Σάββατο 7 Δεκεμβρίου 2019

Το φίδι

Φίδι(Το): Ερπετό που τρέφεται με μικρά ζώα, πουλιά ,αυγά ή έντομα , ενώ άλλα μεγαλύτερα, όπως ο πύθωνας , τρέφονται με μεγαλύτερα ζώα. Υπάρχουν πολλά είδη φιδιών και λίγα μόνο είναι δηλητηριώδη και επικίνδυνα για τον άνθρωπο.
Υποτυπώδης ορισμός της λέξης αυτής, κυριολεκτική εννοια. Όπως κάθε ουσιαστικό σχεδόν, χρησιμοποιείται και μεταφορικά. Ιδιαίτερη σημασία αποκτά στον στρατό, όπου φίδι είναι αυτός που σέρνεται, αυτός δηλαδή που προσπαθεί να την σκαπουλάρει από τυχόν αγγαριες και τα σχετικά ή καταβάλλει την λιγότερη δυνατή προσπάθεια κατά την τέλεση τους. Πάλι υποτυπώδης ορισμός. Για όποιον πάει ή έχει πάει ή θα πάει στρατό , τα φίδια είναι φαινόμενο όχι σπάνιο. Ο Φάνης είχε εντοπίσει αρκετά στο κέντρο που παρουσιάστηκε , τα οποία μειώθηκαν,όσο περνούσε ο καιρός, από τους εκάστοτε κυνηγούς ,οι οποίοι , μη θέλοντας να παριστάνουν τους ηλίθιους κάνοντας όσες χαμαλοδουλειες τους έβαζαν, τα έπιαναν και τα ανάγκαζαν να συνεισφέρουν στο σύνολο.
Ο Φάνης έκανε παρέα με ένα τέτοιο, τον Αντωνίου. Καλό παιδί, φιλότιμο, αλλά αρκετά αντίθετο τόσο με την λογικη- αν μπορεί σε τέτοια μέρη να χρησιμοποιηθεί αυτή η λέξη, αρκετά δυσκολο- όσο και με τα όσα διαδραματίζονται μέσα στο στρατό.
Συναντήθηκαν στα ΣΠΕΝ- μετά το κεντρο- και την πρώτη φορά που τους έβαλαν αγγαρεία, να καθαρίσουν τις τουαλέτες, ο Αντωνίου επικαλέστηκε στομαχικές διαταραχές και πήγε και κλειδώθηκε μέσα σε μια τούρκικη για περίπου τρεις ώρες, εφόσον όμως την είχαν καθαρίσει πρώτα. Ο Φάνης τον ρώτησε τι στο καλό έκανε τόσες ώρες εκεί μέσα και ο Αντωνίου του απάντησε πως μετρούσε τα χαμένα του όνειρα.
Ο Φάνης τον παρατηρούσε με πόση νωχελικοτητα κινούνταν μέσα στο χώρο εκείνο, μα με τι ζωντάνια ετοιμαζοταν όταν είχαν έστω και τρεις ώρες εξοδο. Συχνά πυκνά ο Αντωνίου του έλεγε, Δεν αντέχω λεπτό εδω μέσα ,πνιγομαι, πνίγονται όλες οι χαρές μου και οι ώρες μου, και ο Φάνης  του απαντούσε ,Λίγοι μήνες είναι ρε και μετά φτου ξελευτερια, μην μας είδανε ξανα, λίγη υπομονή.
