτου γεγονότα που συνέβησαν κάποτε, κατά μια έννοια ελάσσονος σημασίας, τη στιγμή μάλιστα που έχω αποφασίσει να παρατήσω κάθε προσπάθεια ή έχω επικεντρωθεί κάπου αλλού-  η ανορθόδοξη μνήμη μου, λοιπόν, αποτέλεσε σπουδαίο αρωγό. Νικητής του ένδοξου αυτού εμφυλίου υπήρξε μια γάτα, στην οποία δεν προφτάσαμε ούτε όνομα να βγάλουμε.
Να τι έγινε πριν κάμποσα χρόνια, νομίζω ήμουν ακόμη στο δημοτικό.
Δίπλα από το πατρικό μου στο Δρέπανο έχουμε μια μεγάλη έκταση με ξερόχορτα και αγριόχορτα, στην οποία φωλιάζουν ποντίκια και φίδια και σαύρες- αρκετό καιρό μετά ο κ.Έμπειρος, ο γείτονας, έφερε ένα τρακτέρ και τακτοποίησε το ζήτημα, ξηλώνοντας τα για να επεκτείνει τον κήπο του, ωστόσο, άφησε λίγο από αυτό που υπήρχε, καθώς εκεί κατοικούν και οι γάτες της γειτονιάς, τις οποίες ταίζουμε προκειμένου να τρώνε τα επικίνδυνα ζωάκια. Συχνά- πυκνά τα γατιά αυτά- η μία εκ των οποίων υπάρχει από τότε που την θυμάμαι-ζευγαρώνουν και γεννοβολάνε τους διαδόχους τους.
Εκείνο το καλοκαίρι συνέβη κάτι περίεργο.
Ένα γατάκι εμφανίστηκε από το πουθενά και αυτό που παρατηρήσαμε με την οικογένεια μου ήταν πως καμία από τις άλλες δεν το καταδεχόταν. Συμπεράναμε πως μάλλον ανήκε σε άλλη οικογένεια που το είχε εγκαταλείψει. Το καημένο ούτε στην αυλή μας έμπαινε, ούτε κυκλοφορούσε με τις υπόλοιπες, ούτε καν ερχόταν στην πίσω πόρτα ενώ η μητέρα μαγειρεύει για να νιαουρίσει για τροφή. Ήταν μικροσκοπικό και γλυκούλη, πολύ όμορφο. Αν δεν με απατάει η μνήμη μου, ήταν χρώματος γκρι με μαύρες ρίγες.
Μας πλησίαζε δειλά- δειλά όταν βγαίναμε να πετάξουμε τα σκουπίδια- δίπλα στα ξερόχορτα είναι ο κάδος της γειτονιάς- ή νιαούριζε σιωπηλά από μακριά και μετά μας ακολουθούσε μέχρι την καγκελόπορτα.
Όσο περνούσαν οι μέρες, όμως, όλο και ξεθάρρευε. Έφτασε σε σημείο να μπαίνει και μέσα στην αυλή μας. Ακόμη και ο πατέρας μου άρχισε να το συμπαθεί. Το καημένο ένιωθε μοναξιά, αναζητούσε παρέα. Θλιμμένο βλέμμα, θλιμμένη η νύχτα....Για να έχει κάπου να μένει, να είναι κάπως προστατευμένο, του φτιάξαμε ένα ξύλινο σπιτάκι, μικρό αλλά βολικό, έξω από το σπίτι μας, κάπου να κοιμάται,  ένα μπολάκι με νερό μέσα και ό,τι τροφή υπήρχε στο σπίτι που να την τρώει του την δίναμε.
Έτσι πέρασε περίπου μισός μήνας. Το γατάκι αυτό γινόταν όλο και περισσότερο μέλος της οικογένειάς μας, όλοι είχαμε αρχίσει να το αγαπάμε και αυτό έκανε πιο εύκολη τη διαδικασία του να πείσουμε με τα αδέρφια μου τους γονείς μας να το υιοθετήσουμε. Η αρχή έγινε με γατοτροφές. Κάθε μέρα και μία - όμορφο, γλυκό γατάκι, τώρα έχεις τροφή κανονική. Στην αυλή του σπιτιού έμπαινε κανονικά, οπότε, αυτό που σκεφτήκαμε ήταν να το πάμε σε έναν κτηνίατρο να το ελέγξει, εμβόλια και όλα τα σχετικά, και μετά να  μεταφέρουμε το σπιτάκι του μέσα απο τα τείχη, για να είναι περισσότερο προφυλαγμένο.
Ήταν Σάββατο. Τέτοιες μέρες πάμε συνήθως στο άλλο μου χωριό, τα απογεύματα. Λίγο πριν φύγουμε, βγαίνω να ανοίξω μια κονσέρβα στο γατάκι. Άφαντο. Σκέφτομαι πως θα πήγε καμία βόλτα, είχε μεγαλώσει αρκετά. Την αφήνω κάτω, την ανοίγω  και φεύγουμε. Γυρνάμε βράδυ, δεν πηγαίνω να το τσεκάρω. Την άλλη μέρα βγαίνω το πρωί για να του αφήσω κατιτίς να φάει. Πάλι άφαντο, άθικτη η χθεσινή τροφή. Σκέφτομαι πως θα έφαγε τίποτα έξω. Μπαίνω στο σπίτι και καμία ώρα μετά πετάω τα σκουπίδια. Και τότε.....
Το γατάκι ήταν εκεί, κάτω από τον κάδο. Κοκαλωμένο, τομή στην κοιλιά, τα άντερα πεταγμένα έξω. Σαστίζω, είμαι έτοιμος να κλάψω. Τρέχω μέσα και το λέω στους δικούς μου. Ο πατέρας μου βγαίνει ήρεμος, να πάρει φτυάρι και να το πετάξει στα σκουπίδια. Στο ενδιάμεσο έχει βγει ο αδερφός μου, μικρό παιδάκι τότε, το βλέπει και πλαντάζει στο κλάμα. Ο πατέρας μου μού είπε πως το πιο πιθανό θα ήταν να του επιτέθηκε κανένας σκύλος ή κάτι να το πάτησε. Δεν ξέρω τι έγινε. Δεν είχα το σθένος να το αναλύσω παραπάνω.
......Μια μέρα παραπάνω. Ας ζούσες μέχρι την Δευτέρα. Θα σε είχαμε πάει στο γιατρό, το σπιτάκι σου θα θα το μεταφέραμε μέσα και όλα θα ήταν μια χαρά. Λίγες μέρες πριν μόνο να το είχαμε σκεφτεί και αυτό το ενδεχόμενο και μπορεί να ανάσαινες μέχρι σήμερα. Δέκα κονσέρβες έμειναν άθικτες για καιρό, τι τις θέλαμε τόσες πολλές;
Το κακόμοιρο. Το άμοιρο. Πέθανε μόνο του και απροστάτευτο. Και εμείς δεν το πήραμε χαμπάρι. Στράφι όλο το καλό που προσπαθήσαμε να του κάνουμε;
Πόσο άσχημο είναι να φεύγει κανείς έτσι; Τουλάχιστον κάποιος το έκλαψε, κάποιος το θυμάται.
Ας αναπαύεται η ψυχή του/
Αμήν!
.
.
.
Αρκετά πρόσφατο συμβάν, το προηγούμενο καλοκαίρι, πάλι στο χωριό, πάλι νεκρό γατί. Το έχει η μοίρα μου φαίνεται να έρχομαι αντιμέτωπος με γατιά που κείτονται στο έδαφος. Λες να φταίει που είμαι επτάψυχος και κάθε νεκρό γατί να σημαίνει και μια ζωή μείον, σαν βίντεο γκέιμ; Θα ήταν ενδιαφέρον!
Αύγουστος του 2018, καθόμασταν με τον Θεοφύλακτο στον κεντρικό δρόμο του χωριού- πίσω μας δέσποζε η Αγία Τριάδα- σε ένα παγκάκι, με μπύρες. Εγώ είχα πάρει τρεις και παγωμένες. Όλοι οι άλλοι έλειπαν, είχαμε απομείνει μονάχοι. Δροσερή βραδιά, ιδανική δροσιά.
Ήταν περασμένες δώδεκα. Μιλούσαμε περί ανέμων και υδάτων, όχι κάτι συγκεκριμένο, ούτε κάτι βαρύ. Ο Θεοφύλακτος είχε τελειώσει με τη σχολή του και  με το στρατό και ετοιμαζόταν να πάει τον Σεπτέμβριο για μεταπτυχιακό στο Βέλγιο. Είχε βρει ένα φθηνό και καλό, τόνωση του βιογραφικού, πολύ καλή εμπειρία, την άδραξε την ευκαιρία. Εγώ από την άλλη συνέχιζα την μίζερη ζωή μου, μεταβατική περίοδος. Έπινα, διάβαζα, έγραφα, φιλοδοξούσα,ανησυχούσα για το μέλλον μου, πήγαινα στην προπόνηση γιατί είχα γυρίσει  Κοζάνη - η ομάδα μου,  το δεύτερο μου σπίτι, η σανίδα σωτηρίας μου.
Ωστόσο δεν αγγίξαμε αυτά τα ζητήματα. Περισσότερο φλυαρούσαμε, άλλωστε οι ζωές μας δεν είχαν και πολλές μεταβολές, πάνω κάτω τα ίδια , είχε καιρό στο χωριό, δεν είχαμε και πολλά νέα. Ο δρόμος ήταν άδειος, ούτε κίνηση ανθρώπων υπήρχε, καθημερινή γαρ, καλοκαίρι, περασμένη η ώρα, πόσο κόσμο να έχει; Όμως ήταν ωραία, όταν είναι έτσι το χωριό σε γαληνεύει, σε ηρεμεί και λες μακάρι να ήταν έτσι για πάντα η ζωή, νηνεμία.
Μια γάτα εμφανίστηκε στη βρύση που βρισκόταν στα δεξιά μας, δίπλα από το μικρό εκκλησάκι και άρχισε να νιαουρίζει. Ήταν μεγαλούτσικη και φιλική. Εγώ έκανα πλακίτσα, την ρωτούσα αν ήθελε να πιει μπύρα και γελούσαμε με τον Θεοφύλακτο. Ήρθε κοντά μου και άρχισα να την χαϊδεύω με το μπουκάλι και μετά με το παπούτσι. Θα το έκανα με το χέρι, αλλά δεν ήξερα τι αρρώστιες πιθανόν κουβαλούσε.
Πέρασε λίγη ώρα μαζί μας και έπειτα την έκανε για να περάσει απέναντι. Και τότε, στα μισά του δρόμου, ένα αμάξι που ερχόταν με φόρα έχυσε τα φώτα του πάνω της, εκείνη κοκάλωσε, δεν προλάβαινε ο οδηγός να σταματήσει, ούτε να την αποφύγει και την πάτησε μπροστά μας. Διπλώθηκε στα δύο, λάστιχο δολοφόνος,  ο οδηγός γκάζωσε, η γάτα έμεινε στον κεντρικό. Τίναξε λίγο τα πίσω της πόδια, έτρεμε, και ξεψύχησε.
Μία μέρα πριν. Οδηγώ και φεύγω από το άλλο μου χωριό, όλη η οικογένεια στο αμάξι. Φεύγουμε, στρίβουμε δεξιά στο δρόμο προς το βενζινάδικο, για να βγούμε στον μεγάλο αυτοκινητόδρομο , να πάμε Δρέπανο. Φτάνω βενζινάδικο, σταματάω πριν μπω στον Μεγάλο Δρόμο, κοιτάω καθρέπτη, πίσω, δεν φαινόταν τίποτα, αντί να πάω από την δεξιά υπολωρίδα και να κάνω έναν τελευταίο έλεγχο, μπαίνω με τα μπούνια στην δεξιά και τότε ένα αμάξι φουριόζικο, παίζει να πήγαινε και με 150, εμφανίζεται και κόβει πολύ απότομα από πίσω μου και πατάει κόρνες. Πάω λίγο δεξιά, κατεβάζω παράθυρο, σταματάει δίπλα μου , <<ΚΑΛΑ ΕΙΣΑΙ ΧΑΖΟΣ;>>, και φεύγει. Κράξιμο σε μένα. Η μάνα μου νόμιζε πως δεν με άγγιξε αυτό το γεγονός- ακόμη να μάθει πως τα επεξεργάζομαι όλα εσωτερικώς;-  που παραλίγο να προκαλέσω ατύχημα, να πάθει κόσμος κακό, από μια βλακεία μου να πεθάνουν τόσοι εξαιτίας μου, να τραυματιστούν και φοβάμαι πως εγώ δεν θα είχα σωματικά τραύματα. Μπήκα σπίτι, στο μέσα μπάνιο, έκλεισα την πόρτα, έκατσα στα γόνατα και άρχισα να κλαίω.
Για μερικά δευτερόλεπτα δεν αντιδράσαμε. Άλλη μια φορά είχα δει ζωάκι να το πατάνε, στην Τσιμισκή, ένα περιστέρι. Ψέμματα, μια ακόμη φορά, στην Κοζάνη σε ένα στενό, ένα ποντικάκι πήγε και έβαλε το κεφάλι του κάτω από τη ρόδα ενός σταματημένου σε φανάρι αμαξιού. Η μόνη αυτοκτονία που έχω δει. Όμως δεν άντεχα να βλέπω το ξεψυχισμένο γατί εκεί, πόσω μάλλον να αρχίσουν να περνάνε περισσότερα αμάξια και να το κάνουν χαλκομανία.
Γι' αυτό, πήρα ένα μπουκάλι άδειο, το πλησίασα, και σιγά-σιγά έσπρωξα το ξεψυχισμένο κουφάρι στην άκρη, για να το μαζέψουν από τον δήμο μαζί με τα σκουπίδια το πρωί- ελπίζω. Μετά σηκώθηκε και ο Θεοφύλακτος, ήρθε η Αλεξάνδρα και κάναμε μια βόλτα στο χωριό.
Θα έγραφα τώρα κάτι κοινότυπο του στυλ, τελικά η ζωή είναι μικρή, μια αναπνοή υπόθεση και τα σχετικά. Αλλά η αλήθεια είναι πως αυτή τη στιγμή χέστηκα για τη ζωή, χέστηκα για τον θάνατο, χέστηκα για τα πάντα, χέστηκα και για εμένα τον ίδιο. Ναι ρε, και εγώ περνάω κρίσεις, πειράζει;  Αν είναι να είσαι ανεκδιήγητος, να μην καταλαβαίνεις τι πρέπει να κάνεις και να πρέπει να στο επισημαίνουν κάθε τρεις και λίγο, αν είσαι ηλίθιος και ξεροκέφαλος, κοινωνικά ανίκανος να ανταποκριθείς σε αυτά που πρέπει, ποιο το νόημα να ζείς;
Για να μαθαίνεις; Γιατί η ελπίδα δεν χάνεται ποτέ; Γιατί όσο ζεις δεν ξέρεις θα σου ξημερωθεί; Για όλα τα κλισέ- Πολλά ε;
Γαμώτο, δεν θέλω να πεθάνω ακόμη, όχι τώρα που χτίζω τον Παρθενώνα μου,έχω πολλά να δώσω ακόμη, η ημέρα μου μόλις ξεκίνησε!
Άντε να δούμε!

