Δημήτρη μου;
Έλα, αγάπη μου!
Βασικά, περίμενε...έρχομαι!
Η Αλίκη μπήκε στο δωμάτιο του Δημήτρη, ο οποίος της έκανε νόημα με το χέρι να περιμένει λίγο, γιατί κάτι έγραφε στο laptop του. Όταν τελείωσε, πήρε τα μάτια του από την οθόνη και την κοίταξε.
Συγγνώμη. Λοιπόν;
Ήθελα να σου πω... Η μαμά θα επισκεφθεί έναν γιατρό την Δευτέρα και θα έρθει με τον μπαμπά και την Σοφία στην Θεσσαλονίκη από την Παρασκευή. Θέλεις να φας μαζί μας το Σάββατο; Να τους γνωρίσεις, κιόλας;
Με το άκουσμα αυτής της πρότασης, Ο Δημήτρης ένιωσε λίγο άβολα. Βέβαια, έφτανε χρόνος από τότε που τα έφτιαξαν, ωστόσο...Θεωρούσε πως αυτές οι γνωριμίες γινόντουσαν κυρίως όταν το ζευγάρι το πήγαινε για γάμο ή κάτι τέτοιο. Όμως, για να μην την δυσαρεστήσει - και γιατί είχε το ενδιαφέρον της αυτού του είδους η συναναστροφή- είπε πως ναι, ευχαρίστως θα έτρωγε μαζί τους. Η Αλίκη τρελάθηκε από την χαρά της.
Μην αγχώνεσαι. Είμαι σίγουρη πως θα σε λατρέψουν!
Είμαι σίγουρος και εγώ! Η μαμά σου, τελικά...
Το ίδιο βράδυ βγήκε με τους φίλους του και το ανέφερε, κάπως διστακτικά.
Ω μωλέ τον Δημητλάκη! είπε ο Βασίλης, ακουμπώντας τον ώμο του και όλοι γέλασαν.
Μην γελάτε ρε! Καλά, δεν γαμιέται! Χαχαχα. Απλά...πρώτη φορά θα...δεν ξέρω, μου φαίνεται λίγο περίεργο.
Όλα καλά θα πάνε ρε, του είπε ο Ορέστης. Το πολύ-πολύ να σε πάρει την επόμενη μέρα ο πατέρας της και να σε απειλήσει με θάνατο αν δεν την χωρίσεις.
Τόσο χάλια είμαι ρε;
Χαχαχαχα. Φρόντισε μόνο να μην σε πιάσουν τα δικά σου. Πιες τίποτα πριν πας, να τσιλάρεις.
Αλλά μην το παρακάνεις, είπε ο Γιώργος. Γιατί αν αρχίσεις να λες τα αστεία σου και πόσο ωραίο κώλο έχει η Αλίκη και κατεβάσεις κάνα παντελόνι, πρώτη η Αλίκη θα πάθει καμία παράκρουση.
Δίκιο έχεις! είπε ο Δημήτρης. Αλλά έχει ωραίο κώλο η άτιμη!
Το Σάββατο έφτασε. Είχε ένα μπουκάλι ροζέ κρασί στο ψυγείο. Γέμισε ένα ποτήρι και το κατέβασε μονορούφι. Μετά, έπλυνε κάνα πεντάλεπτο τα δόντια του για να φύγει η μυρωδιά, πέρασε δέκα λεπτά μπροστά από την ντουλάπα του κίνησε για το σπίτι της Αλίκης, καπνίζοντας στην διαδρομή νευρικά τσιγάρα.
Το σπίτι ήταν γεμάτο με φωνές, όταν του άνοιξε την πόρτα η Αλίκη. Φορούσε τζιν παντελόνι, λευκό t-shirt και ένα σετ σκουλαρίκια που της είχε πάρει δώρο. Ο Δημήτρης κοντοστάθηκε και η κοιλιά του σφίχτηκε. Αφού βεβαιώθηκε πως δεν την έβλεπε κανείς, του έδωσε ένα πεταχτό φιλί και τον καλωσόρισε μέσα.
Τι κρατάς εκεί; τον ρώτησε, ενώ έβγαζε τα παπούτσια του.
Σκέφτηκα να πάρω ένα κρασί, μην έρθω με άδεια χέρια. Μου είπες πως στον μπαμπά σου αρέσει το κρασί, γι' αυτό πήρα κρασί. Ένα κρασί για το σπίτι. Κρασοσπίτι. Χαχα.
Τι έπαθες;
Δεν έχω ιδέα! Αλλά το φιλί βοήθησε.
Προσπαθώντας να χαμογελάσει, έκανε μια γκριμάτσα και η Αλίκη τον χάιδεψε στο αριστερό μπράτσο.
