Κυριακή 31 Οκτωβρίου 2021





Περίμενα να περάσει η ώρα για να βγω έξω. Καθόμουν στον καναπέ και κοίταζα το ταβάνι, ντυμένος, μόνο τα παπούτσια έμενε να βάλω ,όταν θα έβγαινα από το σπίτι. Είχα αφήσει το κινητό στην άκρη, γιατί ήξερα πως είχα τουλάχιστον κάνα εικοσάλεπτο ακόμα και ήθελα απλά να ηρεμήσω. Είχα αφεθεί πίσω στον καναπέ, έκλεισα τα μάτια μου και, όταν τα ξανάνοιξα, είχαν περάσει δύο ώρες. Ανοιγόκλεισα τα μάτια μου γρήγορα, σηκώθηκα και είδα πως είχα δύο κλήσεις και τρία μηνύματα. 
Πήρα κατευθείαν τηλέφωνο τον Σταύρο, ενώ έβαζα τα παπούτσια μου.
<<Που είσαι ρε;>>, με ρώτησε. Από πίσω ακουγόταν φασαρία.
<<Σόρρυ με πήρε ο ύπνος. Βγήκατε;>>.
<<Εσένα θα περιμέναμε; Άντε έλα>>.
<<Βάζω παπούτσια και βγαίνω. Που κάτσατε;>>.
<<Ήρθαμε ταράτσα. Στο Fragile>>.
<<Καλώς! Πάω να πάρω αστικό και έρχομαι>>.
<<Άντε!>>.
Κάνα σαραντάλεπτο μετά, έφτασα στο μαγαζί. Ήταν τίγκα. Τελικά, τους βρήκα να κάθονται σε μια γωνία, στην πλευρά που είχε το πανί που έπαιζε τις ταινίες. Ήταν εκεί ο Σταύρος, ο Ηλίας και η κοπέλα του, η Πηνελόπη- Πέννυ την φώναζαν χαϊδευτικά και ήθελε και εμείς να την φωνάζουμε έτσι. Εγώ δεν την συμπαθούσα την Πέννυ τελευταία, για τους δικούς μου λόγους. Γι' αυτό σπάστηκα όταν την είδα ,γιατί δεν ήξερα πως θα ερχόταν και αυτή. Κάθισα κάτω χαμογελώντας και έκανα νόημα στη σερβιτόρα για να παραγγείλω, γιατί περνούσε εκείνη την ώρα από δίπλα μου.
<<Ένα τζιν με τόνικ θα ήθελα. Με πάγο, ναι, ευχαριστώ.... Σόρρυ, με πήρε ο ύπνος>>.
<<Σε καταλαβαίνω απόλυτα, Φώτη, και εγώ είχα μια πολύ δύσκολη βδομάδα. Με το ζόρι βγήκα, αλλά , ξέρεις τώρα, μια Παρασκευή και ένα Σάββατο έχουμε να βγούμε>>, είπε η Πέννυ.
Τότε γιατί δεν έμεινες σπίτι να ξεκουραστείς;, σκέφτηκα και γέλασα. 
<<Έτσι είναι>>, της απάντησα ευγενικά. Μετά γύρισα στο Σταύρο.
<<Πώς πήγε η συγκόλληση χθες;>>.
<<Η ποια;>>.
<<Χαχαχα. Το ραντεβού με την Νατάσα>>.
<<Αααα. Πως να πάει. Καλά πήγε. Τέλεια πήγε>>.
<<Α, τόσο καλά!>>.
<<Έπρεπε να τον ακούσεις πριν>>, είπε ο Ηλίας. <<Για δέκα λεπτά παραπονιόταν>>.
<<Ξέρεις πως αν βγείτε μια ακόμα φορά και δεν κάνεις κίνηση, δεν υπάρχει περίπτωση να γίνει ποτέ μετά κάτι , έτσι; Ήδη είσαι στα πρόθυρα του να γίνει ο καλός της φίλος, Σταύρος, αν δεν έγινες ήδη>>, του είπα.