Δευτέρα 8 Ιουλίου 2019

Δύο λόγια πριν τον Μορφέα

Λιπαρό δέρμα, κόγχες δίχως αρμονία
Επιδερμίδα γεμάτη γρατσουνιές και αμβλώσεις
Τύχη γεμάτη παρακαλετά
Εφιάλτες περιγελούν την κατάντια μας
Κατάφωρη παραβίαση της υγιεινής
Τρελός για δέσιμο, αλλά όχι ψυχοπαθής
Αναφιλητά βουβά, γενναίες οι ψυχές
Που προστατεύουν ακόμη τις Θερμοπύλες
Αλυχτούν τα σκυλιά για ένα ακόμη μεζεδάκι
Οι κεραίες εκπέμπουν αλλά στην οθόνη
Καταρράκτης
Είμαστε εμείς και κανένας άλλος
Ήμασταν εσείς προτού μας καταβροχθίσουν οι δαίμονες
Αυτός που ορίζει την μοίρα μας
Ζητάει και την βοήθειά μας από πάνω- δυστυχία
Το λίγο είναι αρκετό αν στόχος είναι ο ουρανός
Το φεγγάρι και μόνο του αρκεί για να φωτίσει τη νύχτα
Χάνω την πίστη μου στους ανθρώπους
Και στρέφομαι σε αυτούς για να την ξαναβρώ
Άσε με να γύρω στο προσκεφάλι σου
Και χάρισε μου την πιο ζεστή αγκαλιά σου
Ίσως αύριο να μας έχουν κόψει τα χέρια.

Κυριακή 7 Ιουλίου 2019

Στόχος

Με το αριστερό μάτι στοχεύω μέσα στο μπουκάλι
Της μπύρας, το μισογεμάτο- γιατί είμαι αισιόδοξος
Στ' αλήθεια είμαι, και ας μην φαίνεται.
Λίγο σάλιο έμεινε στο στόμιο, γραμμή σχηματίζεται
Καθώς απομακρύνω το στόμα μου.
Τι έχω καταφέρει, φίλε μου;
Πάρε ό,τι έχω, λίγο με ενδιαφέρει
Μα ό, τι έχω δεν έχει βγει ακόμη στην επιφάνεια.
Θα περιμένεις λίγο ακόμα;
Δεν θέλω πολύ , λίγο περιθώριο ζητάω
Και μετά μπορείς να έχεις τα πάντα.
Άλλωστε τι προσέφερα τόσο καιρό που ο ήλιος χόρευε ασταμάτητα πεντοζάλι;
Θα ήθελα να ξεκινήσω πάλι από την αρχή
Μόνος, μακριά από τους πάντες
Ίσως έτσι να νιώσω καλύτερα.
Ίσως έτσι να πληγώσω λιγότερους.
Όσα νιώθω προσπαθώ να μεταφέρω
Μέσω των λέξεων, αλλά είναι αυτό αρκετό;
Τα θυμάμαι όλα και αν δεν τα θυμάμαι τελικά
Να μου τα θυμίζετε εσείς
Να έχω και άλλους λόγους να μην κοιμάμαι τα βράδια.
Μια πολίχνη ενός γλύπτη σμιλευμένη με χώμα, αίμα, δάκρυα και σπέρμα
Έχει και τέτοια η χώρα μου.
Η κλεψύδρα αλλάζει μορφή, μετατρέπεται σε αχλάδι
Οι κόκκοι δεν βρίσκουν τρόπο να γλιτώσουν από το πεπρωμένο τους.
Τί έχω καταφέρει φίλε μου;
Γιατί δάκρυα τρέχουν πάλι από τα μάτια μου;
Αν ήσουν κάποιος άλλος ποιος θα ήθελες να είσαι;
Αν τον δρόμο σου κάποτε βρεις ,σφύρα με να σε ακολουθήσω
Ίσως σε κάποιο μονοπάτι του
Ανακαλύψω και εγώ τον δικό μου.
Πόσες μπύρες πια να πιω, πόσα κύτταρα να καταστρέψω
Μέχρις ότου
Καλυτερέψουν τα μέσα μου;
Ευτυχώς ακόμη δε νιώθω νεκρός και νιώθω παιδί
Γιατί  μου φαίνεται πως αλλιώς θα επιβιώνατε για πολύ.
Ποίος έκλεψε πάλι τον ήλιο από το ξημέρωμά μας φίλε μου;

Ψυχρολουσία

Μια γερή ψυχρολουσία
αυτό χρειάζεται
νερό να πέσει πάνω στο σώμα
παγωνιά μέσα στην καρδιά
η ψυχή σου να ουρλιάζει.

Τότε καταλαβαίνεις πολλά
τότε συνειδητοποιείς πολλά
τότε αναθεωρείς πολλά
τότε αρπάζεις την τύχη σου από τα μαλλιά
και την αρχίζεις στις σφαλιάρες.
Τι μου τα έδωσες όλα αυτά
και δεν μου έβαλες λίγο μυαλό
και τρέχω να ξεφύγω από το τίποτα
και με πιάνουν απάνθρωπες  σκέψεις από το αυτί
και πονάω ψυχή τε και σώματι
-υποφέρω-
θα καταφέρω να τους σώσω όλους
πριν φύγω εγώ πρώτα;

Ποιος θα θέλει να σωθεί από εμένα;

Μέρα με την μέρα με την μέρα
και οι μέρες κυλάνε έτσι
και εσύ νιώθεις όλο και πιο βαρύς
όλο και πιο αβοήθητος
πονοκεφάλοι μιας στιγμής διαρκούν ώρες
μου λείπει αυτό που ποτέ δεν απέκτησα.

Ποιος θα παίξει μαζί μου
εκείνο το παιχνίδι που παίζαμε μικροί;
-κρυφτό-
το παίζω με τον εαυτό μου όλη την ώρα
θα θέλατε να πάρετε μέρος;

Ψυχρολουσία μέσα στο κατακαλόκαιρο
αλλά ο χειμώνας είναι η αγαπημένη μου εποχή
-γαμώτο!

Τι τα ήθελα τα κρύα τσάγια;
τώρα ο λαιμός μου πονάει
και οι γιατροί αποδείχθηκαν κομπογιαννίτες. 


Παρασκευή 5 Ιουλίου 2019

Κάποτε θα μάθω τι είμαι

Εγώ δεν ήμουν έτσι παλιά.
Ήθελα να κάνω τον κόσμο να γελά
Όχι να αισθάνεται, γιατί νόμιζα
Πως το συναίσθημα κυριαρχούσε, περίσσευε
Και απλά δεν γελούσαν πολύ.
Όμως αυτοί προσπαθούν να πάρουν τη ζωή στην πλάκα
Και οι περισσότεροι δεν έχουν καν χιούμορ.
Απεμπολούν τα άλλα συναισθήματα
Αν είναι στο σκοτάδι,προσποιούνται πως τους καίνε οι αχτίδες
Παγώνουν και συνεχίζουν να φοράνε αμάνικα.
Δεν ήμουν τότε εγωιστής, συνεχίζω ακάθεκτος
Να είμαι αλτρουιστής .
Και τα πλάνα λόγια τους δεν με αγγίζουν.
Μονάχα τόσο μπερδεμένος να μην ήμουν
Τα λόγια συγκεχυμένα να μην έβγαιναν από το στόμα μου.
Να ήμουν πιο ντόμπρος, λιγότερο καριόλης-
Δεν είμαι μπάσταρδο επίτηδες, μπασταρδεμένη είναι η ζωή μου!
Βάζω φωτιά το σκιάχτρο και φυλάω το χωράφι από τα γεράκια
Μετά τρώω τους καρπούς και ρίχνω το φταίξιμο αλλού.
Και να πα να γαμηθείτε
Αν νομίζετε πως είμαι κάτι διαφορετικό
Από ένας ακόμη άνθρωπος.
Μα αν λάθη κάνουν όλοι οι άνθρωποι
Ίσως της μητέρας μου το μεγαλύτερο να ήταν
Που επέτρεψε στον πατέρα μου
Να της βγάλει το νυχτικό
Εκείνη την καταραμένη νύχτα του Δεκέμβρη.

Η εκκλησία δεν είχε σημαντρό...

...είχε όμως μια καμπάνα
υπήρχε και ένα κιόσκι πιο δίπλα
εκεί καθόμασταν και πίναμε μπύρες
ακούγαμε τραγούδια
Ανάληψη

Η νύχτα ήταν τρυφερή, δροσερή
τέτοιες νύχτες υπάρχουν ,είναι πιο συχνές
από όσο φανταζόμαστε
χθες ήταν μια τέτοια
και το δικό μου γαλάζιο πουλί
ήθελε να ξεφύγει
εδώ και καιρό βασικά
όχι, όχι, δεν θα σε αφήσω
όχι, όχι μπροστά σε τόσο κόσμο
μην τιτιβίζεις ελεγειακά

Όμως έσπασε το κινητό, η οθόνη, πάλι
γιατί να είμαι τόσο ατζαμής, τόσο άχρηστος;
και ήταν έτοιμο το πουλί , με τσιμπολογούσε
με το ράμφος του, έχει αφήσει χιλιάδες πληγές
περισσότερες από τις μισές επουλώθηκαν
δεν
μα όσο περνάει ο καιρός αμφισβητώ
όλο και λιγότερο την σπάθη, Δαμόκλειο,
που έστρεψα στον εαυτό μου

Σου το είπα πως θα τα καταφέρναμε
αργά βήματα προς τα πάνω
μπροστά μας ο ανήφορος, μην σκοτίζεσαι
γαλάζιο πουλί μου δεν σε σκότωσα ακόμη
με καπνούς, ποτά, γυναίκες, άγχος,
μην φοβάσαι
γιατί ο φόβος σου είναι μεταδοτικός
και εγώ δεν θέλω να μεταδώσω
φόβο
......τρόμος
......ύπνος
.......Κατάρα!

Αν λίγο οξυγόνο, αέρας, παραπάνω-
δεν είμαι λυπημένος, απογοητευμένος είμαι
και λιγότερο σκληρός από όσο δείχνω
μόνος μου τα λέω, τα ακούω μόνος
δεν το αξίζω αυτό όμως
θα σας περισσεύω κάποτε να το δείτε
έκανα την καρδιά μου σμπαράλια
θρυμματισμένη σαν τον πάγο
έβαλα ένα ποτό και το ήπια μονορούφι
μέθυσα με την θλίψη μου
φτάνει πια το τόσο μεθύσι

Τρίτο ντιν, πρέπει να φύγουμε
σπίτι, για νάνι, τι καφέ θέλετε, στο μέλλον αυτά
κάτσε κάτω γαλάζιο πουλί
κλείσε τα μάτια σου
δεν θα εκτεθείς όπως εγώ, ηρέμησε
δεν θα τους επιτρέψω να σε συνθλίψουν
φρικαλεότητα , φρικαλεότητα, ΜΟΛΛΩΧ!

