Α, ξέχασα να προσθέσω πως δεν τα κατάφερα. Μα σε ποιον μιλάω; Σε τι; Ως προς τι; Ανέφερα κάτι προηγουμένως; Ίσως έχω αρχίσει να τα χάνω. Ίσως να είναι πρόωρα σημάδια άνοιας, αλλά δεν είμαι δα και τόσο μεγάλος. Μονάχα λίγο βλαμμένος και κομματάκι ανισόρροπος. Τέλος πάντων, ας το πιάσουμε από αλλού, από που;, από κάπου, τέλος πάντων, για να μην μπερδευτούμε και για να διατηρηθεί μια κάποια ροή.
Έχουμε και λέμε: αναγκάστηκα να του ζητήσω δανεικά, γιατί έπρεπε να... Όχι, δεν έπρεπε, απλά εγώ τα ήθελα για... Αν και τα πρέπει μας καμιά φορά... Αλήθεια, ζήτησα δανεικά; Και, αν ζήτησα, γιατί δεν τα έδωσα πίσω; Όχι, όχι, δεν είναι αυτό.
Ουφ, πάμε πάλι!
(Μουσική Supermarket)
Είναι δύσκολο να οργανώσεις τις σκέψεις σου καμιά φορά. Γυροφέρνεις στο κεφάλι σου το ίδιο πράγμα, ξανά και ξανά, μέχρι που γίνεται μια μάζα πηχτή, σαν ζυμάρι. Ή, μπορεί να το σκεφτείς μια φορά, να πεις, Α!, αυτό είναι σημαντικό για μένα, σημαντικό για την ίδια μου την ζωή, για το μέλλον μου κλπ., και, προτού το καταλάβεις, να το έχεις ξεχάσει και να το θυμηθείς πάλι σε μια εντελώς ανύποπτη στιγμή, εντελώς άκυρη, εκεί που κάνεις μπάνιο, ας πούμε, ή ενώ σε κατσαδιάζει το αφεντικό σου. Πάμε, ανύποπτη στιγμή, θα απασχολήσω τον εγκέφαλό μου με κάτι άλλο, έτσι ώστε να μου έρθει αυτό για το οποίο έκανα λόγο εξ' αρχής.
Έχουμε και λέμε: αναγκάστηκα να του ζητήσω δανεικά, γιατί έπρεπε να... Όχι, δεν έπρεπε, απλά εγώ τα ήθελα για... Αν και τα πρέπει μας καμιά φορά... Αλήθεια, ζήτησα δανεικά; Και, αν ζήτησα, γιατί δεν τα έδωσα πίσω; Όχι, όχι, δεν είναι αυτό.
Ουφ, πάμε πάλι!
(Μουσική Supermarket)
Είναι δύσκολο να οργανώσεις τις σκέψεις σου καμιά φορά. Γυροφέρνεις στο κεφάλι σου το ίδιο πράγμα, ξανά και ξανά, μέχρι που γίνεται μια μάζα πηχτή, σαν ζυμάρι. Ή, μπορεί να το σκεφτείς μια φορά, να πεις, Α!, αυτό είναι σημαντικό για μένα, σημαντικό για την ίδια μου την ζωή, για το μέλλον μου κλπ., και, προτού το καταλάβεις, να το έχεις ξεχάσει και να το θυμηθείς πάλι σε μια εντελώς ανύποπτη στιγμή, εντελώς άκυρη, εκεί που κάνεις μπάνιο, ας πούμε, ή ενώ σε κατσαδιάζει το αφεντικό σου. Πάμε, ανύποπτη στιγμή, θα απασχολήσω τον εγκέφαλό μου με κάτι άλλο, έτσι ώστε να μου έρθει αυτό για το οποίο έκανα λόγο εξ' αρχής.
<<Ένας τύπος μπαίνει στο σπίτι του. Η γυναίκα του πετάγεται από τον καναπέ και τρέχει να τον αγκαλιάσει. Εκείνος της ρίχνει σφαλιάρα.
