Κυριακή 29 Σεπτεμβρίου 2019

Αερογέφυρα

Περνούσα τον δρόμο όταν ένα αμάξι με πάτησε. Πλάκα κάνω. Εγώ έπεσα πάνω του. Πλάκα κάνω πάλι. Δεν συγκρούστηκα με κανένα αμάξι. Ήταν μια γέφυρα και έπεσα κάτω. Ψέματα, αερογέφυρα και έπεσα στο έδαφος. Θα το 'θελα.
Βολόδερνα στην Εγνατία δίχως σκοπό. Όπως εδώ και πολύ καιρό δηλαδή.  Επεξήγηση αναγκαία: δεν βολοδέρνω απλά στη Εγνατία σαν κανένας τρελός, εννοούσα, με την προηγούμενη φράση, γενικά στη ζωή μου. Σκοπός. Τι είναι άραγε τούτη η μυστήρια λέξη με την οποία μας πυροβολούν από μικρά παιδιά; Λένε πως πρέπει να τον βρεις κάποτε, τι γίνεται όμως όταν δεν μπορείς; Εννοώ, έχω ψάξει αρκετά. Έκανα πράγματα, δοκίμασα πράγματα, αρνήθηκα πράγματα, λάθος πράγματα, σωστά πράγματα, και πάλι τίποτα. Μήπως είναι ο Ιησούς; Ίσως ο Αλλάχ;  Ένα φυτό στο σπίτι σου; Ένα βιβλίο; Μια γάτα; Κάποιος άνθρωπος; Δεν ξέρω. Έφτασα τριάντα και ακόμη δεν το έμαθα. Και δεν είμαι άνθρωπος που έχει μεγάλη υπομονή.
Το όνομά μου δεν έχει σημασία. Θα είχε μια ελάσσονα, αν είχα και εγώ. Λέτε με Φάνη. Δεν θέλω να σας ζαλίσω με την παιδική και εφηβική μου ηλικία, δεν ήταν εκεί το θέμα. Κάποια στιγμή έγινα φοιτητής, αυτό είναι γεγονός. Και τη σχολή μου την τελείωσα όλα καλά. Και δουλειά βρήκα, υπέροχα.  Μένω στη Θεσσαλονίκη χρόνια τώρα. Ωραία πόλη, χωρίς αμφιβολία. Δεν φταίει ούτε η πόλη αυτή, εγώ φταίω. Θεέ μου!
Ενώ περπατούσα, χωρίς να το καταλάβω, βρέθηκα μπροστά από ένα Today's και αποφάσισα να μπω για να πάρω μια μπύρα. Θυμάμαι ακόμη την πρώτη μέρα που ήπια μπύρα, ήμουν περίπου δώδεκα χρονών και την έκλεψα από το ψυγείο των γονιών μου. Λέω ''γονιών μου'' γιατί δεν είχα ουσιαστικά κάτι δικό μου μέσα εκεί, όλα τα αγόραζαν αυτοί, όπως και το σπίτι, τους άνηκε. Όπως και να έχει, την πήρα στα κρυφά και το ίδιο βράδυ, εκεί που όλοι κοιμόντουσαν, την ήπια σχεδόν μονοκοπανιά, πλάι στα αρκουδάκια μου. Έκανα αμέσως κεφάλι, δεν μέθυσα όμως. Από τον πατέρα μου, εκτός των άλλων, κληρονόμησα την γερή του κράση. Εξαιτίας της ζαλάδας έπεσα αμέσως για ύπνο και κοιμήθηκα περίπου δώδεκα ώρες. Ευτυχώς προνόησα να κρύψω κάπου το κουτάκι και να το πετάξω σε έναν κάδο εξωτερικό την επόμενη ημέρα. ειδάλλως θα έπρεπε να υποστώ την κατσάδα της μητέρας μου.
Είχα την μπύρα στα χέρια μου και δεν την άνοιγα. Κάτι μέσα μου μού έλεγε πως σαν το έκανα, δεν υπήρχε δρόμος επιστροφής. Επιστροφή από τι όμως; Για να επιστρέψεις από κάπου πρέπει πρώτα να ξεκινήσεις και εγώ δεν είχα την παραμικρή ιδέα αν είχα κάνει ποτέ το πρώτο βήμα.