Γιατί δεν μου τραγουδάς γιαγιά πια τα τραγούδια σου;
Τόσο πολύ μεγάλωσα που δεν τα αξίζω;

Πλάτσα-πλούτσα, το κεφάλι λούτσα

Επειδή δεν έχω κάτι συγκεκριμένο να κάνω
Τώρα που στεγνώνω στην ξαπλώστρα
Ξεκίνησα να γράφω αυτό το ποίημα.
Όμως δεν έχω κάποιο συγκεκριμένο θέμα κατά νου.
Η θάλασσα με ηρεμεί, βλέπετε μου έδειξε η αδερφή μου
Πως να κάνω κωλοτούμπα μέσα στο νερο,μπροστά και πίσω.
Έτσι απασχόλησα για λίγο το μυαλό μου.
Είναι ωραία,ήρεμα εδώ ,αν και κάνει αρκετή ζέστη, ευτυχώς η θάλασσα δεν είναι πολύ κρύα
-Το χρειαζόμουν αυτό, το χρειάζομαι όλο και περισσότερο.
Αυτές τις μέρες πολλά εσώψυχα,πολλές σκέψεις
Και πάλι νιώθω πίεση.
Ένα φέιγ βολάν, ημερήσια κυκλοφορία, που αναγράφει τα ίδια,παρόμοιο περιεχόμενο.
Συγγνώμη που δε σε σκέφτηκα, συγγνώμη που δεν είμαι πιο ξεκάθαρος, πόσο άθλιος είμαι ώρες-ώρες, δεν είμαι κακόβουλος,είμαι καλό παιδί- σταμάτα!
Μια παλίρροια  είναι η ζωή μου και εγώ κωλυμπάω στα βαθιά ,έπαψα εδώ και καιρό να πλατσουρίζω.
Είναι ωραίο το θαλασσινό νερό, η αρμύρα του είναι ιαματική και σου καίει τα ρουθούνια.
Βουτάς το κεφάλι μέσα και κρατάς την αναπνοή σου μέχρι τελευταίας στιγμής-
Τι θα γίνει αν την κρατήσεις λίγο παραπάνω;
Θέλω να χτίσω ένα σπίτι πάνω σε ένα βράχο κοντά σε ένα χωριό, απρόσιτο απο τους πολλούς.
Να αφήνω μόνος όσους θέλω να έρθουν
Και να πηγαίνω εκεί να κλείνομαι
Μέρες σαν και αυτές, μέρες ηλίολουστες
                             Μέρες που με αμφισβητώ
Μέρες που κοντεύω να εκραγώ.

Επόμενη στάση: Ροντέο

Ο Γεράσιμος καθόταν στο σαλόνι του και κάπνιζε. Σκότωνε την ώρα του παίζοντας Playstation μέχρι να έρθει σπίτι του η Χρύσα. Τη Χρύσα την είχε γνωρίσει στο ''Ταξίδι'', ένα αφτεράδικο στο κέντρο της Θεσσαλονίκης όπου είχε πάει δύο μέρες πριν με τους φίλους του.
Είχαν βρει μερικά σταντς και μια ξύλινη προέκταση στο κέντρο του μαγαζιού. Κόσμο δεν είχε  πολύ, μιας και ήταν καθημερινή. Ο σερβιτόρος τους πλησίασε και παρήγγειλαν μπύρες. Καθώς ρουφούσε το ποτό του και παρατηρούσε το μέρος και τον κόσμο να χορεύει, στα δεξιά του είδε μια παρέα κοριτσιών. Δύο κοπέλες, η μία αδιάφορη για τον Γεράσιμο, αλλά αυτό που του έκανε εντύπωση ήταν πως, την μισή ώρα που βρισκόντουσαν μέσα στο μαγαζί, της την είχαν πέσει τουλάχιστον τρείς άνδρες, τους οποίους και γείωνε. Πριν κάνει την κίνησή του προς τη Χρύσα, ένας τέταρτος είχε πάρει μονότερμα την φίλη της και προσπαθούσε να την ρίξει. Η Χρύσα ήταν η άλλη κοπέλα. Ξανθό μαλλί, γυαλιά, με καμπύλες, φορούσε ένα κόκκινο λινό κοντομάνικο μπλουζάκι και ένα τζιν παντελόνι. Την κοίταζε πως χαμήλωνε το βλέμμα της, ένα βλέμμα λίγο χαζό, που συνάμα εξέπεμπε κόμπλεξ, καθώς μπροστά στη φίλη της αυτή πρέπει να ήταν πάντοτε η εναλλακτική λύση. Ωστόσο στο Γεράσιμο άρεσε λίγο και φαντάστηκε πως θα ήταν σχετικά εύκολος στόχος, ευάλωτη καθώς θα ένιωθε.
Και δεν είχε άδικο. Την πλησίασε, είχε τον τρόπο του με τις γυναίκες και , σε συνδυασμό με την μπάσα και ήρεμη φωνή του, την κατάφερε μέσα σε πέντε λεπτά. Εκείνη είχε ξετρελαθεί. Τον αγκάλιαζε, τον φιλούσε με μανία, του χαμογελούσε. Ο Γεράσιμος έκανε τα ίδια και της ζουμπούσε τον κώλο. Ωστόσο έπρεπε να φύγει και γι'αυτό ανταλλάξανε Facebook. Τον αποδέχθηκε απευθείας, τα είπανε λίγο την άλλη μέρα και την επομένη κανόνισαν να βρεθούν σπίτι του.
Συμμάζεψε καμία ώρα το μέρος, καθώς είχε να κάνει δουλειές εκεί μέσα κοντά στον ένα μήνα, άλλαξε σεντόνια και αγόρασε ένα μπουκάλι κρασί Καραμέλο. Είχαν δώσει ραντεβού στις δέκα ακριβώς .Μισή ώρα πριν έκλεισε το Play, κάθισε στο θρόνο του για να αδειάσει το έντερο του και μπήκε για μπάνιο. Ήταν ντυμένος και σενιαρισμένος μερικά δευτερόλεπτα πριν χτυπήσει το κουδούνι.
Η Χρύσα εμφανίστηκε. Τώρα φορούσε ένα μπλε φόρεμα και ένα αστραφτερό χαμόγελο. <<Αυτό είναι για σένα >>, του είπε και του έδωσε ένα μπουκάλι κρασί. Ευγενική κίνηση, σκέφτηκε, και την προσκάλεσε να περάσει. Κάθισε στον καναπέ και ο Γεράσιμος έβγαλε δύο ποτήρια και τα απίθωσε στο τραπέζι. Την ρώτησε αν καπνίζει, του απάντησε όχι, την ρώτησε αν την πείραζε να καπνίσει αυτός, φυσικά, κανένα θέμα.
Μιλούσαν περί ανέμων και υδάτων. Τα απαραίτητα λόγια για να σπάσει ο πάγος προτού προχωρήσουν στο κυρίως γεύμα. Ήταν ευχάριστη η κουβέντα τους. Η Χρύσα ήταν απλή και καθημερινή κοπέλα. Σπούδαζε Φιλολογία, ήθελε να γίνει δασκάλα και της άρεσε ο χορός και το γράψιμο. Μάλιστα δημοσίευε και κείμενά της σε μια ιστοσελίδα στο Internet. Ο Γεράσιμος της έδωσε συγχαρητήρια. Εκείνη χαμήλωσε το βλέμμα της, κοκκίνισαν  τα μάγουλα και τον ρώτησε αν ήθελε να του διαβάσει κάτι από τα δικά της. Τον γαργαλούσε η περιέργεια οπότε της είπε <<Μετά χαράς!>>. Ο άλλος λόγος ήταν πως πίστευε οτι με αυτόν τον τρόπο θα την άναβε περισσότερο.
Η Χρύσα ξεκλείδωσε το κινητό της και άρχισε να πληκτρολογεί κάτι στο Chrome. Ο Γεράσιμος καθόταν σε τέτοια θέση που μπορούσε, αν σήκωνε λίγο το κεφάλι του, να δει που έμπαινε. Pillowfights. Η ξενέρα του ήταν μεγάλη. Ήξερε πως το site αυτό ήταν χλιαρό. Κακής ποιότητας υλικό σάπιζε μέσα του. <<Μπορεί να μην είναι χαζογκόμενα, μπορεί να γράφει ωραία>>, μονολόγησε σχεδόν αθόρυβα και ήπιε μια μεγάλη γουλιά από το ποτήρι του.
Έπεσε έξω. Έγραφε σαν δεκατριάχρονο κορίτσι που είχε τον πρώτο του χωρισμό και στα καπάκια περίοδο. Κατέληξε να πιει 3 ποτήρια κρασί και να καπνίσει δύο τσιγάρα μέσα σε ένα τέταρτο για να μην τον πιάσουν τα γέλια, ενώ χαμογελούσε σαν χαζό παιδί. Όταν τον ρώτησε πως του φάνηκε, επειδή δεν ήθελε να την προσβάλλει, αλλά δεν ήθελε και να του φύγει, η απάντηση ήταν :<< Όχι του γούστου μου...αλλά καλό....καλό.>> και έγνεψε καταφατικά το κεφάλι του.
Δύο ώρες μετά τα στόματα τους βρέθηκαν και πάλι ενωμένα, οι γλώσσες τους μονιασμένες. Ο Γεράσιμος ήταν πιο απαλός αυτή την φορά. Έπαιρνε το χρόνο του γιατί ήξερε πως είχε άπλετο χρόνο. Δεν την άφησε να βγάλει το φόρεμά της απευθείας, ήθελε πρώτα να επεξεργαστεί το κορμί της κάτω από αυτό. Τα δάχτυλά του χάιδευαν τα ευαίσθητα σημεία της, απαλά. Εκείνη του έβγαλε την μπλούζα και την πέταξε στο πάτωμα. Σηκώθηκαν και πήγαν στην κρεβατοκάμαρα. Την πέταξε στο κρεβάτι και όρμησε πάνω της. Την άφησε με τα εσώρουχα. Ήταν τόσο σκληρός που ένιωθε πως θα σκιζόταν το μποξεράκι του, αλλά περίμενε να του το βγάλει αυτή.
Η γλώσσα του ερέθιζε την υγρή της κοιλότητα και τα δάχτυλα του εξερευνούσαν την κάθε σπιθαμή της επιδερμίδας της. Σε μια στιγμή τον κλείδωσε με τα μπούτια της. <<Το' ξερα πως είμαι καλός εραστής, αλλά όχι και τόσο>>, περιαυτολογούσε μέσω των σκέψεών του του και συνέχιζε ακάθεκτος.
Όμως δεν άργησε να συνειδητοποιήσει πως είχε ξεχάσει το πιο σημαντικό: να αγοράσει προφυλακτικά, τη στιγμή που ήταν η σειρά της Χρύσας να ξεκινήσει την προπόνηση στο φλάουτο. Της το είπε. <<Δεν πειράζει! Θα νιώσω περισσότερο γυναίκα>>. Της χαμογέλασε. <<Θα σε κάνω να νιώσεις Κλεοπάτρα>>.
Αφού τελείωσαν τα προκαταρτικά, η Χρύσα είχε την ευγένεια να του επισημάνει που ήθελε να τελειώσει και να τον ρωτήσει ποια στάση προτιμούσε για αρχή. <<Τη στάση Ροντέο>>.  Της εξήγησε πως απλά έπρεπε να στηθεί στα τέσσερα και τα άλλα θα τα έκανε αυτός.
Και τότε ο κάφρος μέσα στο Γεράσιμο ανέλαβε δράση.
Ήταν από πίσω της, φάτσα φόρα με τον κώλο της. Όπλισε και με την παλάμη του άρχισε να χαϊδεύει τα μαλλιά της. Μπήκε αργά και , σκύβοντας στο αυτί της, της ψιθύρισε <<Έχω AIDS>>. Την γράπωσε από τα μαλλιά και άρχισε να πάει μπροστά- πίσω σαν μανιακός, ενώ φώναζε <<ΓΙ-ΧΑΑΑΑΑ>> . Εκείνη ούρλιαζε και προσπαθούσε να απελευθερωθεί. Λίγα δευτερόλεπτα μετά την άφησε και διπλώθηκε από τα γέλια. Η Χρύσα πετάχτηκε έντρομη από το κρεβάτι. Τα μάτια της ήταν γουρλωμένα και δεν μπορούσε να μιλήσει. Ο Γεράσιμος κόντευε να λιποθυμήσει από τα γέλια. Έμοιαζε με φώκια  που πλατσουρίζει έξω από το νερό. Το έλεγξε λίγο, πήρε μερικές βαθιές ανάσες και σκούπισε τα δάκρυά του. Η Χρύσα προσπαθούσε να του ζητήσει εξηγήσεις αλλά ήταν σοκαρισμένη.
<<Μην αγχώνεσαι>>, την καθησύχασε. <<Αυτή είναι η στάση Ροντέο. Και όχι, δεν έχω AIDS. Όταν είναι να γαμηθείς με άγνωστο, προτίμησε την προφύλαξη από την γυναικεία ολοκλήρωση. Και τώρα, επειδή πολύ φοβάμαι πως εγώ κόλλησα τίποτα, μπορείς να πηγαίνεις. Έχω αφήσει το Red Dead Redemption στη μέση>>.