-Καριόλα!, της λέει οργισμένα.
Εκείνη τα έχει χάσει.
-Είσαι έγκυος και μου το λες έτσι απλά;
-Πας καλά ρε; Πως να στο πω;
-Ποιος είναι ο πατέρας;
-Εσύ, ποιος θες να είναι;
-Α, εγώ...Ok, αντέδρασα κάπως υπερβολικά, δε νομίζεις.
-Βρε σατανά!>>
Ναι, εντάξει, δεν ήταν ο καλύτερος διάλογος. Αλλά εδώ μου διαβάζετε μαλακίες επί μαλακιών, αυτό σας πείραξε; Τουλάχιστον είχε συναίσθημα και ήταν και λίγο απροσδόκητο... Άντε, πάμε πάλι, λίγο πιο ανάλαφρο.
<<Ο Ρίτσαρντ γύρισε εξουθενωμένος από την πολύωρη πτήση του. Στην Ελβετία, όπου βρισκόταν, είχε ένα πολύ σημαντικό meeting και το μόνο που ήθελε ήταν να ξεκουραστεί. Στο σπίτι, τον περίμενε η Αναστασία, η οποία ήταν κόρη καθαρίστριας και την οποία ο Ρίτσαρντ είχε ερωτευθεί σφόδρα από την πρώτη φορά που την είδε, ενώ εκείνη βοηθούσε την μητέρα της, που καθάριζε τα δωμάτια ενός από τα πολλά ξενοδοχεία που είχε ο Ρίτσαρντ. Δεν τον ένοιαζαν ούτε η εμφάνισή της, ούτε η καταγωγή της, ούτε τίποτα. Η καρδιά της ήταν το μόνο που κοίταζε.
Ο Ρίτσαρντ μπήκε στο σπίτι και η Αναστασία, μόλις τον κατάλαβε, σηκώθηκε και η καρδιά της πετάρισε. Εκείνος μπήκε στο σαλόνι. Την είδε που έπινε το ουίσκι της, διαβάζοντας ένα περιοδικό. Πήγε κοντά της, της πήρε το περιοδικό από τα χέρια και μετά της τα αγκάλιασε με τα δικά του. Τα μάγουλα της Αναστασίας κοκκίνισαν.
-Αγάπη μου!, της είπε.
-Φως μου!, του είπε.
-Λατρεία μου!
-Ζουζούνι μου!
-Έχω να σου πω κάτι...
Η Αναστασία ταράχτηκε. Ανακάθισε καλύτερα. Το φυλλοκάρδι της έτρεμε. Τι να ήθελε να της πει;
-Αναστασία...
-Ρίτσαρντ...
-Αναστασία...Ωωωω...
-Ρίτσαρντ...Τι έγινε;
-Μου τηλεφώνησε ο...Είχα βάλει ιδιωτικό ντετέκτιβ και...Αναστασία...Είμαστε αδέρφια!
-ΤΙΙΙΙ;>>
Έβαλα λίγη ανατροπή στο τέλος. Πως σας φάνηκε; Τέλος πάντων...
Το θέμα είναι πως ακόμα δεν κατάφερα να θυμηθώ εκείνο για το οποίο ξεκίνησα, που είπα στην αρχή πως δεν τα κατάφερα. Και τελικά ούτε δανεικά ζήτησα. Αυτό, τουλάχιστον, το θυμήθηκα. Αλλά τι να γίνει; Καμιά φορά ξεκινάς από κάπου, χωρίς απαραίτητα να καταλήξεις κάπου. Είναι και αυτό μέρος της διαδικασίας.
Κάποια μέρα θα βγάλω φτερά. Κάποια μέρα θα βρω τις σωστές λέξεις και θα σταματήσω να κρύβομαι πίσω από αυτές. Μέχρι τότε...