<<Αφού δεν βρίσκω ποτέ την κατάλληλη στιγμή, εγώ φταίω; Δεν μου δίνει κάποιο πάτημα>>, παραπονέθηκε ο Σταύρος και ήπιε μια γουλιά από το Mai Tai του.
<<Καλέ μου, δεν θα σου δώσει ποτέ το πάτημα, να ξέρεις. Ή μπορεί να στο έδωσε και να μην το κατάλαβες. Θυμάμαι εγώ με τον Ηλία...>>, άρχισε να λέει η Πέννυ, αλλά σταμάτησα να της δίνω σημασία. Είχα ακούσει την ίδια ιστορία κοντά στις πέντε φορές. Άλλο ,βέβαια, που, τον τελευταίο καιρό, δεν την συμπαθούσα και τόσο για να με ενδιαφέρει το τι έλεγε. Είχα τους λόγους μου.
Με την άκρη του ματιού μου, είδα πως είχαν βάλει ταινία να παίζει στο πανί. Γύρισα προς τα εκεί. Ήταν το A Beautiful Mind. Την είχα δει την ταινία και μου άρεσε αρκετά, οπότε προσηλώθηκα για λίγο στην οθόνη και δεν έδινα σημασία στο τι έλεγαν οι φίλοι μου και η Πέννυ. 
Δεν ξέρω πόση ώρα είχε περάσει, αλλά ένιωσα ένα σκούντημα στον ώμο και γύρισα. 
<<Ναι...;>>.
<<Αν σε ενοχλούμε μπορούμε να φύγουμε ρε>>, είπε ο Σταύρος σαρκαστικά.
Χαμογέλασα και γύρισα προς αυτούς.
<<Συγνώμη, αφαιρέθηκα. Τι λέγατε;>>.
<<Για το τι θα κάνουμε το καλοκαίρι>>, είπε ο Ηλίας.
<<Εγώ έλεγα πως θα περνάω καταπληκτικά στο γραφείο. Υπέροχα θα είναι>>.
<<Ωχού μωρέ παπάρα. Λες και εμείς είμαστε καλύτερα>>, του είπε ο Ηλίας. <<Δεν είμαστε πια φοιτητές. Είμαστε κρέατα προς παραγωγή κιμά στην κρεατοβιομηχανία της αγοράς. >>.
<<Πως τα λέει το μωρό μου!>>, αναφώνησε η Πέννυ.
<<Ό,τι πεις>>, μουρμούρισα.
<<Τι;>>, με ρώτησε ο Ηλίας.
<<Λέω... Ό,τι πεις. Δίκιο έχεις. Γάμησε τα. Νοστάλγησα τα παλιά>>.
<<Καλέ ποιος δεν τα νοσταλγεί; Εγώ θυμάμαι στο πρώτο έτος....>>.
Και πάλι, άρχισα να αφαιρούμαι. Ήμουν έτοιμος να σηκωθώ να φύγω, ωστόσο κάθισα. Γιατί πλέον δεν συμπαθούσα την Πέννυ, αλλά είχα τους λόγους μου. Όλοι έχουν τους λόγους τους να μην συμπαθούν κάποιον.
Όταν φύγαμε, το ζεύγος πήγε προς την αντίθετη κατεύθυνση από εμένα και τον Σταύρο, γιατί εμείς θα συνεχίζαμε ενώ αυτοί θα πήγαιναν σπίτι, γιατί ήταν κουρασμένοι. Ενώ περπατούσαμε, ο Σταύρος με αγκάλιασε από τους ώμους.
<<Τι έχεις ρε; Τρέχει τίποτα; Δεν σε είδα καλά>>.
<<Όχι ρε. Μια χαρά. Λίγο κουρασμένος είμαι μόνο>>.
<<Σίγουρα; Έλα, πες>>.
Σταμάτησα να περπατάω και πήρα μια βαθιά ανάσα. Με την άκρη του ματιού μου, τσέκαρα πως ο Σταύρος είχε πάρει βλέμμα λες και θα του αποκάλυπτα πως είχα καρκίνο. Αποφάσισα να το διασκεδάσω και έμεινα έτσι, σιωπηλός μέχρι που με διέκοψε.