Δημιούργημα της Σκέψης μου

Το κεφάλι μου βάρυνε πάλι, άγνωστο το γιατί.
Σήμερα είναι μια μέρα από εκείνες
Που θυμήθηκα όσα υποσχέθηκα στον εαυτό μου
Και ανησύχησα υπερβολικά και
Τρέμω στην ιδέα πως η μούσα μου δεν θα σταθεί αρκετή.
Πως θα καταλήξω τελικώς να αδιαφορώ για τα όνειρά μου
Θα εξευτελίσω το ποιόν μου για λίγη σιγουριά.
Εκσπερμάτωσα μίζερα φορώντας την μάσκα μου και
Με νίκησε η μέγαιρα Σειρήνα της ανασφάλειας
Και τα πνευμόνια μου βάρυναν με καπνό αφιλτράριστο
Τι σε αφορά εσένα αν εμένα δεν με αφορά η γνώμη σου
Αλλά καταλήγω να την ενστερνίζομαι;
Τι θα μείνει από εμάς όταν πεθάνουμε;
Εφόσον οι ήρωες μου τα κατάφεραν, κάτι θα βγει
Από την προσπάθεια μου να ξεκλειδώσω τις πόρτες
Μιας ζωής με απομεινάρια μιας άλλης ζωής
Που δεν την πίστεψα αρκετά για να την αδράξω.
Τραβάω τρίχες από τα γένια μου και τις μασουλάω
Και τα μαλλιά μου έχουν αρχίσει να αραιώνουν
Και η μορφή μου να πλαταίνει
Και αν πεθάνω αυτή ακριβώς τη στιγμή
Τα γραπτά μου θα μείνουν σκονισμένα γιατί
Τα γράμματά μου δεν θα τα καταλάβετε.
Προσεύχομαι για μια ζωή ξεχωριστή και όσο λιγότερα βάσανα.
Αν παλεύω με την κατάθλιψη δεν το γνωρίζω, δεν υπάρχει γνωμάτευση
Μόνο ιδρώτας, δάκρυα, λάθος επιλογές και σκέψεις με τέλμα.
Ακολουθώ την καρδιά μου και ας πάω στο διάολο.
Τι τόλμησα, τι έχασα, τι έμεινε, πόσο γέλασα, πόσο πάλεψα, πόσα στερήθηκα, πόσα αρνήθηκα, πόσους προστάτευσα, πόσα υπέμεινα, πόσο αγάπησα, πόσο ερωτεύθηκα,  πόσα κατάφερα, πόσο λύγισα
Λίγοι το ξέρουν, πολλοί θα το μάθουν, ένας το βίωσε
Θα αντέξω, δεν θα λυγίσω
Γιατί έχω πίστη σε αυτό που θέλω να χτίσω, σπάνιο δείγμα
Και έχω ανάγκη να δώσω και να τους κάνω να φωνάξουν
Και ας κλαίνε τα θλιμμένα μου μάτια.

-Venceremos-

Είναι άνθρωποι που την έχουν μέσα τους την κακή την ώρα


Σε ένα διαμέρισμα στα ανατολικά της Θεσσαλονίκης ένας νέος άνδρας και μία νέα γυναίκα κάνουν σεξ και κάποια στιγμή τελειώνουν. Δεν μας ενδιαφέρει η πράξη μα τα συναισθήματά τους.
Ο νέος άνδρας ονομάζεται Άλκης, κοντά στα 25, ύψος κανονικό για ενήλικο άνδρα, μαλλιά κουρεμένα κοντά, μάτια γαλάζια και γοητευτικά, είναι αγύμναστος αλλά όχι χοντρός, φυσιολογικός. Η νέα κοπέλα ονομάζεται Λένα, ετών 22 περίπου, αναστήματος κοντά στο 1 και 70, μαύρα και ίσια χυτά μαλλιά, όμορφο πρόσωπο, με κάποια παραπανίσια κιλά για το ύψος της, αλλά όχι πάρα πολλά, έχει χαριτωμένες αναλογίες.
Ο Άλκης σηκώθηκε ιδρωμένος και χαμογελαστός για να πάει στο μπάνιο, αφού τη φίλησε στο μέτωπο. Η Λένα φόρεσε το εσώρουχό της της, ένα κοντομάνικο μπλουζάκι του Άλκη και έσκυψε για να πάρει από την τσάντα της τα σύνεργα προκειμένου να στρίψει ένα τσιγαριλίκι. Ο Άλκης γύρισε με δύο μπύρες στο χέρι, τη στιγμή που εκείνη έγλειφε το ταφάκι. Κάθισαν στο κρεβάτι με την πλάτη στον τοίχο και ο Άλκης πέρασε το χέρι του στην πλάτη της Λένας. Το άναψαν, ήπιαν τις μπύρες, δεν μιλούσαν, χαμογελούσαν.Ησυχία και ηρεμία, τελείωσε και το τσιγάρο, απόρροια αυτού μια υπέροχη ζαλάδα και λίγη νύστα.
Η Λένα άρχισε να φοράει τα ρούχα της για να φύγει. Ο Άλκης την σταματούσε για να την φιλήσει. Πάθος. Τελικά την άφησε να ντυθεί και τη συνόδεψε μέχρι την πόρτα. Την άρπαξε από τη μέση και της έδωσε ένα τελευταίο μακρόσυρτο φιλί στο στόμα. Την περίμενε μέχρι να μπει στο ασανσέρ και μετά έκλεισε την πόρτα και μετά πήγε στο λάπτοπ του, έβαλε μουσική να παίζει, άνοιξε μια ακόμη μπύρα και κάθισε στην καρέκλα. Έστριψε ένα τσιγάρο ,κανονικό, και το κάπνισε αργά. Παράλληλα η Λένα επέστρεφε στο σπίτι της περπατώντας. Ο Άλκης έσβησε το τσιγάρο στο τασάκι και άρχισε να μυρίζει την μπλούζα που είχε φορέσει η Λένα. Του άρεσε πολύ το φυσικό της άρωμα. Ήταν ερωτευμένος με το φυσικό της άρωμα. Ήταν ερωτευμένος με τα μάτια της. Ήταν ερωτευμένος με τα χείλη της σχημάτιζαν τις λέξεις. Ήταν ερωτευμένος με την κορμοστασιά της. Ήταν ερωτευμένος με τον τρόπο που σπίθιζαν τα τσιγάρα της. Ήταν ερωτευμένος μαζί της. Σηκώθηκε και μπήκε για μπάνιο. Η Λένα ξεκλείδωσε την πόρτα. Η τηλεόραση έπαιζε. Σύρθηκε ως το σαλόνι πρώτα και χαιρέτισε τον Θανάση. Ο Θανάσης ήταν το αγόρι της. Τον φίλησε και μπήκε για μπάνιο.
Ο Άλκης και η Λένα συναντήθηκαν τυχαία μια μέρα . Από κοινή παρέα, έξοδος ένα βράδυ, καθίσαν σε διπλανές θέσεις στο τραπέζι, μίλησαν κάμποση ώρα, αντάλλαξαν 
Facebook, μηνύματα, εξόδοι, έδεσε το γλυκό. Ο Άλκης γνώριζε πως είχε σχέση, τόσο από την ίδια, όσο και από έναν φίλο του που την ήξερε. Ο Άλκης  ήταν τόσο παθιασμένος μαζί της που, αν και γνώριζε που έμπλεκε, προτίμησε να μείνει. Ήταν ένα ιδιαίτερο ζεύγος για ένα μήνα περίπου.
Ωστόσο συνέβαινε το εξής με αυτήν. Τα είχε έξι χρόνια με τον Θανάση,χωρισμοί στο μεσοδιάστημα με τον μεγαλύτερο να πλησιάζει τον ένα χρόνο. Επρόκειτο για έναν έρωτα που μετουσιώθηκε και σε αγάπη, μετά έμεινε μόνο η αγάπη αλλά και αυτή κατέληξε να τους βαριέται με τον τρόπο που της φέρονταν και τους παράτησε. Ωστόσο δεν χώριζαν, παρόλο που ο Θανάσης γνώριζε πως η Λένα συχνά- πυκνά τον απατούσε. Και εκείνος είχε βολευτεί.
Η Λένα ,αν και ήταν καλός άνθρωπος και ευχάριστος και γλυκός, είχε πολλά κόμπλεξ και ανασφάλειες. Ήταν σαν έναν κοτόπουλο μέσα σε αυγό, που τα ένστικτά του ούρλιαζαν να εκκολαφτεί γιατί ασφυκτιούσε ,να  σπάσει το κέλυφος ,αλλά προτιμούσε να μουχλιάζει στη βλέννα. Ήθελε να την αγαπάνε άτομα προκειμένου να νιώθει σιγουριά με τον εαυτό της, να νιώθει καλά, πως μετράει, πως είναι κάποια, μια βασίλισσα. Και , όταν δεν ήθελε κάποιον μόνο για μια ξεπέτα, θα  επέλεγε άτομα συναισθηματικά που θα ασχολούνταν μαζί της για καιρό. Γνώριζε ποια κουμπιά έπρεπε να πατήσει για να τους κάνει την ερωτευθούν και να κολλήσουν και να λιώνουν γι’ αυτήν και ένιωθε καλά με τον εαυτό της σαν το κατάφερνε.
Ο Άλκης άφηνε το ζεστό νερό να κυλάει στο δέρμα του και έκλεισε τα μάτια του. Την είχε ερωτευτεί και μάλιστα χωρίς να τη γνωρίζει πολύ, έρωτας κεραυνοβόλος που λένε. Της είχε ανοιχτεί όσο σε λίγα άτομα και πίστευε πως και εκείνη του είχε αποκαλύψει πολλά για τον εαυτό της. Του υποσχόταν πως θα μιλούσε με τον Θανάση και θα χώριζε για να κάνει μια νέα αρχή μαζί του και εκείνος την πίστευε. Ό,τι και να του έλεγε θα την πίστευε. Γιατί έτσι σε κάνει ο έρωτας, παιδί που του τάσσουν χατίρια αν πάει νωρίς για ύπνο. Ο Άλκης είχε ερωτευτεί για πρώτη φορά στη ζωή του γιατί τον έρωτα δεν τον επιλέγεις, εκείνος έρχεται και σε διαλέγει. Όχι πως θα άλλαζε κάτι αν ήταν ο τρίτος ή ο δέκατος έρωτας του.
Η Λένα επεξεργαζόταν όσα της έλεγε για να μπορεί να καθορίσει την επόμενη κίνησή της. Όχι, δεν θα με αφήσει, θα τον κάνω ουρά μου, δεν θα μείνω μόνη, έχω σημασία, γαμήστε με. Γιατί σκεφτόταν πολύ με την κάτω τρύπα της και δεν άντεχε την απόρριψη.Τόσο, που τα συναισθήματα των άλλων έμπαιναν σε δεύτερη μοίρα, εφόσον αυτή περνούσε καλά.  
Ο Άλκης διαισθανόταν την άβυσσο στη οποία περιπλανιόταν και προσπαθούσε να απλώσει μία χείρα βοηθείας. Όμως μιλούσε σε τοίχο, σε έναν γυάλινο τοίχο, ο Τενεσί Ουίλιαμς θα ήταν περήφανος. Αλλά προσπαθούσε γιατί τα μάτια της φώναζαν ‘’ Φοβάμαι....τρέμω...τι να κάνω;’’. Η ίδια γνώριζε καλά τι έπρεπε να κάνει αλλά αρνούνταν να σκάσει την φούσκα της. Ήταν αδύναμη και η αδυναμία της κατέστρεψε τον Άλκη.
Του έστειλε μήνυμα πως έπρεπε να μην ξαναβρεθούν και να κόψουν επαφές, το διάνθισε με πολλά γλυκανάλατα και μπερδεμένα λόγια. Δεν θα το έκανε από κοντά, αυτό θα προϋπέθετε πως θα έπρεπε να τον αντικρίσει στα μάτια .
 Άνοιξε το νερό και μπήκε από κάτω, αργότερα κάτω από την αγκαλιά του Θανάση -’’.......αυτός δεν θα με αφήσει ποτέ, ποτέ , θα είναι πάντα δίπλα μου, ποτέ δεν θα με αφήσει.....’’ - και τον φίλησε.
Ο Άλκης διάβαζε και ξαναδιάβαζε το μήνυμα. Το περίμενε μέσα του, μα είναι διαφορετικά όταν βλέπεις μια υπόθεσή που έκανες  να γίνεται πραγματικότητα. Δάγκωσε το μαξιλάρι που εκείνη είχε ξαπλώσει και ούρλιαξε.
Ήταν αυτό ακριβώς που επεδίωκε η Λένα. Γιατί δεν γούσταρε καθόλου την σιωπή στη ζωή της. Τον θόρυβο κυνηγούσε.Την σιχαινόταν την σιωπή. Και πολλές φορές τον ίδιο της τον εαυτό, το αποδείκνυαν και οι πράξεις της.
Τελικά έπεσαν και οι δύο για ύπνο. Ίσως να ήταν πλασμένοι ο ένας για την άλλη. Ίσως αν ζούσαμε σε παραμύθι να ήταν όλα καλύτερα. Η Λένα ,όμως, δεν είναι πριγκίπισσα ,γιατί κάποια στιγμή θα δει το επίχρυσο στέμμα της να ραγίζει και να σπάει και τα κομμάτια του να τρυπάνε το σώμα της, φτάνοντας μέχρι τα σωθικά της. Κανενός ανθρώπου δεν περνάει το δικό του για πάντα.
Ο Άλκης σκεφτόταν που και που.
                                                             Η Λένα δεν το επεδίωκε και τόσο.