Ωστόσο αρκετοί ήταν εκείνοι που δεν τον πήγαιναν μια τον Αντωνίου, γιατί τους φαινόταν κωλοπαίδι. Γαμιόμαστε εμείς κάθε μέρα να κάνουμε το ένα και το άλλο και εκείνο το αρχιδι απλά τον παίζει, είχε πει μια μέρα στον φανη ο Σαρακατσάνης, ενώ κάθονταν στο ΚΨΜ - αλλιώς "Κέντρο Ψυχαγωγίας Μονάδος". Κανείς δεν ήξερε τον Αντωνίου όσο καλά τον είχε γνωρισει- πόσο να  γνωρίσεις βέβαια έναν άνθρωπο μέσα σε τόσο μικρό χρονικό διάστημα;-, κανείς δεν είχε την επαφή που είχε  μαζί του ο Φάνης, και αυτό τον δυσκόλευε στο να τον δικαιολογήσει στους άλλους. Απλά θέλει χρόνο να προσαρμοστεί ρε Χρήστο, μην το αποπαίρνετε. Και ο Σαρακατσάνης του έλεγε πως κανείς τους δεν ήθελε να είναι εκεί μέσα αλλά όλοι έπρεπε να κάνουν υποχωρήσεις, και ο Φάνης τον καταλαβαινε, αλλά δεν μπορούσε να κάνει κάτι περισσότερο για να πείσει τον Αντωνίου να συμμορφωθεί.
Ωστόσο ήταν έντιμο παιδί, σαν έβλεπε πως δουλειά δεν έβγαινε, θα κατέβαλλε κάθε δυνατή προσπάθεια για να βοηθήσει τους άλλους. Ωστόσο, κατά κύριο λόγο, θα βολοδερνε δεξιά και αριστερά προκειμένου να μην κάνει κάτι. Αν τόσο πολύ θέλουν να μας βάζουν να κάνουμε ανούσια πράγματα, κάτι για το τίποτα, ας το κάνουν αυτοί , που όλη μέρα κωλοβαρανε, και πληρώνονται από πάνω.
Και είχε δίκιο εν μέρη, αλλά ο στρατός δεν λειτουργεί έτσι.
Κάποτε τους είχαν βάλει να καθαρίσουν κάτι φύλλα. Ανάθεμα πόσα φύλλα και πευκοβελόνες είχαν καθαρίσει και όλο έπεφταν, συνέχεια έπεφταν, όπως και το γρασίδι μεγάλωνε και ήθελε κούρεμα. Ο Αντωνίου βγήκε αναφερόμενος από έναν δόκιμο γιατί , αντί να πιάσει τη σκούπα, έπιασε τροφή και πήγε να ταίσει τα δύο σκυλάκια που σουλατσάραν πίσω από το λόχο του. Ο ΑΥΔΜ τους- κάτι σαν υπεύθυνος για τους στρατιώτες- δεν είχε όρεξη εκείνη την μέρα και του έβαλε δεκαπέντε μέρες φυλακή.
Ωστόσο ο Αντωνίου δεν νοιάστηκε. Απλώς έγινε το μεγαλύτερο φίδι που υπήρχε. Δεν έστρωνε το κρεβάτι του, δεν καθάριζε τις αρβύλες του, δεν ξυριζοταν, στην πρωινή αναφορά τον έβγαζαν με το έτσι  θέλω έξω- δεν έδινε δεκάρα.  Αφού έτσι γουστάρουν, έτσι θα κάνω και εγώ και ας μου βάλουν όσες φυλακές θέλουν, ψιθύρισε στο αυτί του Φάνη ενώ περίμεναν στην ουρά να φάνε μεσημεριανό.
Τότε ο Φάνης θυμήθηκε εκείνη τη νύχτα που του είχε εκμυστηρευτεί πως πράγματι είχε προσπαθήσει να φανεί χρήσιμος, στην αρχή της θητείας του, αλλά είχε πέσει πάνω σε άτομα που έπασχαν από το ίδιο σύνδρομο, και δεν ήθελε να κάνει τον μαλάκα. Άσε που την άλλη φορά πήγα να βοηθήσω τον άλλον, να του εξηγήσω πώς δουλεύει η υπηρεσία και εκείνος απλά με εγραφε. Ήταν παιδί ιδιαίτερο, αν καταλαβαίνεις τι εννοώ, μα άνθρωπος είμαι και εγώ, πόσο να αντέξω; Αν δεν θέλουν αυτοί μια , εγώ δεν θα κάτσω να σκάσω δέκα. Οι ίδιοι πάνω-κάτω είναι και εδώ, ξέρω τι έκαναν πριν , μην σε ξεγελάνε.
