Τρίτη 24 Δεκεμβρίου 2019

Λίγο πριν την Γέννηση...

Μπηκαν κλέφτες στο σπίτι μου μέσα
Παραβίασαν την κλειδαριά
Ήπιαν το κρασί που είχα ανοιχτό
Πάνω στο τραπέζι μου
Έφαγαν από το φαγητό που ειχα ετοιμάσει για εμένα και τοποθέτησα
Πάνω στο τραπέζι μου
Πάτησαν με τα πόδια τους πάνω και βρώμισαν
Το τραπέζι μου
Μπήκαν οι κλέφτες και εγώ
Ήμουν μέσα
Τους κοίταζα με βλέμμα θαυμασμού
Για το θράσος και το θάρρος που έδειξαν
Γιατί ενώ γνώριζαν πως ήμουν μέσα
Παρόλα αυτά , παραβιασαν την χαλασμένη κλειδαριά
Της εξώπορτας που είχα ανοικτή για τον καθένα
Και για κανέναν, μπήκαν μέσα οι αλητες
Κατούρησαν το ποτήρι με το νερό μου
Μασούλησαν τις σελίδες από ένα βιβλίο που διάβαζα
Διασκέδασαν με αγαθά που έφεραν παραμάσχαλα και στις παλάμες τους κρατημένα
Δεν τους έφταναν τα δικά μου
Απαίτησαν μάλιστα και άλλα, τρέχα γύρευε με τους παράξενους επισκέπτες
Χαμογέλασαν, χαμογελασα και εγώ
Και σαν κύριοι, εξαφανίστηκαν πριν καλά καλά
Προλάβω να τους σερβίρω ένα γλυκό
Απέμεινα πάλι μόνος να κοιτάζω
Το τραπέζι μου
Αν και, τώρα που το καλοσκεφτομαι,
Δεν το πρόσεχα πολύ ούτως η άλλως
Δεν του έδωσα την απαραίτητη σημασία πότε μου
Δεν ήταν και τρομερή η καταστροφή που προκάλεσαν
Εκείνη τη στιγμή, έτσι σκέφτηκα
Αργότερα αποδείχθηκα λαθος, η ζημιά είχε γίνει, φαινομενικά επουσιώδης αλλά σημαντική, δεν την είχα επιδιορθώσει, έβαλα μόνο εναν σκάρτο αντικλεπτικο μηχανισμό, ξεσκόνισα όσα βλέπει η πεθερά
Και επαναπαύτηκα
Μόνος στην καρέκλα πάνω, είναι βολική.
Έξω έχει κρυο
Επισκεύασα κάποια παράθυρα
Μένει μόνο να μονώσω και να βάλω θέρμανση
Και να πάρω ενα-
Μπα, ξέχνα το
Δεν αγοράζω νέο τραπέζι
Θα μείνω με αυτό που
Μου χάρισαν η μαμά και ο μπαμπάς μου
Μερικές μεταρρύθμισεις μόνο, να γίνει λίγο πιο όμορφο
-θεοι, πόσο λίγο το εκτίμησα!-
Ίσως κλέφτες ξαναμπουκαρουν
Αδιάφορο
Ενίοτε τους περίμενα , εν αγνοία και των δυο μας
Δεν μπορείς να τους αποτρεψεις ούτε να τους καταλάβεις όλους
Και ίσως προκαλέσουν πάλι φθορές πάνω
Στο τραπέζι μου
Μα θα έχω κάνα δυο παραπάνω μάτια ανοιχτά
Να προλάβω τις σημαντικότερες ζημιές
Και το τραπέζι γεματο με καλούδια
Πάντα ήταν για όλους
Ας γευματίσουν μέχρι να σκάσουν
Ας πιουν μέχρι να ξερασουν
Θα είμαι πιο έτοιμος
Θα είμαι πιο καχύποπτος
Και θα τους χαίρομαι καθώς διασκεδάζουν
Εγώ
Μόνος πάνω στην καρέκλα
Με τους δαίμονες μου
Από πίσω μου.
Ο καιρός είναι μουντός
Χιόνισε στα μυχία και στην καρδιά μου
Μα ένα κενό στα σύννεφα αφήνει
Λίγες αχτίδες να κάνουν την εμφάνιση τους
Κουνάω το χέρι μου εύθυμα, τις καλωσορίζω
Θα έρθουν, κάποιες ήρθαν, περιμένω και τις άλλες.
Σχημάτισα πάνω στην επιφάνεια του τραπεζιού μου
Εκεί που έπεσε κάμποσο χιόνι ένα χαμογελαστό προσωπάκι
Και το φίλησα
Πήρα την χαρά του.
Ο χρόνος τελειώνει, νέος αρχιζει, νέος και για κάποιους
Θα φανεί τόσο παλιός όσο και οι προηγούμενοι
Ήρεμες οι νύχτες που προσμενουν οι πιστοί
Και εμεις, οι βλάσφημοι,
Προσμένουμε λίγη ηρεμία και
Λίγες ακόμη χαρές
Ενώ καθόμαστε στην καρέκλα μας, μπροστά από το τραπέζι μας
Μπροστά από τους εχθρούς μας
Σήκωστε ψηλά τα ποτήρια σας!
Σήκωστε ψηλά τα ποτήρια σας!
Σήκωστε ψηλά τα ποτήρια σας!
Σας εύχομαι ότι εύχεστε και εσείς για τον εαυτό σας
Τίποτα δεν χάθηκε
Ξαναασπρίζουν οι σελίδες
Είθε το πνεύμα των Χριστουγέννων
Να αγκαλιάσει κάθε ψυχή ξεχωριστά
Ο Άγιος Βασίλης υπάρχει
Αναμένει τα γράμματα σας
Δεν το ξέρατε;
Τόσο πολύ μεγαλώσατε;

Ένα παιδί,
Ορφανίδης Γ. Θεόδωρος

("Λίγο πριν την Γέννηση...)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

  Σε κανέναν δεν χωράνε Και σε κανέναν δεν πηγαίνουν  Τα δικά μου παπούτσια. Είναι ένα και μοναδικό ζευγάρι  Που όμοιο του δεν έχει φτιαχτεί...