Μόλις μπήκαν στο σαλόνι, τον σύστησε σε όλη την οικογένεια, η μαμά μου η Ελένη, η αδερφή μου η Σοφία και ο μπαμπάς μου ο Θανάσης. Έσφιξε όλων τα χέρια, χαμογελώντας. Ο μπαμπάς της Αλίκης του το έσφιξε δυνατά και τον κοίταξε μέσα στα μάτια, ο Δημήτρης νόμιζε μέσα στην ψυχή του. Στραβοκατάπιε.
Κάθισε, Δημήτρη, σαν το σπίτι σου! τον προσκάλεσε ο πατέρας- ο Δημήτρης υπάκουσε. Η Αλίκη μας έχει πει τόσα για σένα! είπε η μαμά. Ανυπομονούσαμε να σε γνωρίσουμε!
Το στόμα του Δημήτρη λες και ήταν κολλημένο, δεν μπορούσε να αρθρώσει λέξη. Μόνο χαμογελούσε.
Τι ευγενικό παιδί, δίκιο είχε το Αλικάκι! Σαν το σπίτι σου, το φαγητό θα είναι έτοιμο σε λίγο!
Έμεινε μόνος με τον πατέρα της. Παρόλο που καθόταν, καταλάβαινε πως ήταν ψηλός και γεροδεμένος. Τα τόσα χρόνια στο χωράφι - η Αλίκη του είχε πει πως ο μπαμπάς της ήταν αγρότης από όταν θυμόταν τον εαυτό του- τον είχαν γαλουχήσει.
Λοιπόν, Δημήτρη! Πως είσαι;
Ξαφνιάστηκε. Μόλις τώρα παρατηρούσε την φωνή του, που, σε αντίθεση με την εμφάνισή του, ήταν απαλή και μεστή.
Καλά είμαι. Εσείς;
Και εγώ μια χαρά! Αλλά μίλα μου στον ενικό, δεν είμαι και τόσο μεγάλος!
Χαμογέλασαν.
Η Αλίκη μου είπε πως δουλεύεις σε βιβλιοπωλείο;
Ναι, ναι!
Αυτό σπούδασες ή εκεί σε έφερε η ζωή;
Τέλειωσα Φιλολογία, εδώ, στο Α.Π.Θ., αλλά εκεί με έφερε η ζωή, χαχα.
Η Αλίκη μου είπε οτι γράφεις κιόλας. Μπράβο σου!
Ευχαριστώ πολύ!
Ξέρεις, στα νιάτα μου έγραφα και εγώ. Λίγο το Κόμμα, λίγο οι συναναστροφές, λίγο η εποχή, άνοιξα μερικά βιβλία και το είχα νεανική τρέλα. Έτσι έριξα και την μαμά της Αλίκης, της έγραψα ένα ποίημα.
Πολύ ρομαντικό! είπε ο Δημήτρης και χαμογέλασε.
Από ρομαντισμούς, άλλο τίποτα! Αλλά μετά έκανα οικογένεια, υποχρεώσεις, ξέρεις...τα άφησα πίσω μου. Αλλά δεν μετανιώνω, μεγάλωσα δύο υπέροχα κορίτσια και έχω μια γυναίκα που με αγαπάει και την αγαπάω, ακόμα και τόσα χρόνια μετά.
Ξεκίνησε τις ιστορίες του; ακούστηκε η μαμά της Αλίκης, πλησιάζοντάς τους.
Έλεγα στον Δημήτρη πως σε έκανα να με ερωτευτείς! της είπε και του έκλεισε το μάτι γελώντας.
Απαπα, τι του λες του παιδιού, καλέ! Άντε, ελάτε να φάμε, τα κορίτσια έστρωσαν το τραπέζι.
Σηκώθηκαν και οι δύο σχεδόν ταυτόχρονα. Ο Δημήτρης έκανε χώρο να περάσει πρώτος ο πατέρας της Αλίκης και εκείνος το κατάλαβε.
Στο τραπέζι, τα πράγματα κύλησαν όμορφα, με συζήτηση, φαγητό και ποτό. Μια ευδαιμονία πρωτόγνωρη εξουσίασε τον Δημήτρη και του επέτρεψε να είναι όπως ο ίδιος πίστευε πως έπρεπε να είναι, για να κάνει καλή εντύπωση. Του άρεσε εκείνο το κλίμα. Δεν χρειαζόταν να παριστάνει κάποιον άλλον. Στις κλεφτές ματιές που έριχνε στην Αλίκη, το καταλάβαινε από τα μάτια της πως όλα πήγαιναν καλά. Και αυτό ήταν το πιο σημαντικό.
Οι γονείς μου σε λάτρεψαν! Και η αδερφή μου σε συμπάθησε, πράγμα περίεργο! Αχ, είμαι τόσο ευτυχισμένη, του είπε η Αλίκη το επόμενο βράδυ, όταν πήγε σπίτι του, ενώ ξάπλωναν στο κρεβάτι.
Αν τους έδωσα καλή πρώτη εντύπωση χαίρομαι! Δεν ήξερα πως θα πήγαινε όλο αυτό. Σε ευχαριστώ που με προσκάλεσες! είπε ο Δημήτρης και την έσφιξε στην αγκαλιά του.