Έμενα στο κέντρο, περιοχή Καμάρα. Είναι ωραία εκεί, βλέπεις λογιών-λογιών ανθρώπους κάθε μέρα. Καθώς πρέπει, πρεζάκια, γύφτους, αλκοολικούς, φοιτητές, περίεργα παιδιά, ανθρώπους που πάνε στις δουλειές τους, γυναίκες να επιστρέφουν σπίτι μετά από ξενύχτι και άνδρες  που δεν κατάφεραν να πλαγιάσουν μαζί τους. Δεν παρατηρώ γενικά τους ανθρώπους, αλλά μου αρέσει να τους κοιτάζω και να κάνω σενάρια για το πως είναι η ζωή τους. Δεν τους κρίνω ποτέ, ο καθένας φοράει τα παπούτσια του και πορεύεται αναλόγως το μέγεθός τους.
Πριν λίγες μέρες κατευθύνθηκα προς τα ανατολικά. Ίσως να το θεώρησα, υποσυνείδητα, συμβολικό. Ξέρετε, ανατέλλει ο ήλιος, άλλη μια μέρα να προσπαθήσεις και τα σχετικά. Όμως ο δικός μου ήλιος είχε πολύ καιρό να ανατείλει, οπότε μάλλον το έκανα σαν μια προσπάθεια αρχής μιας άλλης ζωής, της μετά θάνατον. Πώς το ξέρω πως υπάρχει και τέτοια ζωή; Δεν το ξέρω. Παίζω με τις πιθανότητες. Όλα είναι ένα ρίσκο,
Είχα βάλει στόχο να πέσω από την αερογέφυρα στην Βούλγαρη. Περνάνε από εκεί πολλά αμάξια κάθε ώρα, έτσι θα ήταν πολύ εύκολο να δώσω τέλος στο βδέλυγμα της φύσης που ακούει στο όνομά μου, ακόμη και αν δεν το πετύχαινα μόνος μου . Περπατούσα σχετικά ανάλαφρα. Σα να είχε φύγει ένα βάρος από πάνω μου. Είχα φορέσει βολικά ρούχα, φόρμες ,για να είμαι πιο άνετος. Γενικά δεν τις προτιμώ, όμως άρμοζαν στην προκειμένη περίπτωση.
Δεν ξέρω τι με βασανίζει. Χρόνια τώρα ένα καταραμένο βάρος με πίεζε, ένα νέφος γέμιζε τα πνευμόνια μου, μια βρώμα, και δεν ήταν από τα καυσαέρια και τον Θερμαϊκό. Είναι αυτό το άγνωστο που δεν σε αφήνει σε ησυχία. Δεν ήταν πως το δούλευα καιρό μέσα μου, από ένα σημείο και μετά, ένιωθα χάλια, σχεδόν σε καθημερινή βάση. Καλά, όχι χάλια, υπερβάλλω, αλλά φαντάζομαι πιάσατε το νόημα. Όπως νιώθει κάποιος όταν δεν τα πάει καλά στην εξεταστική ή όταν τον χωρίσει κάποιο έτερον ήμισυ ή τελειώνει ο μήνας και τα λεφτά δεν είναι αρκετά. Αυτό, πολλαπλασιασμένο. Και ξέρεις πως δεν σου συνέβη κάτι που να το δικαιολογεί, η ζωή σου ήταν σε γενικές γραμμές μια χαρά, πολύ καλύτερη από άλλων, πραγματικά άτυχων.  Σκέψεις να σε τριβελίζουν και να μην μπορείς να τις θέσεις σε τέλμα, έγνοιες και άγχη που δεν έχουν λόγο ύπαρξης, μαύρο φόντο. Να πάω σε ψυχολόγο ούτε κατά διάνοια. Τι ξέρουν αυτοί, ειδικοί είναι; Εντάξει πλάκα κάνω, απλώς ντρέπομαι. Ναι ,θα το παραδεχθώ, ντρέπομαι να αρχίσω να λέω τα εσώψυχα μου σε αγνώστους που αμφιβάλλω αν θα μπορούσαν να μου δώσουν κάποια λύση. Τι λέω Θεέ μου; Απλά είμαι δειλός. Δεν θέλω να παραδεχθώ κάποια πράγματα και πάντα ψάχνω τη λύση μόνος μου. Την βρήκα και σε αυτό το θέμα. Λίγο ανορθόδοξη μεν ,αλλά είναι η η καλύτερη. Κανείς δεν θα ανησυχούσε για εμένα, σκέφτηκα. Οι γονείς μου ήταν πεθαμένοι από καιρό και οι φίλοι μου θα ήταν καλύτερα δίχως εμένα. Όχι πως μοιράστηκα ποτέ μαζί τους τα θέματά μου, ούτε καν τους τα φανέρωσα αλλά, αν ήταν πραγματικοί φίλοι, δεν θα το είχαν καταλάβει; Θεέ μου τι λέω; Εγώ φταίω για όλα!
