Τετάρτη 25 Οκτωβρίου 2023




«Θα ήθελα ένα τζιν με τόνικ. Και μια βότκα με χυμό πορτοκάλι, περιμένω παρέα, ευχαριστώ!»
Είχα φτάσει πρώτος και την περίμενα. Ήταν το δεύτερο ραντεβού που θα βγαίναμε. Είχα καλή διάθεση, γιατί από τη στιγμή που ξύπνησα, περίμενα να φτάσει το βράδυ για να την δω. Το όνομα της, Μαρία. Κοινό, αλλά εκείνη ήταν διαφορετική. Δηλαδή, ένιωθα πως ήταν διαφορετική από τις άλλες κοπέλες με τις οποίες είχα βγει. Γιατί, παρόλο που μιλούσαμε μόλις ένα μήνα και είχαμε βγει μόνο μια φορά, υπήρχε το κάτι παραπάνω, κάτι το ιδιαίτερο μεταξύ μας, μια σύνδεση ωραία. Έτσι ένιωθα, δηλαδή.
Πήρα την πρωτοβουλία να παραγγείλω το ποτό της. Είχα φτάσει δέκα λεπτά νωρίτερα, αλλά δεν με πείραζε. Ίσα-ίσα, θα είχα και λίγο χρόνο να πάρω βαθιές ανάσες και να ηρεμήσω. Γιατί, η αλήθεια ήταν πως μονάχα η σκέψη της, το οτι μιλούσαμε, το οτι θα ερχόταν, όλα, όλα, με ταρακουνούσαν λίγο, δημιουργούσαν κάτι όμορφο και πρωτόγνωρο μέσα μου. Δεν ήμουν ερωτευμένος ή κάτι τέτοιο, απλά αρκετά ενθουσιασμένος που επιτέλους βρήκα μια κοπέλα εντάξει. Ίσως να έφταιγε που ήμουν για πάρα πολύ καιρό μόνος. Όπως και να 'χε, έπρεπε να αδειάσω το μυαλό μου από χαζές σκέψεις και να συγκεντρωθώ.
Πήγε εννιά. Η ώρα του ραντεβού. Ακόμα μόνος. Ήπια το ποτό μου και ζήτησα δεύτερο.
Πέρασε άλλο ένα τέταρτο. Είχα αρχίσει να αγχώνομαι. Τα υπεραναλύεις, σκεφτόμουν, κάτι μπορεί να της έτυχε, όχι μην στείλεις μήνυμα, θα έρθει, όλα θα πάνε καλά. Έτσι, πήρα μια βαθιά ανάσα και χαμογέλασα πάλι. Ίσως να είχα αρχίσει να μεθάω, αλλά ποιος ξέρει; Παρήγγειλα τρίτο.
Πέρασε άλλη μισή ώρα. Τα παγάκια στο ποτό της είχαν σχεδόν λιώσει. Της έστειλα μήνυμα, να την ρωτήσω αν ήταν όλα καλά, γιατί πλέον ανησυχούσα για την ίδια, μην τυχόν έπαθε τίποτα.
Το μήνυμα στάλθηκε. Το μήνυμα παραδόθηκε.
Πέρασε μια ώρα από τη στιγμή που κάθισα. Το μήνυμα δεν διαβάστηκε. Τα παγάκια είχαν πια λιώσει. Έκανα νόημα στη σερβιτόρα. Πλήρωσα. Κοίταξα το ποτήρι της Μαρίας. Εφόσον το πλήρωσα, ας μην πάει χαμένο, παιδάκια στην Αφρική δεν έχουν να πιούνε καν νερό, σκέφτηκα. Το κατέβασα με τη μια. Σηκώθηκα και έφυγα. Με τα χέρια στις τσέπες, τα ακουστικά στα αυτιά και την καρδιά, για άλλη μια φορά, σμπαράλια. 
- Yesterday, Θεόδωρος Ορφανίδης (Ο.Γ.Θ.)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

  Σε κανέναν δεν χωράνε Και σε κανέναν δεν πηγαίνουν  Τα δικά μου παπούτσια. Είναι ένα και μοναδικό ζευγάρι  Που όμοιο του δεν έχει φτιαχτεί...