Η χαρά είναι δική μου. Ο μπαμπάς μου είπε να σε παντρευτώ να μην σε χάσω! Χαχαχα.
Έχουν χιούμορ οι δικοί σου. Και φαίνονται κουλ άνθρωποι. Περίεργος χαρακτηρισμός για γονείς, δεν μου ήρθε κάτι άλλο, χαχαχα. Με την αδερφή σου μοιάζετε περισσότερο από κοντά από ό,τι στις φωτογραφίες. Έχετε το ίδιο χαμόγελο, τα ίδια χαρακτηριστικά.
Και έχουμε τόσα χρόνια διαφορά, φαντάσου!
Εσένα οι δικοί σου πότε θα έρθουν; Θα ήθελα να τους γνωρίσω κάποια στιγμή.
Έχουν πεθάνει οι δικοί μου! είπε με τέρμα σοβαρό ύφος και αμέσως γέλασε. Συγγνώμη, μου βγήκε απότομα! Πολύ κακό αστείο...
Η Αλίκη άρχισε να τον σφαλιαρίζει στο μπράτσο.
Δεν-λέμε-τέτοια-ά-στεία! Χαζέ!
Φαντάζομαι όταν ξαναέρθουν μπορούμε να..ναι, γιατί όχι;
Ωραία!
Τότε, κλείστηκε για λίγο στον εαυτό του.
Τι έπαθες, αγάπη μου; τον ρώτησε η Αλίκη. Σοβάρεψες απότομα.
Να...είναι που...οι δικοί σου είναι τόσο...και οι δικοί μου, δηλαδή, αλλά...μπορώ να σου εξομολογηθώ κάτι;
Φυσικά! Ό,τι θέλεις!
Ο Δημήτρης τακτοποιήθηκε καλύτερα στην θέση του και καθάρισε τον λαιμό του.
Σας ζήλεψα σήμερα. Δε μου φάνηκε πως ήταν ένα...ας το πούμε θέατρο όλο αυτό. Μου φάνηκε πως έτσι είστε γενικά σαν οικογένεια. Και ήταν τόσο ωραίο! Όχι πως η δικιά μου είναι καμία οικογένεια αγροίκων και άξεστων, απλά...τους αγαπάω και είναι αίμα μου...καμιά φορά, όμως, θα ήθελα να είναι λίγο διαφορετικοί όταν είμαστε όλοι μαζί. Λίγο σαν τους δικούς σου. Είμαι κακός αν το πω αυτό; Έχουν κάνει τόσα για μένα, αλλά νιώθω πως...δεν ξέρω... είναι σα να λέω πως ντρέπομαι γι' αυτούς, αλλά δεν ισχύει! Είμαι τόσο ηλίθιος!
Ένιωσε τα μάτια του να υγραίνονται και δεν μπόρεσε να τα συγκρατήσει. Η Αλίκη έπεσε πάνω του και τον αγκάλιασε.
Δημήτρη μου! Μη νιώθεις έτσι! Και εμένα οι γονείς μου δεν είναι οι τέλειοι άνθρωποι, έχουν τα ελαττώματα τους, όπως όλοι οι άνθρωποι. Και είμαι σίγουρη πως οι γονείς σου είναι υπέροχοι άνθρωποι, γιατί έφεραν στον κόσμο και μεγάλωσαν έναν υπέροχο άνθρωπο! Αν νιώθεις αμήχανα, δεν πειράζει! Θα τους γνωρίσω όταν είσαι έτοιμος.
Του σκούπισε τα μάτια και τον φίλησε στο μάγουλο. Όταν ηρέμησε, ο Δημήτρης την κοίταξε στα μάτια και της έπιασε τα χέρια.
Συγγνώμη. Δεν ξέρω τι με έπιασε. Μου είπαν οτι μπορεί να έρθουν την άλλη εβδομάδα. Θα τους πω οτι θα έρθεις να φας μαζί μας. Η μαμά θα πετάξει από την χαρά της. Ο μπαμπάς δεν θα το δείξει, είμαι σίγουρος, αλλά θα ενθουσιαστεί και αυτός με την μέλλουσα κυρία Φωτιάδη!
Μμμμ, δεν έχεις τόσα λεφτά για να μου πάρεις την βέρα που θέλω!
Ναι, αλλά έτσι ξέρω πως δεν είσαι μαζί μου για τα λεφτά.
Σίγουρα δεν είμαι μαζί σου για το χιούμορ σου!
Πήρες όλο το πακέτο, αγαπητή! Αποδέξου τις συνέπειες!
Ω, ήμουν τόσο αθώα, δεν ήξερα που έμπλεκα!
Έπεσε πάνω της και άρχισε να την γαργαλάει. Και όλα τα σύννεφα καθάρισαν από τον ουρανό και ο ήλιος βγήκε.
-Θεόδωρος Ορφανίδης (Ο.Γ.Θ.)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου