Κυριακή 17 Οκτωβρίου 2021

 


<<Νομίζω πως θα ήθελα να πεθάνω μια μέρα που θα βρέχει καταρρακτωδώς, όπως σήμερα>>,  του είπε, ενώ άνοιγε την ομπρέλα της, για να μην βραχούν,
<<Εγώ σκέφτομαι να αυτοκτονήσω σήμερα>>, της απάντησε, ενώ έμπαινε κάτω από την ομπρέλα <<Τι με κοιτάς; Εσύ το ξεκίνησες>>.
Την χτύπησε στον ώμο και κουνήθηκε ελάχιστα, τόσο που η βροχή να καλύψει μερικές τρίχες από τα μαλλιά της. Είχαν πάει για καφέ, τον καθιερωμένο Κυριακάτικο καφέ τους. Ο Φώτης και η Έλενα ήταν φίλοι από παλιά, συμμαθητές από το Δημοτικό και τώρα σπούδαζαν στη Θεσσαλονίκη. Είχαν κοντά στον ενάμιση χρόνο φοιτητές.
<<Πιστεύεις οτι πραγματικά θα κλείσουν τα πάντα; Τις σχολές και όλα αυτά;>>, την ρώτησε κάπως ανήσυχος.
<<Δεν ξέρω. Λένε κάτι περίεργα γι' αυτό τον ιό που ήρθε από την Κίνα. Ελπίζω να μην είναι αλήθεια>>.
<<Τι θα κάνεις αν μας κλείσουν;>>.
<<Δεν ξέρω. Σκέφτομαι αν γυρίσω στη Λάρισα. Και εδώ τι να κάνεις;>>.
<<Είναι αλήθεια αυτό. Πότε πέρασε ο καιρός, ε; Σαν χθες θυμάμαι που περιμέναμε να βγουν οι βάσεις>>.
<<Και τώρα είμαστε στα μισά από το να γίνουμε λαμπροί επιστήμονες. Εσύ λαμπρή φιλόλογος και εγώ λαμπρός κτηνίατρος>>.
<<Έχω τυφλωθεί από την λαμπρότητα>>.
Γελούσαν και περπατούσαν. Σταμάτησαν σε μια διάβαση, όταν ένα αμάξι πέρασε και τους έλουσε με το βρώμικο νερό. Δεν μπορούσαν να κάνουν κάτι άλλο από το να γελάσουν. Τουλάχιστον εκείνος έτσι έκανε. Ωστόσο, η Έλενα νευρίασε.
<<Λίγο νερό είναι μωρέ. Πως κάνεις έτσι;>>, την καθησύχασε.
Η βροχή είχε φουντώσει, οπότε έψαξαν κάτι σαν υπόστεγο για να περιμένουν μέχρι να ηρεμήσει λίγο για να συνεχίσουν. Βρήκαν την πυλωτή μιας πολυκατοικίας και στάθηκαν από κάτω. Η Έλενα έκλεισε την ομπρέλα και την ακούμπησε στον τοίχο στα δεξιά της. Ο Φώτης τίναζε λίγο νερό που είχε πέσει στα μαλλιά του.
<<Τώρα σπίτι τι θα κάνεις;>>, την ρώτησε.
<<Δεν ξέρω. Λέω να βάλω καμιά σειρά να δω στο Netflix. Εσύ;>>.
<<Και εγώ αυτό λέω να κάνω. Είδα πως έβαλαν το Community και έχω ακούσει καλά λόγια>>.
<<Δεν την έχω ακουστά>>
<<Θα την δω και θα σου πω γνώμη>>.
Η βροχή συνέχιζε να πέφτει καταρρακτωδώς. Ο Φώτης έβγαλε το κινητό του για να δει την ώρα.
<<Πήγε 7. Πέρασε η ώρα, ε;>>.
<<Ναι.... πέρασε>>.
<<Με τον Ξιφουνόν ξαναμιλήσατε; Δεν σε ρώτησα πριν και να->>.
<<Ξενοφώντα τον.... Μπα, όχι...>>.
<<Άρα αυτό ήταν; Τέλος; Δεν ήταν ο ένας και μοναδικός; Με τέτοιο όνομα τι περίμενες>>.
<<Χα χα, αστείο. Ο ένας και μοναδικός παπάρας ίσως>>.