Δημιούργημα της στιγμής

Δύο μπύρες και ένα σακούλι πατατάκια
Και ωραία μουσική να παίζει από τα ηχεία
Δίχως υποχρεώσεις, δίχως έγνοιες εκτός από
Τα συνηθισμένα άγχη, τα καθημερινά.
Η μια μπύρα τελείωσε πριν ξεκινήσει το ποίημα
Η άλλη περιμένει στο ψυγείο και όσο περνάει η ώρα
Κρυώνει όλο και περισσότερο.
Έξω άρχισε να βρέχει, υπέροχη η ηχώ
Που κάνουν οι σταγόνες καθώς πέφτουν στο έδαφος-
Τι ωραία που είναι!
Πόσο υπέροχη ώρες-ώρες φαντάζει η τύχη μας!
Μακάρι να ήταν έτσι κάθε μέρα.
Αν είχα και ένα πούρο στο χέρι, θα με χαρακτήριζα άρχοντα.
Είναι από τις βραδιές που εύχεσαι
Να κρατούσαν λίγο παραπάνω
Η μπύρα κυλάει ευχάριστη στον ουρανίσκο
Και εγώ σπάνια νιώθω πως ανήκω
Στον κόσμο αυτό.
Κάποτε θα κατακτήσω την Ευρώπη, μετά την Αμερική
Πρώτα όμως την Δημοκρατία του Παρθενώνα.
Προς το παρόν εκείνος γαργαλάει τα πλήκτρα του πιάνο.
Χορέψτε σκέψεις μου, μην χάνεστε στη Σκέψη μου
Θα σε πήγαινα βόλτα αν σε είχα κοντά μου
Αλλά δεν σε έχω, τι κάθομαι και σκέφτομαι;
Είμαι το αθώο θύμα μιας πλεκτάνης τρομερής
Που έστησα εγώ ο ίδιος
Με ανθρώπους που δεν μιλάνε την γλώσσα μου
Και ερπετά που βρομίζουν με γλίτσα το μέρος.
Θα πεθάνω πριν την ώρα μου, προς το παρόν
Σκοτώνω την ώρα μου με τις λέξεις.
Την θυμάμαι πως μου μίλησε το μεσημέρι -γλυκά, όμορφα!-
Μετά την εξέταση, να με ρωτήσει πως τα πήγα
Είχε άγχος γιατί δεν ήξερε πως τα πήγε αυτή.
Μονάχα να την ήξερα περισσότερο, μονάχα να την γνώριζα παραπάνω
Όλα θα ήταν πολύ διαφορετικά τώρα....
Δεν θα σκεφτώ το αύριο, στην ώρα τους όλα
Τώρα με περιμένει το γλυκό, παγωμένο νέκταρ
Ένα διήγημα, μία Λολίτα, κάποιος Γιαπωνέζος
Και ίσως κάποιος Άγγλος.

Blue Valentine


Οπότε αύριο είναι 14 Φλεβάρη. Ή μήπως ήταν χθες; Σάμπως θυμάμαι, έχω χάσει τις μέρες, όλες μου φαίνεται να κυλάνε ίδιες και απαράλλαχτες. 14 Φλεβάρη, ημέρα των ερωτευμένων την έχουν ονομάσει. Αναρωτιέμαι αν έχουνε το δικαίωμα να την γιορτάζουμε και εμείς που έχουμε ζήσει μόνο έρωτες πλατωνικούς. Θυμάμαι τότε, έκτη δημοτικού που είχα βγει με τους δικούς μου στο χωριό, τέτοια μέρα, είχαμε πάει στο μαγαζί που λειτουργεί και σαν Internet Café,  και εκείνοι καθόντουσαν και έπιναν ποτό και εγώ έπαιζα Lineage και δεν με τα ταλαιπωρούσαν τέτοιες σκέψεις. Ωραίες εποχές, πιο απλές, ανέμελες.
Τι θα κάνω αύριο; Θα σηκωθώ, αυτό είναι το μόνο σίγουρο, εκτός αν τύχει και πεθάνω στον ύπνο μου. Μακάβριο ,αλλά συχνά φαντάζομαι πως το ξυπνητήρι θα χτυπήσει μια μέρα, και εγώ δεν θα το ακούσω, και θα έρθει η αδερφή μου ανήσυχη,γιατί δεν θα έχω βγει από το δωμάτιο για ώρες και θα με αντικρίσει πεθαμένο. Άραγε θα στενοχωρηθεί ; Πόσοι θα στενοχωρηθούν όταν με αντικρίσουν νεκρό;
Μετά θα κατουρήσω, θα πλυθώ, θα ντυθώ και θα φύγω για την σχολή. Όλα αυτά θα τα κάνω τσακ- μπαμ γιατί έχω το κουσούρι να ξυπνάω τελευταία στιγμή.Θα περπατήσω την Παπάφη, μετά την Εγνατία, ωπ η Νομική! Πλέον πάω μόνος. Ο Θεόφιλος, αν και μετακόμισε πριν κάνα χρόνο κοντά μου, έχει πάρει πτυχίο, λείπει στο πατρικό του τώρα, άσε που αυτός ήταν επιμελής, δεν χρωστούσε και παρακολουθούσε διαφορετικά μαθήματα και ο Σταύρος, με τον οποίο πήγαινα σχεδόν κάθε μέρα μαζί, χρωστάει περισσότερα από εμένα και παρακολουθεί διαφορετικά τώρα.
Θα ακούσω μουσική με τα ακουστικά μου, έτσι θα νιώσω λιγότερο μόνος. Άσε που απολαμβάνω την μουσική, δεν ξέρω σε τι κατάσταση θα βρισκόμουν αν δεν υπήρχε αυτή. Έχω από το πρωί ως το απόγευμα μάθημα, με ένα δίωρο κενό. Τι θα κάνω τότε; Θα πάω να φάω τίποτα και μετά θα παραπονεθώ για τα κιλά μου και την ασχήμια του σώματός μου. Η καμπούρα φαίνεται χειρότερη σαν τα κιλά ανέβουν. Μετά θα γυρίσω να διαβάσω στη βιβλιοθήκη, ίσως γράψω και τίποτα.
Λες να τηλεφωνήσω στον Χάρη να κάνουμε τίποτα; Μπα, θα τον αφήσω ήσυχο. Τώρα έχει κοπέλα. Επιτέλους! Βρήκε την Αδαμαντία, καλή κοπέλα η Αδαμαντία,αν και με λίγο περίεργο χαρακτήρα, εννοώ πως μιλάει αρκετά και αυτοπροβάλλεται ώρες- ώρες, καμία φορά σου συμπεριφέρεται σα να είναι η μητέρα σου και εσύ το παιδί της που αρρώστησε ή το έπιασε να καπνίζει ενώ είναι μόλις δεκατρία , αλλά δεν το κάνει με κακό σκοπό, έτσι είναι ο χαρακτήρας της, έχει ιδιαίτερο χαρακτήρα. Τον κάνει λίγο ό,τι θέλει τον καημένο το Χάρη, αλλά  είναι και  η πρώτη του  σχέση, δεν τα έχουνε κιόλας καιρό και δεν ξεκαθαρίζει, τρόπον τινά, τη θέση του, δεν πατάει πόδι ο Χάρης. Βέβαια τον καταλαβαίνω, και γω το ίδιο θα κάνω με την πρώτη μου κοπέλα και γι’αυτό θα με παρατήσει.Ο φόβος,το άγχος και η αμφιβολία θα επισκιάσουν την πρώτη μου σχέση. Αλλά είναι η πρώτη φορά που θα γιορτάσει αυτή την μέρα, 22 χρόνια από τότε που γεννήθηκε, του αξίζει και με το παραπάνω.
Να πάρω τον Ιάκωβο; Μπα, και αυτός βρήκε μια σουσουράδα τώρα, ας μην τον ενοχλήσω. Ο Άλκης; Και αυτός το ίδιο. Ο Μένιος! Μπα, και αυτός με την δικιά του θα την βγάλει σήμερα, αστον! Του Μαύρου λείπει η κοπέλα εξωτερικό αλλά θα έχει εργασίες, άστον και αυτόν. Πως τα κατάφερα πάλι να απομείνω μόνος;
Τι να κάνω;Μου αρέσει που απορώ κιόλας, λες και δεν ξέρω ήδη.  Τι θλιβερός!
Θα γυρίσω σπίτι με τα πόδια και θα σταματήσω στο σούπερ. Θα πάω στην κάβα και θα πάρω ένα κρασί κόκκινο ημίγλυκο, 1,5 λίτρο, προτιμώ το ξηρό, αλλά να μην γλυκαθώ και γω λίγο τέτοια μέρα γιορτινή; Φυσικά δεν θα πάρω κάνα ποιοτικό, μα το φθηνό, με τα τρία- τέσσερα ευρώ, θα μου κρατήσει κάνα τρίωρο- τετράωρο στην καλύτερη. Θα το αρπάξω και θα πάω στο ταμείο με χαμόγελο. Χαχα!, ταμία, σε κορόιδεψα, νομίζεις πως θα το πιω με την κοπέλα μου ε; Η έστω κάποιον φίλο μου ε; Σε ξεγέλασα! Μα καλά, δεν το έχεις καταλάβει, τόσες φορές που έχω έρθει πως τα πίνω μόνος μου;
Είναι ωραίο να πίνεις μόνος σου καμιά φορά. Ειδικά όταν είσαι μοναχικός τύπος, εκείνες τις φορές που σου βγαίνει αυτή η μοναχικότητα, που προτιμάς να μένεις μέσα, που αν τύχει και βγεις τελικά αισθάνεσαι πως έκανες μεγάλο λάθος. Πίνεις, πίνεις και ανεβαίνεις. Και επειδή είσαι κοινωνικά ανίκανος και αδέξιος, δεν θα έχεις να ντραπείς την άλλη μέρα αν κάνεις τίποτα περίεργο, όπως το να ξαπλώσεις κάτω στο πάτωμα του σαλονιού σου πάνω στην έκσταση του τραγουδιού ή αν αρχίσεις να κλαις ή τίποτα γελοίο όπως, αν τύχει και -λέμε τώρα- μιλάς με καμία κοπέλα και, πάνω στη φούντωση σου, αρχίσεις να πετάς σεξουαλικά υπονοούμενα  ενώ εκείνη απλά θέλει να μιλήσετε ή στείλεις κανένα μεθυσμένο μήνυμα σε κανένα ''αίσθημα'' σου που δεν μπόρεσες να του πεις όσα ένιωθες όταν έπρεπε και θα ανοίξει το κινητό της το πρωί και θα δει μια κατεβατή μεθυσμένη ερωτική εξομολόγηση και πιθανότατα θα σκάσει στα γέλια.
Όταν πίνεις πολλές φορές με άλλους το μεθύσι έρχεται πιο γοργά. Τα μάτια τους πέφτουν όλα πάνω σου και σε κοιτάνε, νομίζεις σε κρίνουν, νιώθεις αμήχανα γενικά και η διαδικασία μέσα σου προχωράει πιο γρήγορα, και πολλές φορές δεν έχεις μεθύσει καν, έχεις κάνει κεφάλι, αλλά το γεγονός πως δεν ξες πως να φερθείς βγαίνει στην επιφάνεια, οι άμυνές σου χαλαρώνουν, δεν προσπαθείς τόσο να το ελέγξεις. Αν και καμία φορά ένα ποτήρι κρασί ή μια μπύρα μπορούν να πουν περισσότερα από ό,τι ένας άνθρωπος.
Το μόνο κακό όταν πίνεις μόνος και συχνά στο σπίτι είναι πως σε περνάνε για αλκοολικό. Βέβαια, όταν εκείνοι είναι άσχημα ψυχολογικά και το κάνουν αυτό εσύ δεν τους λες τίποτα γιατί καταλαβαίνεις πως το έχουν ανάγκη. Μα δεν καταλαβαίνουν πως εσύ νιώθεις σα να βουλιάζεις σε βούρκο σχεδόν καθημερινά και πως δεν μπορείς να είσαι πάντα κύριος του εαυτού σου και πως ψάχνεις μπαλόνια για να ανυψωθείς. Και το ποτό βοηθάει, σε ζεσταίνει, σε γαληνεύει. Φταις και συ όμως που δεν μπορείς να ανοιχτείς όσο θα ήθελες, να τους εξηγήσεις τι ακριβώς συμβαίνει με την πάρτι σου. Μα και εσύ ο ίδιος δεν γνωρίζεις ακριβώς και το κουβάρι έχει μπλεχτεί πολύ. Ίσως να είναι που δεν έχω κοπέλα, ειδικά όταν πλησιάζουν τέτοιες μέρες όπως η αυριανή το κενό μεγαλώνει.
Θα γυρίσω σπίτι , λοιπόν, και, πριν αράξω μπροστά από το λάπτοπ, θα κατεβάσω τα παντελόνια και θα τραβήξω μια καλή μέχρι να αδειάσω και να μου φύγει η όρεξη για σεξ, μέχρι να επανέλθει λίγο αργότερα δριμύτερη η ανάγκη για ολοκλήρωση. Γιατί, μετά από τόσα χρόνια μοναξιάς, φτάνεις σε ένα σημείο που θες να γεμίσεις όλα αυτά τα κενά που άφησες ανοικτά αλλά ξες πως μόνο το σεξ δεν αρκεί. Αυτό είναι μια βιωτική ανάγκη και στο σημείο που έφτασες θα ήθελες να την καλύπτεις άπληστα, αν και οι πιθηκίσιοι τρόποι σου και το γεγονός πως καταλήγεις μεθυσμένος σχεδόν σε κάθε σου έξοδο δεν βοηθούν καθόλου και καταλήγω να παρεξηγούμαι σε τεράστιο βαθμό και να φαίνομαι οικτρός . Μα το γυναικείο χάδι,η γυναικεία παρουσία στη ζωή σου σε ένα ανώτερο επίπεδο δεν καλύπτεται όσες μαλακίες και αν τραβήξεις, όσο και αν προσπαθείς να πείσεις εσένα τον ίδιο πως είσαι καλύτερα μόνος σου γιατί δεν έχεις τα κότσια και την αυτοπεποίθηση.
Μετά θα πάρω ένα ποτήρι και θα ανοίξω το λάπτοπ. Το πρώτο πράγμα που θα κάνω θα είναι να βάλω μουσική για να ηρεμήσω. Θα ξεκινήσω σίγουρα με  
Tom Waits, το ‘’ Christmas Card from a hooker in Minneapolis’’ σε live εκτέλεση, με την εισαγωγή και το κλείσιμο της ‘’Άγιας νύχτας’’. Άγια νύχτα, τι υπέροχο τραγούδι! ‘’Christmas card..’’. Πόσες νύχτες έχω κλάψει με αυτό το τραγούδι;
Μετά θα μου σερβίρω το πρώτο κρασί. Τσιν, τσιν. Στην υγειά σου! Μάλλον θα διαβάσω τίποτα και μετά θα γράψω κάτι, στα σίγουρα θα γράψω, πρέπει να τελειώνω με τα ποιήματα για να τα στείλω στους εκδοτικούς. Θα τους αρέσει άραγε η προσπάθειά μου; Χέστηκα! Περισσότερο θέλω να τα τελειώσω για να τα δείξω στους φίλους μου. Όχι πως θα τα διαβάσουν όλοι, αλλά και πάλι... Θέλω να τα δουν για να αρχίσουν να καταλαβαίνουν πως νιώθω, ποιος είμαι, γιατί όχι και να τους αγγίξουν. Και αν δεν τους αρέσουν; Αν με κοιτάνε μετά με στραβό βλέμμα; Θα θυσιάσω τους φίλους μου στο βωμό της τέχνης; Ίσως έτσι δείξω και σε καμία κοπέλα πως δεν είμαι μονάχα ανασφάλειες, λίπος, καμπούρα, φαλάκρα και φλωριά και ασχήμια, πως δεν μπορώ να φλερτάρω καλά και να φερθώ σαν άνδρας σε ορισμένες περιστάσεις, πως είμαι μονάχα αυτά, πως έχω μια ψυχή χρυσή και συναισθήματα.
Αλλά υπόσχομαι να τους κάνω όλους να νιώσουν.  Με τον έναν ή τον άλλον τρόπο θα τους αποδείξω πως το συναίσθημα που διακηρύσσουν πως έχει εκλείψει υπάρχει. Υπόσχομαι να βοηθήσω με τα γραπτά μου όσους περισσότερους μπορώ, μια καρέκλα για να έχουν κάπου να κάτσουν όταν νιώθουν κουρασμένοι.
Φοβάμαι. Δεν Φοβάμαι. Φοβάμαι.  Δεν φοβάμαι. Πάλι μαδάω τη μαργαρίτα της ανασφάλειας μου.
Μαμά; Μπαμπά; Που είστε; Σας πειράζει που δεν λέω πόσο σας αγαπώ; Το γνωρίζετε όμως ε; Μην με αφήσετε μόνο εντάξει; Ε παιδιά; Θα σας κάνω κάποτε όλους περήφανους με τα γραπτά μου, είναι το μόνο που αξίζει πραγματικά πάνω μου. Η Νικολέτα είναι αυτή; Θυμάμαι της τα είχα ρίξει πριν κάνα δύο χρόνια, έφαγα άκυρο. Είμαι πολύ καλό παιδί, πολύ γλυκός, πανέξυπνος, συναισθηματικός, μου αξίζουν όλα τα καλά και τέτοιες μπούρδες. Το κρίμα στο λαιμό σας κορίτσια αν συνεχίσετε να λέτε τέτοιες πίπες για να κρύψετε την αλήθεια, κάνετε τα πράγματα χειρότερα.
Οπότε σήμερα είναι 14 Φλεβάρη. Ή μήπως είναι αύριο; Ένα είναι σίγουρο, πάλι αγχώθηκα. Σταμάτα! Σταμάτα! Όλα θα πάνε καλά, όλα καλά θα πάνε! Όλα είναι στη θέση τους, όλα θα γίνουν όπως πρέπει να γίνουν. Όλα-.
Τι σκατά κάνω με τη ζωή μου;
Εγώ, που είναι το σπίτι μου άδειο.....
Οπότε αύριο είναι 14 Φλεβάρη ε; Πόσο γρήγορα περνάει ο καιρός!