Άκουγα το Black από τους Pearl Jam. Ωραίο τραγούδι. Ποτέ δεν μπόρεσα να το νιώσω τελείως, δεν είχα ποτέ κοπέλα που να μου μαύρισε την καρδιά. Κάτι λυκοφιλίες που κατέληξαν στο κρεβάτι αλλά τίποτα παραπάνω. Άσε που εγώ θα μαύριζα την ψυχή τους, όχι αυτές την δική μου, αν πήγαινε σε κάτι πιο σοβαρό. Θεέ μου τι λέω, λες και προσπάθησα ποτέ! Εγώ φταίω για όλα.
Έφτασα στην τελική ανηφόρα και τότε μπήκε το Down in a Hole από τους Alice in Chain. Εκπληκτικό επίσης. Συνόψιζε την ζωή μου. Στην μέση της ανηφόρας είδα ένα σκυλάκι να περπατάει. Το κάλεσα κοντά μου και το χάιδεψα. Το κακόμοιρο, τι κλωτσιές και βρισιές θα είχε φάει! Έβλεπα τη θλίψη στα μάτια του και λυπόμουν μαζί του που δεν θα μπορούσα να του προσφέρω μια στέγη και την αγάπη που του άρμοζε. Θυμάμαι στο πατρικό μου είχαμε ένα, τον Ζωρζ. Μπάσταρδο, το είχαμε βρει έξω από το σπίτι σχεδόν πεθαμένο και το αναστήσαμε. Κατάφερε να ζήσει δέκα ένδοξα χρόνια μέχρι να το θάψουμε.
Κάθισα για λίγο σε ένα από τα παγκάκια που υπήρχαν εκεί και άναψα ένα τσιγάρο. Δεν κάπνισα ποτέ μου, αλλά ήθελα να δω πως είναι το τσιγάρο του μελλοθάνατου, εκείνο το τελευταίο που ζητούσαν πάντα στις ταινίες ή τα βιβλία. Ήταν πικρό , ωστόσο το ρούφηξα μέχρι το φιλτράκι. Δεν κατέβαζα τον καπνό, απλά ρουφούσα και ξεφυσούσα, αλλά δεν με πείραζε. Έψαξα να το πετάξω κάπου, αλλά δεν βρήκα και έτσι το πέταξα κάτω και το πάτησα. Και το πάτησα. Και το πάτησα. Με τόση δύναμη που σχεδόν το εξαφάνισα, μόνο κάτι θρύμματα απέμειναν. Χαχα, σαν τη ζωή μου. Θεέ μου, τι λέω;
Έπειτα, ήπια μονορούφι την μπύρα, την ζούληξα, πέταξα το κουτί σε έναν κάδο και περπάτησα μέχρι το μεταίχμιο εδάφους και κενού. Στάθηκα όρθιος και πήρα μια βαθιά ανάσα. Τραμπαλιζόμουν αχνά εμπρός- πίσω και άλλαξα τραγούδι. Ήθελα να ανεβάσω λίγο την αδρεναλίνη, έτσι έβαλα το Fade to Black από Metallica.