<<Μαλάκα, μίλα, τί έγινε;>>.
Άρχισα να γελάω.
<<Είναι κάτι αστείο; Άντε και γαμήσου, μην μου πεις τίποτα>>.
Τον έπιασα από τον ώμο.
<<Σόρρυ, με πιάσαν τα δικά μου. Βασικά, είναι κάτι, αλλά.... δεν ξέρω. Υπόσχεσαι να μην το πεις πουθενά;>>.
<<Φυσικά. Τι έγινε;>>.
<<Πριν λίγες μέρες... ήμουν έξω.... Είχα βγει έξω με.... με την Μαρία->>.
Ο Σταύρος με βάρεσε σφαλιάρα.
<<ΠΑΣ ΚΑΛΑ ΡΕ ΜΑΛΑΚΑ; ΜΕ ΤΗΝ ΜΑΡΙΑ; ΔΗΛΑΔΗ ΟΣΑ ΕΙΠΑΜΕ ΟΤΑΝ ΣΕ ΧΩΡΙΣΕ->>
<<Πάψε. Δεν είναι αυτό το θέμ->>.
<<Είναι και παραείναι, αλλά συνέχισε>>.
<<Είχαμε συναντηθεί για να.... και εκεί που περπατούσαμε, πάνω στα κάστρα, είδα.... ήταν η Πέννυ. Φασωνόταν με κάποιον. Νόμιζα ήταν ο Ηλίας, αλλά όταν σηκώθηκαν....δεν ξέρω ποιος ήταν. Δεν ξέρω...>>.
Δεν κοιτούσα τον Σταύρο. Κοιτούσα προς τα κάτω. Ωστόσο, εκείνος κάθισε κάτω , σε ένα παγκάκι που υπήρχε δίπλα μας και έπιανε το στόμα του με την παλάμη του. Πήγα δίπλα του και σήκωσα το δεξί μου πόδι για να σταθώ πάνω στο παγκάκι.
<<Καταλαβαίνεις τώρα; Γάμα την Μαρία, μετά από αυτό, πάει, τελείωσε. Ήταν μια πράξη απόγνωσης. Όμως ο Ηλίας....>>.
Ο Σταύρος δεν μιλούσε. Ούτε εγώ μιλούσα. Δεν μιλούσε κανένας μας. Έσπασα όμως την σιωπή. 
<<Δεν πρέπει να του πούμε. Ακόμα δηλαδή. Πρέπει να βρούμε τον κατάλληλο τρόπο>>.
<<Και ποιος είναι αυτός ρε πανέξυπνε; Σε δύο βδομάδες θα πάνε στους Παξούς διακοπές>>.
<<Ναι αλλά...πως θα το πάρει;>>.
<<Νομίζω πως πρέπει να του πούμε όσο πιο άμεσα γίνεται>>.
<<Εκείνο το βράδυ ήπια δέκα μπύρες σπίτι, αλλά λύση δεν μπόρεσα να βρω>>.
<<Αστείε. Δεν υπάρχει εύκολος τρόπος. Πρέπει να του πεις τι έγινε. Δυστυχώς>>.
<<Θες να του το πεις εσύ; Είσαι καλύτερος με τα λόγια.>>
<<Πας καλά ρε; Τι να του πω; Εεεε, Ηλία, άκου εδώ τι έγινε ρε χαχαχα, ο Φώτης είδε την δικιά σου να ανταλλάζει στοματικά υγρά με έναν τυπά. Πας καλά;>>.
<<Καλά, καλά. Πάμε για καμιά μπύρα τώρα και βλέπουμε>>.
<<Άντε, πάμε>>.
-Ο.Γ.Θ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

  Σε κανέναν δεν χωράνε Και σε κανέναν δεν πηγαίνουν  Τα δικά μου παπούτσια. Είναι ένα και μοναδικό ζευγάρι  Που όμοιο του δεν έχει φτιαχτεί...