Φυτοπεθαίνοντας στον Παράδεισο



Την κομμένη γλώσσα της σιωπής σας μιλώ
Η οργή μου σάπισε πια
Και δεν απόμεινε θυμός, ούτε νεύρο.
Όχι δεν είναι αυτό το κενό
Γιατί το κενό δε σας αξίζει
Ούτε σε’ μένα.
Και στην αρένα μου κουράστηκε να περιμένει ο Διγενής
Κι ο Χάρος δε λέει το βλέμμα του να ρίξει
Δεν καταδέχεται
Γιατί χωρίς ζωή γεννιούνται οι άνθρωποι.
Και στην αρένα μόνος ονειρεύομαι, ότι μάχομαι
Μ’ αόρατους εχθρούς , απ’ το μυαλό βγαλμένους, ανύπαρκτους
Και δεν έχω το σθένος τ’άρματα του παππού μου να φορέσω
Να τραγουδούν τουλάχιστο οι γριές, πως σε μάχη αντρίκεια
                                                                                     πήγα χαμένος.


-Δημήτρης Ψαλλίδας,Αγάννιφος, Εκδόσεις Ζαχαρόπουλος, 2015


Κάποτε σ’ ένα ταξίδι μου συνάντησα έναν γέρο, ρακένδυτο ζητιάνο
Θέλοντας να πληροφορηθώ κατά που έπεφτε η πόλη του Ντουράνγκο.
Εκείνος μου απάντησε πως αυτό εκεί το μέρος, με ένα στυγερό έγκλημα έχει ζωστεί
Και την παρακάτω αλλόκοτη ιστορία ξεκίνησε να μου εξιστορεί.

Ο Κάρλος και ο Εντουάρντο δύο μικρά παιδιά, σε αυτή την πόλη μεγαλώσαν
Ήτανε αχώριστοι, κάνανε όνειρα πολλά, που όμως με αίμα τα πληρώσαν.
Από μικροί συμφώνησαν να πάνε στα καράβια ν’αρχίσουνε από τα χαμηλά να γίνουνε λοστρόμοι
Και σαν περνάγανε τα χρόνια και κέρδιζαν σε πείρα να φτάσουν στ’ αψηλά να γενούν θαλασσοπόροι.

Και οι δύο ωραίοι γεμάτοι δύναμη και θάρρος, αλλά και θράσος που τους έριχνε σε κάθε φασαρία
Ο Κάρλος πάντα εύθυμος και συμπονετικός και θα’ παιρνε για νύφη του την όμορφη Μαρία
Ενώ ο Εντουάρντο απόμακρος σκιώδης πονηρός
και το ποτό τον έμπλεκε σε κάθε άσχημη ιστορία

Μια νύχτα ο Εντουάρντο μέθυσε απ’ το πολύ ουίσκι
κι έναν καυγά ξεκίνησε χωρίς κανένα λόγο
Κι όταν τελείωσε το ξύλο και έσταζε όλος αίμα
τον έδιωξαν με τις κλοτσιές του παν να πάρει δρόμο.

Πιωμένος και χτυπημένος γυρνούσε μές στους δρόμους
Και έτσι που το ποτό του είχε θολώσει τη σκέψη
όταν σ’ ένα στενό ξεχώρισε την όψη της Μαρίας
τη χτύπησε τη βίασε δεν την άφησε να βγάλει λέξη.

Όμως αυτή έμελλε να ‘ναι η τελευταία του πράξη
αφού όταν συνήλθε η Μαρία πήγε να βρεί τον Κάρλος
Κι όταν εκείνος έμαθε αυτό που είχε γίνει
τον αδερφό του έσφαξε δεν του άφησε ευκαιρία να αλλάξει

Μετά απ’ αυτό το θλιβερό συμβάν ο Κάρλος κίνησε για τα καράβια αφού τη μνήμη αυτή τη ζοφερή δεν άντεχε να κουβαλάει
Μα όσο και αν το προσπάθησε δεν μπόρεσε να της ξεφύγει αφού ο φόνος που διέπραξε ήταν κάθε βράδυ εκεί με κρύο ιδρώτα για να τον ξυπνάει.

Δούλεψε πιο σκληρά μήπως και το ξεχάσει, δοκίμασε γητειές και φάρμακα καθώς και μια άσπρη σκόνη που πήρε από ένα ναύτη
Μα αυτά δεν του δωκαν  παρηγοριά ούτε λησμονιά, και τότε ήρθε η είδηση πως ένα πρωί εβρέθη κρεμασμένος στο κατάρτι.

Όταν  ο γέρος ολοκλήρωσε, τα μάτια του έσταζαν δάκρυα κι αμέσως αντιλήφθηκα πως τρέχει κάτι
Έτσι φιλόστοργα τον ρώτησα να πει πόσα παιδιά είχε : ‘’Δύο γιούς είχα μα τώρα τα χέρια μου άδεια και η κόλαση γεμάτη’’.

-Ο.Μ

Επίλογος


Και αν η ζωή τα φέρει στραβά

Μην μασάτε ρε
Χαμογελάστε στραβά και συνεχίστε

Έχετε τη δύναμη μέσα σας
Το ξέρω

Καλωσορίσατε φίλοι, εις το επανιδείν!


Θα έρθουν λύπες , θα έρθουν και χαρές .
Θα έρθουν δυστυχίες και θα έρθουν και ευτυχισμένες μέρες.
Μα αν δεν έρθουν οι μεν, δεν έρχονται ούτε οι δε.
Και όσο περισσότερο διαρκούν οι λύπες και οι δυστυχίες
Τόσο περισσότερο ,συνήθως, απολαμβάνουμε τις χαρές
Και τις ευτυχισμένες ημέρες.
Μα δυστυχώς πολλές φορές συγχυζόμαστε και τις μπερδεύουμε.
Και μετά κοιτάμε πίσω και ανακαλύπτουμε πως
Σε λάθος εποχή επιλέξαμε να έχουμε το κεφάλι κατεβασμένο
Ενώ σε άλλες δεν το κρατήσαμε αρκετά ψηλά.
Οι καμπάνες χτυπούσαν και εμείς φορούσαμε ωτοασπίδες.
Τα τοπία ήταν υπέροχα μα δεν βγάζαμε τις παρωπίδες μας.
Η ζωή , όμως, συνεχίζεται πάντα υπέροχα.
Σαν γυναίκα , περνάει αγέρωχη από μπροστά μας
Και εμείς πολλές φορές δεν της απλώνουμε το χέρι
Γιατί νομίζουμε πως θα ξαναπεράσει μετά
Και θα είμαστε τότε πιο  έτοιμοι
Να της  προτείνουμε  να χορέψει μαζί μας.
Ή  πως τότε θα είναι περισσότερο του γούστου μας.
Πόσα λάθη  κάναμε, πόσο μέλι σπαταλήσαμε.
Πόσο αφελείς σταθήκαμε και παρόλα αυτά
Ακόμη ανηφορίζουμε , ακόμη αντέχουμε.
Αποχτούμε σιγά – σιγά την ικανότητα να σκαλίζουμε το παρελθόν
Μόνο και μόνο  για να ενισχύσουμε τις μπότες μας.
Απέχουμε  κάμποσο από την κορυφή , αλλά να την εκεί, στο βάθος!

Θεοί και δαίμονες, φύλακες άγγελοι και πνεύματα
                                                             Και όλοι εσείς οι κριτές της ζωής μας, όποιοι και αν είστε.



                                            Δεν είναι λίγο και εδώ που φτάσαμε, έτσι;

                                            Δεν τα πάμε και πολύ άσχημα , έτσι;

(Όταν κατάλαβα πως έψαχνα συνεχώς δικαιολογίες,παρατήρησα ένα δένδρο στο βάθος να φλέγεται)

Τι καλό θα μας απασχολήσει σήμερα;


Οι φάλαινες τρώνε τις σαρδέλες και τα λιοντάρια τις αντιλόπες. Μα συνήθως πολλές μικρές δυστυχίες νικάνε μια μεγάλη. Αν είστε τυχεροί, θα πετύχετε τα όνειρά σας, αν δεν είστε μάλλον θα πεθάνετε φτωχοί- πιο γρήγορα, πιο γρήγορα. Τρέξτε μα μην το βάζετε στα πόδια, ελάτε όσο είναι ακόμη νωρίς , όσο προλαβαίνετε και σαν το κάνετε να έχετε περίσσια υπομονή- πιο γρήγορα, πιο γρήγορα. Όσοι είναι γραφτό να ευννοηθούν, ευνοούνται, οι υπόλοιποι απλά συνεχίζουν τη ζωή τους. Ο χρόνος πίσω δεν κυλάει μα τα φαντάσματα στοιχειώνουν και όποιος δεν κάνει ανακωχωχή με το παρελθόν του καλό θα ήταν να μην μιλάει για την ώρα- πιο γρήγορα, πιογρήγορα. Μάνα γιατί με γέννησες αφού ήξερες πως έμελλέ να τυραννηθώ τόσο; Όταν ήμουν παιδί δεν με ένοιαζε τίποτα και τώρα αν δεν νοιαστώ με περιμένει το τίποτα. Ο μεγαλύτερος εχθρός μας είμαστε εμείς, σημείο κοινότυπο μα πολύ συχνά αμελητέο.Αν μόνο την καρδιά σου ακολουθείς ,μάλλον θα ταλαιπωρηθείς αρκετά και αν είσαι περισσότερο ρομαντικό απο όσο δεν τους κάθετε ξινό στα μούτρα μάλλον την πάτησες γιατί μάλλον θα προσπαθήσεις τον κόσμο αυτό να αλλάξεις και ίσως αποτύχεις ή θα τα καταφέρεις μέχρις ότου εμφανιστεί κάποιος άλλος πιο ρομαντικός απο εσένα- πιογρήγορα,πιογρήγορα. Οι περισσότερες επιτυχίες απλά τυχαίνουν και έκτοτε πετυχαίνουν ή αποτυγχάνουν. Άφθονοι οι σκουπιδότοποι, βρωμίστε ελεύθερα το μέρος! Αλίμονο σας αν δεν πιστεύετε κάπου, έστω σε κάτι γιατί ποια νύχτα ήταν φωτεινή δίχως φεγγάρι ή έστω μερικά αστέρια .Και τα φώτα της πόλης- γρήρορα, γρήγορα- δείχνουν πως καταφέραμε πολλά, πολλά εκ των οποίων θα μας καταστρέψουν.
‘’Και τώρα διακόπτουμε το πρόγραμμά μας γιατί πρέπει να καταθέσετε λεφτά στην Τράπεζα τα οποία θα τα κάνετε αμέσως ανάληψη για να τα κάψετε’’,μας προστάζουν.
Στις τσέπες μου έχω περισσότερα απο όσα χρειάζομαι ενώ μια μύγα χέζει πάνω σε κάποιον που δεν έχει ούτε αέρα δανεικό και σαν τον βοηθήσουμε να ανασάνει εκείνοι που -ΓΡΉΓΟΡΑΓΡΉΓΟΡΑ- δεν βοηθάνε σχεδόν ποτέ θα μας κρίνουν.
Κλείστε τα φώτα και κοιμηθείτε. 