<<Εσύ τον ψάχνεις τον έναν και μοναδικό, όχι εγώ. Είσαι καλά; Σόρρυ που σε πρήζω, αλλά ανησυχώ λίγο>>.
<<Ναι μωρέ. Δηλαδή, εντάξει. Θα μπορούσε να ήταν και καλύτερα. Αλλά τι να κάνεις; .......Κατάλαβες ο κύριος; Εγώ πήγα να του κάνω έκπληξη την παραμονή των γενεθλίων του, γιατί μου είπε οτι είχε διάβασμα για πρόοδο και εκείνος γαμιόταν με μια->>.
Έσφιξε τα χείλη της και σταμάτησε να μιλάει. 
<<Ε ,φταις και εσύ. Τι ήταν αυτό το ''ήρθε η παραγγελία''; Δεν του έδωσες χρόνο να προετοιμαστεί>>.
Η Έλενα τον βάρεσε στον ώμο και γέλασε. Τότε, την πήρε αγκαλιά και την φίλησε στο μέτωπο.
<<Τώρα κοίτα να είσαι καλά εσύ. Ασ' τον αυτόν>>.
<<Ένα χρόνο ήμασταν μαζί. Ήταν ο πρώτος μου, ο πρώτος άνδρας που ερωτεύτηκα και....Δεν με πλήγωσε τόσο ο ίδιος. Ήταν η εμπιστοσύνη που του είχα και.... Ξέρεις πόσο δύσκολο είναι. Προσπαθώ τόσο καιρό. Προσπαθώ σε όλα να είμαι καλή και ποιο το όφελος; Απλά βρίσκεται κάτι εκεί έξω και σου καταστρέφει όσα προσπαθείς να χτίσεις... Γιατί να μην είμαστε πιο σοφοί όταν είμαστε ερωτευμένοι;>>
<<Έλα τώρα! Τα πας περίφημα. Έχεις καλούς φίλους, μια οικογένεια που σε αγαπάει, τα πας καλά με τη σχολή σου....Έρχονται δυσκολίες. Πάντα θα έρχονται δυσκολίες. Ξέρω πόσο τον αγαπούσες. Αλλά, όπως και να έχει.... έτσι είναι η ζωή. Έτσι είναι η ζωή. Δεν θέλω να είσαι δυστυχισμένη>>.
<<Δεν είμαι δυστυχισμένη. Απλά λίγο θλιμμένη. Αυτό είναι όλο. Είμαι καλά. Αλήθεια, είμαι καλά...Νομίζω η βροχή έχει αρχίσει να σταματάει. Τι λες, προχωράμε;>>.
<<Όπως νομίζεις>>.
<<Ξέρεις τι θα ήταν ωραίο;>>, τον ρώτησε καθώς σήκωνε την ομπρέλα της.
<<Τι;>>, απάντησε όσο σήκωνε το φερμουάρ από το μπουφάν του.
<<Να τα ξέπλενε η βροχή όλα. Έτσι όπως έπεφτε και κυλούσε στο σώμα μας, να τα έπαιρνε όλα μαζί της, έστω για λίγο>>.
Η βροχή συνέχιζε να πέφτει. Και θα συνέχιζε να πέφτει για ώρα ακόμα. Ο Φώτης και η Έλενα περπατούσαν. Και θα συνέχιζαν να περπατάνε για λίγη ώρα ακόμα. Κάποια στιγμή θα έφταναν σε μια διασταύρωση και θα χώριζαν οι δρόμοι τους. Και ο καθένας θα πήγαινε στο σπίτι του, μόνος. Θα άλλαζε ρούχα και αυτό θα ήταν για την μέρα. Ωστόσο,  μόλις μπήκαν στα σπίτια τους και οι δύο, απλά έβγαλαν τα μπουφάν τους και τα κρέμασαν. Μετά. με τα ίδια ρούχα, βγήκαν στο μπαλκόνι και, κοιτώντας ψηλά, άφησαν την βροχή να πέσει πάνω τους.
-Ο.Γ.Θ.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

  Σε κανέναν δεν χωράνε Και σε κανέναν δεν πηγαίνουν  Τα δικά μου παπούτσια. Είναι ένα και μοναδικό ζευγάρι  Που όμοιο του δεν έχει φτιαχτεί...