Τη στιγμή που πήγα να κάνω το τελειωτικό εμπρός , κοντοστάθηκα και στραβοκατάπια. Δεν ήθελα να πέσω....δεν ήθελα να πέσω....δεν ήθελα...δεν πρέπει...πρέπει....πρέπει....θα συνεχίσει το ίδιο...δεν το αντέχω....πρέπει να πέσω...δεν αντέχω άλλο.....θα πάψει.....θα σταματήσει...θα ηρεμήσω!
Θα ήθελα να υπάρχει μια παρέα ανθρώπων γύρω μου να προσπαθήσει να με αποτρέψει. Ίσως έτσι ένιωθα πιο σημαντικός για λίγο. Ίσως έτσι αναθαρρούσα κάπως. Όμως ,στις πέντε το χάραμα, ποιος θα μπορούσε να ήταν εκεί, καθημερινή μάλιστα; Είχα επιλέξει στρατηγικά την ημέρα και την ώρα. Ωστόσο πήγα πίσω. Όχι πως το μετάνιωσα, το ανέβαλλα μέχρι την ανατολή του ήλιου. Ολίγον τι ποιητικό, θα ξημέρωνε, η επόμενη ζωή αν υπήρχε θα ήταν μόνο χαρούμενη ή κάτι τέτοιο. Ηλίθιος μέχρι τέλους.
Ώρα: επτά και πενήντα εννιά πρώτα λεπτά.  Η ακρίβεια με μάρανε!
Ώστε θα έφευγα! Μάλιστα!
Δεν πήρα φόρα, απλώς περπάτησα μέχρι να μην νιώθω κάτι κάτω από τα πόδια μου. Εκείνη τη στιγμή το μετάνιωσα. Ήταν η χειρότερη αίσθηση στη ζωή μου. Κατανοείς πως υπερέβαλλες και πως θα μπορούσες να προσπαθήσεις ξανά. Πως σε περιμένει κάτι επώδυνο, κάτι ανώφελο. Η πιο λάθος επιλογή που έκανες ποτέ. Πως η αυτοχειρία δεν είναι ποτέ η λύση.
Κράτησα από πριν την αναπνοή μου μήπως χάσω τις αισθήσεις μου αλλά δεν το κατάφερα. Η πτώση πρέπει να διήρκησε κάτι δευτερόλεπτα που εμένα μου φάνηκαν ώρες. Και, πριν προσγειωθώ στο έδαφος, συνέβη το απρόοπτο.
Ένας μηχανόβιος πέρασε. Ένα μηχανάκι με έναν άνθρωπο πάνω του, που πιθανότατα θα είχε ξυπνήσει για να πάει στη δουλειά του, βαριεστημένα και νυσταλέα. Και εγώ συγκρούστηκα μαζί του. Οι αγκώνες μου με το κεφάλι του. Ναι ,έβαλα τους αγκώνες μου για προστασία, ασυναίσθητα.Δεν τον στόχευα τον κακόμοιρο, πιστέψτε με.  Και έπεσα πάνω του.....εγώ....αίμα παντού.....μουδιασμένος....έχασε την ισορροπία του....πάνω σε άλλο αμάξι...
πέθανε
ζω....
νεκρός οδηγός........
εξαιτίας μου.....
δεύτερη ευκαιρία.........
αθώος εκείνος.......
θεέ μου, εγώ φταίω για όλα....
ασθενοφόρο......
με πάνε στο νοσοκομείο........
μαζί του........
στο κρεβάτι τα σκέφτομαι όλα.......
τα είπα στη νοσοκόμα......
τώρα σε εσάς.......
πως θα το βαστάξω;...
θέλω να ζήσω...
δεν μου αξίζει τώρα!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

  Σε κανέναν δεν χωράνε Και σε κανέναν δεν πηγαίνουν  Τα δικά μου παπούτσια. Είναι ένα και μοναδικό ζευγάρι  Που όμοιο του δεν έχει φτιαχτεί...