Αύριο ξημερώνει μια καινούργια μέρα.

Μια καινή, κενή και ίδια μέρα.

Νιώθετε και εσείς τόσο κουρασμένοι;

(Όταν κατάλαβα πως έψαχνα συνεχώς δικαιολογίες,παρατήρησα ένα δένδρο στο βάθος να φλέγεται)

Σκέψεις


Σαλτιμπάγκοι κάνουν τα νούμερά τους και συντονιστής τους είμαι εγώ.

Η ζωή έγινε ένα μπέρδεμα από τη στιγμή που απαρνηθήκαμε τους Δημιουργούς και αρχίσαμε να αναζητούμε μόνοι μας την αλήθεια.

Ποιο είναι το νόημα αν δεν φάμε λίγο τα μούτρα μας τώρα που ακόμη προλαβαίνουμε να σωθούμε;

Η φυλακή είναι το σπίτι μας  αλλά που και που πηγαίνουμε καμία εκδρομή για να ξεσκάσουμε.

Πάλι δε κατόρθωσα να κατασταλάξω κάπου και τώρα πρέπει να υποστείτε την αυθάδειά μου, μέχρι ο πίθηκος να καταφέρει να ξεφλουδίσει την μπανάνα.

Πόσος καιρός πέρασε από τότε που εκείνο το παιδί  αυτοκτόνησε  και έκτοτε συνεχίζει να ανασαίνει  σα να έχει άσθμα;

Πόσες αλήθειες δεν καταφέραμε να χωνέψουμε και τις ξεράσαμε γιατί ήταν πολύ νωρίς;

Ένα όμορφο παρουσιαστικό δεν συνοδεύεται πολλές φορές από καθαρά και ωραία εσώρουχα.

Ω ψυχή μου, πόσο πολύ αλλοιώθηκες στο πέρασμα των χρόνων και ακόμη επιμένεις, ω ψυχή μου αχόρταγη! Ω ψυχή μου που τόσο πολύ σε κακομεταχειρίζομαι , προκειμένου  να σε ντύσω κατάλληλα  για εκείνες τις στιγμές για τις οποίες έγραψε ο Ελύτης και εσύ ακόμη με αντέχεις, ψυχή σμιλευμένη στο χρόνο από ιδρώτα δαιμόνων και σάλιο αγγέλων.

Ω καρδιά μου που τόσα μπαλώματα έχεις , καρδιά μου που γέρασες απότομα και παραλίγο να τρελαθείς.

Για πόσο ακόμη θα χρησιμοποιούμε παρελθοντικούς χρόνους για να υποφέρουμε το παρόν;

Θα σε καταστρέψει ο τόσος ρομαντισμός, να το ξέρεις. Ο κόσμος δεν συγχωρεί την αφέλεια, ούτε την επικροτεί. Τόσα τραγούδια για την αγάπη, σχεδόν όλα άχρηστα. Η ιστορία κάνει τον κύκλο της ξανά και ξανά, δεν το βλέπεις; Η ιστορία δεν μας διδάσκει, μας προετοιμάζει για όσα επρόκειτο να έρθουν.

Αναζητούν  οι χαζούλες τους ρομαντικούς ανθρώπους αλλά τόσο πολύ τους έχουν κατουρήσει  ,αυτούς και όσα κουβαλούσαν μέσα τους,  και μετά αναρωτιούνται που πήγαν όλοι οι καθαροί και γιατί το άλογο δεν είναι άσπρο. Δεν καταλαβαίνουν την ειρωνεία ή απλώς μας κυριεύει η χαζομάρα;

 Μαμά, μην τους ακούς , παρά τα όσα έχουμε περάσει, συνεχίζουμε να είμαστε οι εαυτοί μας. Ακόμη και οι πέτρες στο πέρασμα του χρόνου αλλάζουν μορφή.

Όσες μέλισσες και να σκοτώσετε δεν θα καταφέρετε να αφανίσετε τα λιβάδια μας, το πολύ- πολύ να αλλάξετε τα φυτά.

Έμποροι μας προσφέρουν τα φθηνά εμπορεύματά τους και εμείς τα απολαμβάνουμε ,χωρίς να σκεφτόμαστε πως  αυτά  μπορεί να πλήττουν και τον πολιτισμό μας.

Κάτω από τα νύχια υπάρχει το δέρμα μας, τι κατοικεί κάτω από αυτό ;

Ποια ήταν εκείνη η ημέρα ,εξαιτίας της οποίας  γεμίσανε οι αποθήκες μας με νεκρά περιστέρια;

Ω ζωή μου, ακόμη να πάρεις χαμπάρι τι συμβαίνει; 

(Όταν κατάλαβα πως έψαχνα συνεχώς δικαιολογίες,παρατήρησα ένα δένδρο στο βάθος να φλέγεται)

Κάποιες μέρες


Υπάρχουν μέρες που πέφτω στο κρεβάτι κατσουφιασμένος.
Και αντί να με πάρει ο ύπνος κατευθείαν
Κλωθογυρίζουν απαγορευμένες σκέψεις στο μυαλό μου.
Και τότε αγχώνομαι, ιδίως για το μέλλον
Και η διάθεση μου πέφτει απότομα ,ίσως ξεκινήσω να κλαίω
Δεν μπορώ να κοιμηθώ
Και καταλήγω να στριφογυρίζω απλά στο στρώμα μου.
Ξεκινάω τότε και π λάθω τόσα σενάρια που
Με χρήζω σκηνοθέτη με τόση φαντασία που διαθέτω.
Μα πρέπει να κοιμηθώ, να ξεκουραστώ, να ηρεμήσω
Δεν πάει άλλο αυτή η κατάσταση!
Γι’ αυτό  παίρνω βαθιές ανάσες, χαμογελώ
Και σκέφτομαι πως είμαι ο Θόδωρος !
Έτσι με φωνάζουν και έτσι πρέπει να βαδίσω.
-Εσάς πως σας φωνάζουν οι δικοί σας άνθρωποι;
Δεν θα τους απογοητεύσω, μα για αρχή
Θα απογοητεύσω όσο λιγότερο γίνεται τον ίδιο μου τον εαυτό!
Τα μάτια μου είναι κλειστά και χαμογελώ πραγματικά τώρα.
Μου έρχονται όλοι οι λόγοι που πρέπει να χαίρομαι.
Να είμαι παραπάνω ευτυχισμένος και λιγότερο ματαιόδοξος.
Να πάψω να αγχώνομαι τόσο και να συνεχίσω τον δρόμο μου.
Είμαι σίγουρος πως και εσείς έχετε  έστω  και έναν τέτοιο.
Αποκλείεται οι  ζωές σας να είναι τόσο χάλια,
Αλλιώς δεν θα τις συνεχίζατε μέχρι τώρα.
Μα μην τολμήσετε ποτέ να σκεφτείτε να στρίψετε απότομα το τιμόνι
Παρά μόνο αν καταλάβετε πως βρίσκεστε σε αδιέξοδο
-Φύγετε από το αδιέξοδο!
Οι ζωές σας είναι πολύτιμες, δεν υπάρχει τέτοιος λόγος.
Και ας κοιτάτε τους καθρέφτες σας  με δυσφορία μερικά πρωινά
Και ας αυτοκτονείτε ασυναίσθητα και καθημερινά.
Το ξημέρωμα ήταν πάντα εκεί για εσάς
Εσείς γιατί να μην είστε εκεί γι’ αυτό; 
‘’Τι ωραίο είναι να είμαι εγώ  ώρες- ώρες!’’
Αυτό να λέτε σα νιώσετε ποτέ άσχημα.
‘’Τι ωραίο είναι να είμαι εγώ  ώρες- ώρες!’’.
Και ας μην είναι αυτό που θα θέλατε να είστε.
Τι να κάνουμε;

(Όταν κατάλαβα πως έψαχνα συνεχώς δικαιολογίες,παρατήρησα ένα δένδρο στο βάθος να φλέγεται)

Ανασκόπηση


Μπορεί μετά τον θάνατο να υπάρχει το σκοτάδι.
Να μη νιώθουμε τίποτα, να μην υπάρχουμε καν.
Όπως όταν κοιμόμαστε, μόνο που δεν θα υπάρχουμε ούτε και σωματικά.
Μπορεί  μόνο η ψυχή μας να περιπλανιέται
Δεξιά και αριστερά ψάχνοντας κάποιο καταφύγιο
Και οι δαίμονες μας να μολύνουν άλλο ξενιστή.
Και εμείς ,αντί να σκεφτόμαστε ότι δεν λάμπουμε αρκετά τώρα
Τώρα που γνωρίζουμε με κάποια βεβαιότητα πως υπάρχουμε
Και να προσπαθούμε να καλυτερέψουμε κάπως την κατάσταση
Θεωρούμε πως στο παρελθόν ήταν όλα πολύ πιο όμορφα.
Και το θαυμάζουμε  σε τέτοιο αηδιαστικό  βαθμό
Το ωραιοποιούμε τόσο πολύ το παρελθόν
Που το παρόν μας έχει γίνει ανυπόφορο
Και το μέλλον πολλές φορές καταντάει αδιάφορο.
Μα το παρόν τώρα το ζούμε διαρκεί μόνο μια φορά.
Σε αυτό έχουμε τόσα πολλά να χωρέσουμε
Με οδηγό τα περασμένα, όποια και να είναι αυτά.
Δεν έχει χαθεί τίποτα ακόμη, παρά μόνο αν συνεχίσουμε έτσι
Έτσι θα χαθούν οι εαυτοί μας και πολύ φοβάμαι και το εγώ μας.
Γι’ αυτό ας  ξεχάσουμε τους παλιούς μας τρόπους
Και ας χτίσουμε την αυτοκρατορία μας ξανά  από την αρχή.
Δίχως τους επαναστάτες, εκείνοι θα ξαναέρθουν στην ώρα τους.
Τα πνευμόνια μας έχουν να ξεφορτωθούν πολύ σκόνη.
Γι ΄ αυτό φυσήξτε μέχρι να κοντέψετε να πνιγείτε.
Διαβάστε και σκεφτείτε, σκεφτείτε και διαβάστε!
Ακούστε και σκεφτείτε,  σκεφτείτε και ακούστε !
Πράξτε και αλλάξτε, αλλάξτε και πράξτε!
Ό, τι περνάει από τα χέρια σας κάντε
Και ας γεμίζουν αυτά με οδυνηρούς κάλους.
Δίχως λίγο πόνο, η απόλαυση μένει μισή.


(Όταν κατάλαβα πως έψαχνα συνεχώς δικαιολογίες,παρατήρησα ένα δένδρο στο βάθος να φλέγεται)

Εικοσιένα ανακωχές


Έχει τύχει ποτέ να νιώσεις πως ένα τραγούδι
Σου έχει σώσει την ζωή
Ή έστω να σου την έχει αλλάξει σε μεγάλο βαθμό;
Ένα το μεσημέρι που έκλεισες όλα τα παράθυρα στο σπίτι
Και ξάπλωνες στο κρεβάτι σου με το κινητό στο χέρι .
Απογοητευμένος για μια ακόμη φορά γιατί
Πάλι τέλμα πέτυχες, η ζωή σου σού φάνταζε μια αέναη μπούρδα.
Πολλά στηρίγματα είχαν σαπίσει, τα περισσότερα είχαν κατεδαφιστεί.
Ποιοι οι λόγος να συνεχίσεις, εκτός από τους κλασσικούς;
Και τότε άφησες να παίζουν τυχαία τραγούδια από
Μια μπάντα που είχες ανακαλύψεις πρόσφατα .
Τότε πετάχτηκε στην καρτέλα, τόσο ξαφνικά και απροσδόκητα
Που στην αρχή δεν μπόρεσες να συλλάβεις το μέγεθος
Αυτού που άκουγες και θεώρησες πως επρόκειτο
Για κάποια διασκευή, κάποιο ψέμα, κάτι αδιανόητο.
Και όμως ήταν τόσο απλό, τόσο μικρό, τόσο υπέροχο!
Κάθισες στο κρεβάτι σου και το άκουσες μια ακόμη φορά.
Και μετά είδες και το βίντεο κλιπ .
Και το ξανάκουσες για ώρες και το ξαναείδες για ώρες.
Πόσο  έκλαψες τότε, πόσο συγκινήθηκες ,πόσο μαγεύτηκες
Με όσα ένας ανθρώπινος νους κατάφερε να χωρέσει
Μέσα σε ελάχιστα λεπτά.
Έφτασε το βράδυ και το είχες μάθει απ’ έξω.
Πήρες μια βαθιά ανάσα και μπήκες για μπάνιο.
Βγήκες ,φόρεσες το μπουρνούζι σου και κοιτάχτηκες στον καθρέπτη.
Τελικά δεν ήσουν όσο άσχημος νόμιζες.
Μα πόσο  χαζός ήσουν όλο αυτό τον καιρό!
Τίποτα δεν  είχε τελειώσει, τίποτα απολύτως.
Κατείχες περισσότερα από όσα χρειαζόσουν  
Για να δομήσεις   τη ζωή σου ξανά από την αρχή.
Δεν θα χαράμιζες άλλο ξημέρωμα!
Αυτό , βέβαια , αποδείχθηκε δύσκολο στην πορεία
Γιατί άρχισες να μετανιώνεις για το παρελθόν σου
Και ας γνώριζες πως πίσω δεν μπορούσες να γυρίσεις.
Έτσι, από το ένα κενό πηδούσες  στο άλλο.
Ωστόσο υπήρχε διαφορά μεταξύ τους.
Το προηγούμενο  ήταν πιο μαύρο.
Το επόμενο είχε μέσα του μερικά άνθη
Ακόμη και αν κάποιες φορές ήταν γαϊδουράγκαθα.
Δύσκολο το ξεκίνημα , ακόμη πιο δύσκολη η συνέχεια, σκέφτηκες.
Αλλά όσα σκαμπανεβάσματα και αν αντιμετώπιζες
Το τραγούδι εκείνο ακόμη σε ενέπνεε.
Ακόμη σε εμπνέει, ο ανατέλλων ήλιος στο βάλτο.
Τα μάτια σου έχουν ανοίξει, οι αδένες σου πλέον ανασαίνουν ευκολότερα.
Τώρα δεν είσαι μόνος , δεν φοβάσαι τόσο πολύ,
Δεν είσαι μόνος , δεν φοβάσαι τόσο πολύ.
Αρκεί που δεν φοβάσαι τόσο για την ώρα
Και  που τον εαυτό σου προσέχεις λίγο περισσότερο
Και που τον ανακαλύπτεις όλο και  περισσότερο.
Θα τα καταφέρεις, το ξέρω πως θα τα καταφέρεις!
Έστω και λίγο, έστω και για λίγο .
Αλλά είναι πάλι περισσότερο από το τίποτα.
Τουλάχιστον εσύ κάτι κάνεις.
Μα προσπάθησε να μην αρκεστείς για πάντα στο λίγο.
Μέχρι να πεθάνεις, μην σταματήσεις ποτέ
Να προσπαθείς  πάντα για κάτι περισσότερο από το λίγο.


(Όταν κατάλαβα πως έψαχνα συνεχώς δικαιολογίες,παρατήρησα ένα δένδρο στο βάθος να φλέγεται)

Άουτς!


Εκείνο το μεσημέρι είχε πολύ ζέστη στο χωριό.
Η ραστώνη του καλοκαιριού  έκανε τα τζιτζίκια να ακούγονται πιο δυνατά.
Εγώ ,όμως, δεν ήμουν ήσυχος, πείραζα για ακόμη μια φορά
Τη μικρή μου αδερφή.
Αλλά από ότι φαίνεται το παρατράβηξα κάποια στιγμή
Και αργότερα την ίδια μέρα , εκεί που ξάπλωνα
Και διάβαζα ένα μικιμάο,  ήρθε με ορμή
Και με το δεξί της πόδι μου πάτησε τις μπάλες.
‘’ΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑ’’, ούρλιαξα
Και έτρεξα αμέσως να κατουρήσω.
Μου πονούσαν απίστευτα, βγήκε λίγο αίμα  και ζήτησα
Από τους γονείς μου να με πάνε στο γιατρό.
Στο ιατρείο του εκείνος, μου τα ζουλούσε και ‘γω
Ήμουν έτοιμος να βάλω τα κλάματα ,γιατί τα έκανε να πονάνε περισσότερο.
Και με ρωτούσε συνέχεια αν πονάω.
Ποτέ δεν κατάλαβα πως κατάφερε να βγάλει πόρισμα.
Γι’ αυτό  τότε τον θεωρούσα τέρμα ηλίθιο.
Ήμουν μικρός, όμως, δικαιολογούμαι κάπως πιστεύω.
Πήρε τελικά για τον κόπο του ένα γενναιόδωρο φιλοδώρημα
Μα ευτυχώς εγώ γιατρεύτηκα.

 Εκείνο το καλοκαίρι το πέρασα
Με δύο μπαλάκια τραυματισμένα και με χάπια .
Ευτυχώς όλα αυτά έγιναν όσο ήμουν ακόμη  στο δημοτικό.


(Όταν κατάλαβα πως έψαχνα συνεχώς δικαιολογίες,παρατήρησα ένα δένδρο στο βάθος να φλέγεται)

Αλησμόνητα τα λόγια


Έλα μαμά.
Τι κάνεις, πως είσαι;
Καλά είμαι εγώ , μια χαρά και συγγνώμη που
Σε ενοχλώ τόσο αργά, ξέρω πως είναι περασμένες δώδεκα και
Πιθανότατα θα κοιμάσαι ,μα έχω ανάγκη από εκείνα τα λόγια
Που μου έλεγες όταν ήμουν μικρός, θυμάσαι;
Έχεις μεγαλώσει, έχει περάσει καιρός , αλλά τα θυμάμαι εγώ:
‘’Ηρέμησε, μικρό μου, μην κλαις. Εσύ είσαι το πιο όμορφο
Το πιο έξυπνο και το καλυτερότερο μωρό στη Γή’’.
Έτσι δεν ήταν μαμά, πάντα έτσι δεν ήταν;
Με τέτοια  λόγια με ηρεμούσες , αλλά
Τώρα είμαι σε θέση  να αισθανθώ για εμένα μαμά.
Και πονάω  μαμά, τα λόγια σου πλέον δεν είναι εντελώς ευεργετικά.
Ούτε με ηρεμούν τα βράδια, ούτε με κάνουν να αισθάνομαι τέρμα όμορφα.
Γιατί οι άνθρωποι μου έδειξαν και τον άσχημο εαυτό τους μαμά.
Όχι τον χειρότερο, αλλά έχω δει και εγώ θηρία.
Γιατί δεν με προειδοποίησες για τον κόσμο ,μαμά;
Γιατί δεν επέμενες περισσότερο όταν το έκανες;
Γιατί υπάρχει τόσο μίσος, τόση κακία, τόσΑΑΑΑΑΑΑΑΑ-;
...........................................................................................
Αλλά παλιά ήμασταν μεταξύ μας, που να φανταστείς
Ότι τώρα κάθομαι μόνος τα βράδια πολλές φορές και κλαίω ;
Πως νιώθω μια καταπίεση και ένα βάρος για τα οποία
Δεν μπορώ να δώσω κάποια εξήγηση ικανοποιητική;
 Ίσως φταίνε τα εγκλήματα που διέπραξα
Τα λάθη, τα σφάλματα και οι χαζομάρες που έκανα.
Ίσως φταίω και εγώ που δεν είμαι πλασμένος γι’ αυτό τον κόσμο
Που αλλιώς τα είχα στο μυαλό μου και αλλιώς ήρθαν πολλά.
Το κεφάλι μου είναι γεμάτο φωνές ,εφιάλτες βλέπω  και
Πολλές φορές αισθάνομαι μόνος, παρόλο που έχω παρέα.
Γιατί μαλώνετε όλοι μεταξύ σας, μαμά, και δεν τα βρίσκετε ;
Γιατί πρέπει να μαλώνω και εγώ με άλλους;
Γιατί πονάει τόσο πολύ ο πόνος μου , μαμά;
Γιατί με γέννησες τόσο ανήσυχο και συναισθηματικό, μαμά;
Αυτά με καταστρέφουν , μαμά.
Μεγάλωσα, όμως, μητέρα αλλά παρόλα αυτά μπέμπης παρέμεινα.
Εσύ τι να μου πεις, λες και δεν προσπάθησες ήδη αρκετά.
Και ξέρω πως δεν κάνω καλό στον εαυτό μου έτσι όπως είμαι
Εξωτερικά και εσωτερικά.
Χαίρε, ω χαίρε Μητέρα  για τον γιό σου που δεν καταλαβαίνει
Για ποιον λόγο σου τηλεφωνεί τέτοια ώρα.
Μα δεν σε πειράζει , ε μαμά;
Εσύ θα με ακούς ό, τι ώρα και να σε πάρω, έτσι;
Ενστερνίζεσαι και εσύ τον πόνο των άλλων μερικές φορές;
Γιατί εγώ το κάνω, χωρίς να ξέρω  το γιατί , μα ήδη πονάω αρκετά μητέρα.
Και με αναγκάζουν χωρίς να θέλουν να πονέσω και για εκείνους .
Και εγώ δε νιώθω όπως εκείνοι μαμά αλλά προσπαθώ
Να τους κάνω όλους να σταματήσουν να πονάνε  μαμά.
Και δεν τα καταφέρνω πάντα μαμά
Γιατί δεν νιώθω ακριβώς όπως εκείνοι .
Τότε είναι που νιώθω τέρμα αποτυχημένος και εκείνοι μου ρίχνουν
Ένα απαίσιο βλέμμα  και με κρίνουν αδυσώπητα.
Πως στο καλό με αντέχετε ακόμη όλοι σας ;
Ουρλιάζω μέσα μου μαμά, όμως δεν θέλω να με ακούσουν
Γιατί δεν μπορούν να με καταλάβουν όπως θα το ήθελα.
Δεν φταίνε αυτοί μαμά, δεν φταίνε καθόλου
Προσπάθησα να τους δώσω να με καταλάβουν, μα
Ανακάλυψα πως ελάχιστοι μπορούν μόνο ,και αυτοί ελάχιστα.
Άσε που δεν θέλω να τους βαραίνω με τα δικά μου.
Και συ σταμάτα για λίγο να μας μαλώνεις τόσο .
Για το καλό μας το κάνεις, βέβαια ,αλλά μας ξέρεις κιόλας.
Ξεροκέφαλοι και μικροί είμαστε ακόμη
Δεν είναι ότι είμαστε ντιπ ανεγκέφαλοι.
Αλλά αυτοί είμαστε, δυστυχώς, τα παιδιά σου
Και άλλο δεν έχουμε, προσπάθησε να το καταλάβεις.
Μα κάπως τα καταφέρνω μαμά, ακόμη αντέχω .
Και πως να μην το κάνω αφού είμαι παιδί σας;
Θα τα καταφέρω πολύ ωραία στο μέλλον, αυτό ελπίζω τουλάχιστον.
Και θα δούνε όλοι πως ήμουν κάπως εντάξει, όχι τελείως σκάρτος.
Για να μη χρειάζεται   να μάχομαι άλλο με αόρατους εχθρούς.
Έχω σταθεί ήδη πολύ τυχερός , γι’ αυτό το ελέγχω κάπως, μαμά.
Προσπαθώ, αλήθεια προσπαθώ να τα καταφέρω.
Μα πόσο γρήγορα να συναρμολογήσω  ένα πάζλ με χιλιάδες κομμάτια;
Και αν δεν στα λέω απο κοντά αυτά είναι που έτσι είμαι ρε μαμά, χα, χα ,χα .
Δεν μπορούν όλοι να εκφραστούν κατάλληλα με τα λόγια τα προφορικά.
Κάποιοι απο εμάς θέλουμε τον χώρο μας , θέλουμε το χρόνο μας
Και να το κάνουμε εκεί που νιώθουμε μεγαλύτερη ελευθερία.
Μην  αγχώνεσαι εσύ, έτσι πήρα να δω τι κάνεις.
Πες μου την αλήθεια, θα με συγχωρείς όταν σφάλλω;
Έστω και λίγο, θα μπορείς να το κάνεις αυτό;
Γιατί δεν τα παρατάω, είμαι  ακόμη γεμάτος
Ελπίδα, αγάπη, χαμόγελα, αισιοδοξία και όραμα.
Και ευχαριστώ πολύ για όλα, πραγματικά ευχαριστώ!
Εγώ θα είμαι πάντα εδώ για εσάς, να σας ντροπιάζω όπως μπορώ.
Μα κάποτε θα σας κάνω περήφανους, να το ξέρετε.
Ε μαμά;

Θα με αγαπάτε ακόμη και όταν αποτρελαθώ;



(Όταν κατάλαβα πως έψαχνα συνεχώς δικαιολογίες,παρατήρησα ένα δένδρο στο βάθος να φλέγεται)

  Σε κανέναν δεν χωράνε Και σε κανέναν δεν πηγαίνουν  Τα δικά μου παπούτσια. Είναι ένα και μοναδικό ζευγάρι  Που όμοιο του δεν έχει φτιαχτεί...