Εκτοτε δεν κοιμόταν. Με μάτια ορθανοιχτα παρατηρούσε τους πάντες, με ένα σαρδονιο χαμόγελο ζωγραφισμένο στα χείλη του. Και που και που έβγαζε τη γλώσσα του έξω, σα να τον ενοχλούσε κάτι στα χείλη του και ήθελε να τα ξύσει. Όλοι παραξενευόντουσαν αλλά, οπότε κάποιος ανώτερος τον πλησίαζε , φερόταν φυσιολογικά, οπότε ήταν δύσκολο να τον κατηγορήσουν για κάτι.
.... Ήταν βράδυ. Ο Φάνης σηκώθηκε από τον ελάχιστο και διακεκομμένο ύπνο του για να κατουρήσει. Κατέβηκε τα σκαλιά και είδε την πλάτη του Αντωνίου να σέρνεται μέσα σε μία τουαλέτα. Δεν τον είχε πάρει χαμπάρι αλλά δεν παραξενεύτηκε κιόλας, γιατί κουτουλούσε σαν τρελός. Κατούρησε, πάτησε το καζανάκι και έκανε να ανέβει όταν, μέσα από την τουαλέτα που είχε μπει ο Αντωνίου ακούστηκε ένας γδούπος. Σαστισμένος, ο Φάνης άνοιξε απότομα την πόρτα. Κοκκάλωσε. Στη θέση εκείνου που περίμενε να δει τον Αντωνίου, είδε το κενό και ένας ήχος τον έκανε να αποθέσει στο μποξεράκι του και τις τελευταίες σταγόνες κατουρλιού:  ήταν ένα φίδι. Ένα πραγματικό φίδι, μεσα στην τούρκικη, Ιανουάριο μήνα. Πήγε να ουρλιάξει μα δεν το έκανε. Κάτι τον απέτρεψε. Έβλεπε το φίδι να τον κοιτάει, να κουνιέται χαρωπά και να φεύγει. Είχε χρώμα κόκκινο.
Αφού ξεπαγωσαν τα πόδια του, ξεπέρασε το πρώτο σοκ και έσπευσε να ενημερώσει τον θαλαμοφυλακα, ο οποίος με τη σειρά του το ανέφερε στο ΑΥΔΜ, με αποτέλεσμα να ξυπνήσουν όλο το θάλαμο για λόγους ασφαλείας. Έπειτα από ψάξιμο μιας ώρας δεν βρήκαν κάτι, γεγονός που δεν τους ανακούφισε καθόλου, συνοδευόμενο από βλασφημίες και γαμωσταυρίδια, γιατί τους  έβγαλαν έξω στη παγωνιά.
Ο Φάνης δεν είδε πουθενά τον Αντωνίου. Φαντάστηκε πως πάλι τρόμπαρε και νευρίασε. Πήγε να τον ψάξει σε όλα τα πιθανά μέρη που φαντάστηκε πως θα βρισκόταν για να κοιμηθεί μα δεν τον εντόπισε πουθενά. Τελευταίο άφησε το κρεβάτι του. Πάνω τίποτα. Κοίταξε κάτω και βρήκε τον μπερε του Αντωνίου. Τον μάζεψε και από μέσα έπεσε ένα χαρτί και κάτι ακόμη . Πρώτα  διάβασε το χαρτί. Έγραφε, Επιτέλους απελευθερώθηκα. Γουρλωσε τα μάτια και ενστικτωδώς έψαξε με τα μάτια του το άλλο κομμάτι του παζλ. Έντρομος το σήκωσε. Ήταν κομμάτια από δέρμα.
Την αλλη μέρα έμαθαν πως οι γάτες του στρατοπέδου εντόπισαν ένα φίδι και το έφαγαν.
Και ο Αντωνίου δεν βρισκόταν πουθενά.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

  Σε κανέναν δεν χωράνε Και σε κανέναν δεν πηγαίνουν  Τα δικά μου παπούτσια. Είναι ένα και μοναδικό ζευγάρι  Που όμοιο του δεν έχει φτιαχτεί...