-Καριόλα!, της λέει οργισμένα.
Εκείνη τα έχει χάσει.
-Είσαι έγκυος και μου το λες έτσι απλά;
-Πας καλά ρε; Πως να στο πω;
-Ποιος είναι ο πατέρας;
-Εσύ, ποιος θες να είναι;
-Α, εγώ...Ok, αντέδρασα κάπως υπερβολικά, δε νομίζεις.
-Βρε σατανά!>>
Ναι, εντάξει, δεν ήταν ο καλύτερος διάλογος. Αλλά εδώ μου διαβάζετε μαλακίες επί μαλακιών, αυτό σας πείραξε; Τουλάχιστον είχε συναίσθημα και ήταν και λίγο απροσδόκητο... Άντε, πάμε πάλι, λίγο πιο ανάλαφρο.
<<Ο Ρίτσαρντ γύρισε εξουθενωμένος από την πολύωρη πτήση του. Στην Ελβετία, όπου βρισκόταν, είχε ένα πολύ σημαντικό meeting και το μόνο που ήθελε ήταν να ξεκουραστεί. Στο σπίτι, τον περίμενε η Αναστασία, η οποία ήταν κόρη καθαρίστριας και την οποία ο Ρίτσαρντ είχε ερωτευθεί σφόδρα από την πρώτη φορά που την είδε, ενώ εκείνη βοηθούσε την μητέρα της, που καθάριζε τα δωμάτια ενός από τα πολλά ξενοδοχεία που είχε ο Ρίτσαρντ. Δεν τον ένοιαζαν ούτε η εμφάνισή της, ούτε η καταγωγή της, ούτε τίποτα. Η καρδιά της ήταν το μόνο που κοίταζε.
Ο Ρίτσαρντ μπήκε στο σπίτι και η Αναστασία, μόλις τον κατάλαβε, σηκώθηκε και η καρδιά της πετάρισε. Εκείνος μπήκε στο σαλόνι. Την είδε που έπινε το ουίσκι της, διαβάζοντας ένα περιοδικό. Πήγε κοντά της, της πήρε το περιοδικό από τα χέρια και μετά της τα αγκάλιασε με τα δικά του. Τα μάγουλα της Αναστασίας κοκκίνισαν.
-Αγάπη μου!, της είπε.
-Φως μου!, του είπε.
-Λατρεία μου!
-Ζουζούνι μου!
-Έχω να σου πω κάτι...
Η Αναστασία ταράχτηκε. Ανακάθισε καλύτερα. Το φυλλοκάρδι της έτρεμε. Τι να ήθελε να της πει;
-Αναστασία...
-Ρίτσαρντ...
-Αναστασία...Ωωωω...
-Ρίτσαρντ...Τι έγινε;
-Μου τηλεφώνησε ο...Είχα βάλει ιδιωτικό ντετέκτιβ και...Αναστασία...Είμαστε αδέρφια!
-ΤΙΙΙΙ;>>
Έβαλα λίγη ανατροπή στο τέλος. Πως σας φάνηκε; Τέλος πάντων...
Το θέμα είναι πως ακόμα δεν κατάφερα να θυμηθώ εκείνο για το οποίο ξεκίνησα, που είπα στην αρχή πως δεν τα κατάφερα. Και τελικά ούτε δανεικά ζήτησα. Αυτό, τουλάχιστον, το θυμήθηκα. Αλλά τι να γίνει; Καμιά φορά ξεκινάς από κάπου, χωρίς απαραίτητα να καταλήξεις κάπου. Είναι και αυτό μέρος της διαδικασίας.
Κάποια μέρα θα βγάλω φτερά. Κάποια μέρα θα βρω τις σωστές λέξεις και θα σταματήσω να κρύβομαι πίσω από αυτές. Μέχρι τότε...
-Θεόδωρος Ορφανίδης (Ο.Γ.Θ.)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου